Eirini Vourloumis, In Waiting, Hatje Cantz, Βερολίνο 2017, 100 pp.
Η τέχνη της φωτογραφίας ξεκίνησε με αποτυπώσεις άδειων αστικών χώρων, καθώς κινούμενα άτομα ή ιππήλατα οχήματα σε πόλεις του 19ου αιώνα δεν έδιναν σαφή περιγράμματα. Κοντά δύο αιώνες μετά τις απόπειρες του Νιεπς ή του Νταγκέρ να «φωτογραφίσουν» γειτονικές στέγες από παράθυρο ή έρημα βουλεβάρτα, η ψηφιακή εποχή μας είναι σε θέση να αποτυπώνει τις πιο ασύλληπτα ακαριαίες κινήσεις, με κάθε λεπτομέρεια και σε τεράστιες αποστάσεις. Ωστόσο, η Ειρήνη Βουρλούμη επιλέγει στο φωτογραφικό της λεύκωμα την ακινησία άδειων αιθουσών αναμονής ή άλλων χώρων, από ποικίλα δημόσια κτίρια. Μόνα δείγματα ανθρώπινης παρουσίας, στις δικές της αποτυπώσεις: τα πόδια ενός εφοριακού, με τα μπατζάκια του σηκωμένα από την πολύωρη καθιστική στάση, το χέρι ενός ιδιοκτήτη γραφείου κηδειών, απλωμένο στη ράχη του μαύρου καναπέ μπρος από τις παραταγμένες θρησκευτικές εικόνες στην μπουαζερί του τοίχου, και δυο ανδρικές φιγούρες πίσω από τα θαμπά τζάμια θυρών ανελκυστήρων, μία που πατά κάποιο κουμπί ανόδου και μια δεύτερη σε κατερχόμενο θάλαμο. Ακόμη κι αν συνυπολογίσει κανείς τις δυο γυναίκες σε οθόνη τηλεόρασης, στο κυλικείο του Υπουργείου Εξωτερικών, ή κάποια πορτρέτα ηθοποιών και πολλών άλλων, ως δείγματα για κορνίζες μνημάτων σε βιτρίνα καταστήματος στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών, πάλι η ανθρώπινη παρουσία είναι ασήμαντη.
Πάνω: τοιχογραφία, «Επωλήθη», πρώην Υπουργείο Εργασίας. Κάτω: Αίθουσα υποδοχής στην έδρα του ΚΚΕ στον Περισσό, όπου διακρίνεται στο αίθριο η προτομή του Λένιν.
Οι χώροι πρωταγωνιστούν στις φωτογραφίες της Ειρήνης Βουρλούμη. Άδειοι, αλλά απίστευτα εύγλωττοι – αποκαλυπτικότεροι από κάθε γλωσσική περιγραφή. Και δεν αποκαλύπτουν μόνο την «τρέχουσα ελληνική πραγματικότητα, στην περίοδο της κρίσης», ούτε απλώς «αποστάζουν την ίδια τη γεύση και την οσμή της παραλυτικής γραφειοκρατίας» στην Ελλάδα, όπως πάρα πολύ σωστά επισημαίνουν στα σύντομα εισαγωγικά τους σημειώματα οι διεθνούς κύρους φωτογράφοι Πάνος Κοκκινιάς και James Estrin. Κάνουν πολύ περισσότερα. Φανερώνουν το διαχρονικό αδιέξοδο της ελληνικής κοινωνίας – την από καταβολής της αδυναμία να συνειδητοποιήσει τον εθελούσιο περιορισμό του ιδιωτικού, ως προϋπόθεση για την ύπαρξη του δημοσίου. Την αδυναμία της να συνειδητοποιήσει, για να το πω σχηματικά, ότι το δημόσιο δεν είναι ο απόπατος του ιδιωτικού. Παρά την τεράστια αστική ανάπτυξη, η προαιώνια αγροτική εμπειρία –φροντίζουμε καλά το εσωτερικό του σπιτιού μας και βγαίνουμε έξω για τις αφοδεύσεις– μένει ανεξίτηλη.
