«Τίς ὁ θανών;». Ρωτά η εποχή μαθημένη στους ζωντανούς νεκρούς. Ο θανών υπήρξε ανήρ πολύτροπος και πολύρρυθμος. Εκτός αγέλης και πεπατημένης. Αλλά και ιδιόγνωμος: χωρίς συμβιβασμούς και χωρίς υπολογισμούς. Η εποχή, κάθε εποχή, ρωτά να μάθει (όταν ρωτά), όχι για να γνωρίσει το έργο του θανόντος, αλλά για να λύσει την απορία: πόθεν ο εν λόγω; Και αφού κάτι ακούσει, είτε –συνήθως– σιωπά, είτε τον αποχαιρετά συνοπτικά και τυπικά. Ο Μανόλης Χατζηγιακουμής το ήξερε αυτό και αντιμετώπιζε τέτοιες συμβάσεις με ειρωνικό χαμόγελο. Δεν θα ήθελε ποτέ να τον νεκρολογήσουν όπως συνηθίζεται.
Εμείς στην Athens Review of Books έτσι γνωρίσαμε τον Μανόλη και έτσι θέλουμε να τον κρατήσουμε στη μνήμη. Γι’ αυτό δεν τον αποχαιρετούμε, αφού ανάμεσά μας θα υπάρχει μια διαρκής εκκρεμότητα: το έργο του. Φροντίσαμε γι’ αυτό (βλ. τχ. 84, Μάιος 2017)[1], όταν οι πολυάσχολοι του πνεύματος περί άλλα ετύρβαζον, και θα μεριμνήσουμε για την ανάδειξή του στο μέλλον, όπως αρμόζει σε έναν τέτοιον άνδρα. Έναν υποδειγματικό άνθρωπο των Γραμμάτων.
Ο Μανόλης επαίδευσε και εμόρφωσε γενεές νέων αξιοποιώντας το κατά τα άλλα δυσώνυμο «φροντιστήριο». Που γι’ αυτόν είχε όλη τη σημασία της λέξης. Δεν ήταν μόνο μέσον επιβίωσης γι’ αυτόν αλλά και μια γενναία και περιφρονητική απάντηση σε όσους μικρούς ανθρώπους τον εξοβέλισαν από το Πανεπιστήμιο. Ήταν άνθρωπος υπερήφανος και έντιμος. Δεν δέχθηκε ποτέ να κύψει τον αυχένα. Η γνωριμία και η σχέση μαζί του στάθηκε πολύτιμη κτήση φιλίας και κατανόησης.
Το έργο του Μανόλη είναι τεράστιο. Για παράδειγμα, η σπουδαία συμβολή του στην καταγραφή της εκκλησιαστικής μουσικής, καθώς και οι μελέτες του για τη νεοελληνική λογοτεχνία. Δεν είναι τώρα η ώρα για περισσότερα (θα επανέλθουμε στο επόμενο τεύχος). Όμως δύο πράγματα πρέπει να ειπωθούν: Σολωμός και Όμηρος. Ο Μανόλης παραμένει κορυφαίος στις σολωμικές σπουδές και αξεπέραστος στη μετάφραση της Ὀδύσσειας. Καιρός να συνέλθει και η εποχή.
Κρατάμε τη μνήμη του Μανόλη σαν κάτι πολύτιμο και ουσιαστικό. Δεν τον εντάξαμε ποτέ στην «πασαρέλα». Όπως μας έλεγε ο ίδιος: «Σας παίρνω στα σοβαρά, γιατί δεν ασχολείστε με την πασαρέλα». Είχε συνείδηση της ευτέλειας των Μέσων και των «μέσων». Η σκέψη του και η έρευνά του ήταν πάντα πρωτότυπες και τολμηρές. Παναπεί άνοιγε νέους δρόμους. Υπήρξε παθιασμένος ερευνητής, χαλκέντερος όπως έλεγαν παλαιά, ιχνηλάτης της ουσιώδους λεπτομέρειας, μοναχικός μαχητής μιας παιδείας που εκπνέει. Μιας Παιδείας που αποτελεί εκείνο που απομένει όταν έχεις ξεχάσει όλα όσα έχεις μάθει. Ο βίος του λιτός, φιλόσοφος και δημιουργικός. Με τη ματιά πάντα στραμμένη στο γενέθλιο νησί του, την Κω.
Κρατώντας τη μνήμη του Μανόλη σαν φυλαχτό, τον αποχαιρετούμε όπως ταιριάζει: με θαυμασμό για το έργο του και με φιλία για τον άνθρωπο. Στο ερώτημα: «Τίς ὁ θανών;» η απάντηση είναι: σοφός, φίλτατος και αλησμόνητος.
[1] Δημήτρης Δημηρούλης, Ένα σχόλιο για την «Οδύσσεια»· Ιωάννης N. Περυσινάκης, Ομήρου «Οδύσσεια»: καθαρά αυτόνομο νεοελληνικό κείμενο, έκτυπο του πρωτοτύπου· Χριστόφορος Χαραλαμπάκης, Ο Μανόλης Χατζηγιακουμής και οι μεταφραστικές προκλήσεις της Ομηρικής «Οδύσσειας»· Μ. Ζ. Κοπιδάκης, Οὐδ’ ἂν Ζωΐλος ὁ ὁμηρομάστιξ μωμήσαιτο· και Μανόλης Χατζηγιακουμής, Από το «Ανθολόγιο Οδύσσειας».