Πανεπιστημιακά αμφιθέατρα, διάδρομοι ή κεφαλόσκαλα συνδικαλιστικών εδρών, χώροι υποδοχής σε γραφεία πολιτικών κομμάτων, χώροι αναμονής, γραφεία υπαλλήλων και κυλικεία υπουργείων και δημόσιων υπηρεσιών ή κάποια δείγματα υπαίθριων χώρων, όπως ένα άγαλμα (του Αλ. Παναγούλη) πολύ πρόχειρα τυλιγμένο σε αδιαφανές νάιλον, πριν από τα αποκαλυπτήριά του, ή ένας βανδαλισμένος μετά από διαδήλωση τηλεφωνικός θάλαμος, με πολλή ευκρίνεια εκθέτουν το πρόβλημα της χώρας: την αμέριμνη ανοχή στις αισθητικές αφοδεύσεις των οποιωνδήποτε. Σε «αναμονή» –In Waiting, όπως είναι και ο τίτλος του λευκώματος– μιας ενεργοποίησης ανακλαστικών ή της συν τω χρόνω καλλιέργειας του κοινού και μιας αλλαγής που θα έρθει να βελτιώσει τα πράγματα. Τα αποτελέσματα μιας τέτοιας «αναμονής», πάντως, δεν βλέπω να διαγράφονται σε κανέναν ορίζοντα.
Από τις πιο χαρακτηριστικές φωτογραφίες, ως προς αυτό, είναι η ταβέρνα στην οποία το κρεμασμένο στον τοίχο «menu» ημι-καλύπτεται από αφίσα με τα πορτρέτα όλων των ελλήνων πρωθυπουργών μέχρι το 2011. Οι συνειρμοί είναι, νομίζω, σαφείς: ένα κοινό, πολύ ευρύτερο από τους πελάτες της ταβέρνας, πρόθυμο να ταΐζεται από τους πρωθυπουργούς ή να ταΐζεται με αυτούς, όπως δείχνουν οι γραμμένες στα πρόσωπα των πιο πρόσφατων ύβρεις. Ανάλογους συνειρμούς γεννά και το γραμμένο στη ράχη καθίσματος σε φοιτητικό αμφιθέατρο σύνθημα: «ΕΞΕΓΕΡΣΗ, ΟΧΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ». Όχι κοινοβούλιο αντιπροσωπευτικά οργανωμένης κοινωνίας, με άλλα λόγια, η οποία έχει αποδεχθεί τον συμβιβασμό με το διαφορετικό ώστε να εξασφαλίσει την κοινή συμβίωση – χωρίς μίση, μακελειά και διλήμματα του είδους «ή θα μας τελειώσουν ή θα τους τελειώσουμε», τα οποία εξ ορισμού θέτει η κάθε εξέγερση. Στη χώρα μας, αλίμονο, το αίτημα της «ισότητας» δεν παραπέμπει σε ισότητα ευκαιριών και κατόπιν στην αποδοχή των ανισοτήτων που οι ίσες ευκαιρίες επιτρέπουν να προκύψουν, χάρη σε αξιοσύνη, σε τύχη ή και σε πονηριά. Παραπέμπει στην ισοπεδωτική ομοιογένεια της παραδοσιακής κοινότητας ή εκείνης των σοβιέτ και των λαϊκών επιτροπών. Όπου όλοι συμμερίζονται τα ίδια ήθη, προκαταλήψεις, ιδεολογίες, αγωνιστικό σθένος και υποκρισίες.
Η φωτογραφία με τον πίνακα ανακοινώσεων στο Υπουργείο Ανάπτυξης είναι εξίσου εμβληματική: μία, όλο-όλο, μισοσκισμένη ανακοίνωση επάνω στον πίνακα, σκιές από παλιότερες που ξεκαρφιτσώθηκαν κι ένα πλήθος ίχνη κολλητικών ταινιών που κράτησαν, όσο κράτησαν, σωρεία άλλων ανακοινώσεων πάνω στον ίδιο τον τοίχο, αντί να αντικαταστήσουν εκείνες του πίνακα. Ανακοινώσεων που με τη σειρά τους σκεπάστηκαν από νεότερες, ώσπου να σωριαστούν και αυτές, δίνοντας στον κατάστικτο τοίχο εντύπωση ζωγραφικής του Βαν Ντέσμπουργκ, από τις αρχές του 20ού αιώνα. Με την ανάπτυξη, τελικά, να συνιστά ένα πανηγύρι ματαιοπονίας. Το ίδιο δείχνει και η αποθήκη δημόσιου κτιρίου με μετρητές της ΔΕΗ. Όπου αλλοπρόσαλλοι σε μεγέθη και αρίθμηση, άλλοι ξεχαρβαλωμένοι κι άλλοι σε λειτουργία, οι μετρητές αποκαλύπτουν μια κοινωνία που ποτέ δεν εμπέδωσε τη βιομηχανική επανάσταση, βυθισμένη σε νοσταλγίες της προβιομηχανικής εποχής. Κάτι που επιβεβαιώνει και η ευπρεπέστατη αίθουσα υποδοχής της έδρας του ΚΚΕ, με τον περιποιημένο κήπο και την απαστράπτουσα προτομή του Λένιν να διακρίνονται στο αίθριο. Στο στυλ της επίπλωσής της, η αίθουσα κρατά φανερή τη νοσταλγία του τσαρικού μεγαλείου. Ίσως επειδή, μετά το 1930, το τσαρικό έγινε και σταλινικό μεγαλείο.
Πάνω: Γραφείο στο Εθνικό Τυπογραφείο. Κάτω: Φοιτητικό αμφιθέατρο στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στα καθίσματα διακρίνεται το σύνθημα: «ΕΞΕΓΕΡΣΗ, ΟΧΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ».
Κορυφαία, ως προς το πόσο ελλιπές οργανωτικά στάθηκε το ελληνικό κράτος, είναι η εικόνα από αίθουσα αναμονής στο Τμήμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος. Επάνω σε μεταλλικό φοριαμό, με συρτάρια ελαφρά στραμμένα προς τον τοίχο ώστε ν’ ανοίγουν με δυσκολία, στέκει ένα ενυδρείο με δυο χρυσόψαρα, εξοπλισμό για ηλεκτρική ανάδευση νερού, υπερμέγεθες κάλυμμα και ένα γκρο-πλαν κεφαλιού γάτας κολλημένο στο πίσω τζάμι. Σαν η γάτα να κοιτά τα ψάρια, έτοιμη να συλλάβει όποιο φοροδιαφύγει. Νομίζω ότι εκεί συμπυκνώνεται η οικονομική ιστορία της Ελλάδας, από τότε που ο Ιωάννης Καποδίστριας επιχείρησε να επιβάλει ενιαία φορολογική πολιτική στους κοτζαμπάσηδες, μέχρι τις μέρες μας. (Ίσως γι’ αυτό η συγκεκριμένη φωτογραφία επελέγη ως εικόνα του εξωφύλλου.) Όσο για τις μέρες μας, ειδικά, το γραφείο υπαλλήλου στο Υπουργείο Ανάπτυξης τα λέει όλα: φορητός υπολογιστής στο έπιπλο του γραφείου κι αναρτημένα στον τοίχο, πάνω από το άδειο κάθισμα, ένας παρωχημένος χάρτης της χώρας, ένα ορθογώνιο ρολόι ενσωματωμένο σε τεράστιο, κατακόκκινο θαλάσσιο αστερία και μια επιχρωματισμένη εκδοχή από την πιο γνωστή φωτογραφία του Τσε Γκεβάρα. Τεχνολογία και οκνηρία, κιτς αισθητική και κίβδηλη επαναστατικότητα, ιδού το σημερινό κυβερνητικό χαρακτηριστικό.
Οι μόνοι χώροι που δεν αποπνέουν προβιομηχανική νοσταλγία, σε όλο το λεύκωμα, είναι το χολ και το κυλικείο στο κτίριο της Βουλής, η υπηρεσία δήλωσης γεννήσεων στο Δημαρχείο της Αθήνας, το σαλόνι στα γραφεία του κόμματος ΛΑΟΣ και μια τοιχογραφία σε αίθουσα του Υπουργείου Εργασίας. Στις τρεις πρώτες περιπτώσεις, η νεοκλασική αρχιτεκτονική των κτισμάτων συμπίπτει, έτσι κι αλλιώς, με την ίδια τη βιομηχανική επανάσταση. Παρά ταύτα, ένα ρολόι κατάλληλο για σιδηροδρομικό σταθμό πάνω από την προτομή του Περικλή, στο χολ της Βουλής, και μια παράταιρη τοποθέτηση του μπαρ στον μαίανδρο του μωσαϊκού, στο κυλικείο της, δείχνουν ένα φλερτ μεταξύ κιτς και αρχοντικής αμεριμνησίας. Ο δε μεσοπολεμικός μοντερνισμός των καθισμάτων μέσα στην επιβλητική ορθομαρμάρωση και κάτω από τα κλασικά φατνώματα οροφής στην αίθουσα του Δημαρχείου, με τον Κούρο της Αναβύσσου στη μια πλευρά και τον «Διαδούμενο» του Πολύκλειτου στην άλλη, διατηρούν κάτι από το δέος που ο Μαρτσέλο Πιατσεντίνι και ο Άλμπερτ Σπέερ φρόντιζαν να εμπνέουν τα αρχιτεκτονήματα των καθεστώτων του Μουσολίνι και του Χίτλερ. (Στην τονισμένη από τα αγάλματα συμμετρία του χώρου, όπως την αναδεικνύει η φωτογραφία, ο προσερχόμενος δεν ξέρει εάν οφείλει να δηλώσει τη γέννηση του τέκνου του ή να το αφιερώσει στην κρατική ισχύ.) Στην περίπτωση των γραφείων του ΛΑΟΣ, κιτς και αμεριμνησία συναντιούνται στις γυάλινες εταζέρες με τα απερίγραπτα στολίδια και τα τέσσερα, όλο-όλο, βιβλία. Στην τοιχογραφία του Υπουργείου Εργασίας, τέλος, ο διεθνισμός συναντά τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Με το Άγαλμα της Ελευθερίας, το Μπιγκ Μπεν και την Πύλη του Βρανδεμβούργου, άθλια ζωγραφισμένα με φόντο έναν κιτρινοκόκκινο ουρανό, να συμπληρώνονται από προλετάριους αφοσιωμένους στην οικοδόμηση ή στην κατακρήμνιση (ο στόχος μένει αδιευκρίνιστος) ενός κτίσματος που το τέλος της επιφάνειας του τοίχου δεν επιτρέπει να δούμε!
Πάνω, αριστερά: Κεντρική είσοδος στα δικαστήρια της πρώην σχολής Ευελπίδων. Δεξιά: Τα παπούτσια ενός εφοριακού σε κεντρική εφορία. Μεσαία σειρά, αριστερά: Κυλικείο του Υπουργείου Εξωτερικών. Δεξιά: άγαλμα του Αλέξανδρου Παναγούλη πολύ πρόχειρα τυλιγμένο σε αδιαφανές νάιλον. Κάτω, αριστερά: Διαδήλωση, Πλατεία Συντάγματος, βανδαλισμένος τηλεφωνικός θάλαμος. Δεξιά: μετρητές της ΔΕΗ σε αποθήκη δημόσιου κτιρίου.
Είμαστε η χώρα του «υπαρκτού σουρεαλισμού», όπως σωστά έχει ειπωθεί. Με την οξυδερκή ματιά της, η νεαρή φωτογράφος το καθιστά ακόμη πιο φανερό, σε όλες τις λήψεις του λευκώματός της. Ένδεκα χρόνια απουσίας από την Ελλάδα, όπως αναφέρει στα επιλεγόμενα, την έκαναν να ξανακοιτάξει αλλιώς τις εικόνες των πιο νεανικών της αναμνήσεων από τα «αστικά τοπία» της Αθήνας. Σε ό,τι αποτύπωσε επιδιώκει να αναδείξει, σύμφωνα με τα λόγια της, «το παρελθόν, το παρόν και το προσδοκώμενο», όπως τα αναμοχλεύει η τρέχουσα οικονομική κρίση. «Με την Ελλάδα να οδεύει προς μια αλλαγή, για το καλύτερο ή και το χειρότερο». Από εκεί και ο τίτλος In Waiting. Στην ηλικία της, και με το ταλέντο της, έχει κάθε λόγο κι ασφαλώς κάθε δικαίωμα να «αναμένει». Στη δική μου ηλικία, και με όσα διαβλέπω, θα τιτλοδοτούσα αυτή τη σειρά διεισδυτικών και αποκαλυπτικών εικόνων: «In vain» – επί ματαίω.
Σημ. ARB: Στο Μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς) θα πραγματοποιηθεί Έκθεση των φωτογραφιών του In Waiting της Ειρήνης Βουρλούμη 2-27 Μαΐου 2018.
Πάνω: Ληξιαρχείο, Δημαρχείο της Αθήνας. Κάτω: πλατύσκαλο σε γραφείο Πολεοδομίας.