1.
Οι πρόσφατες εξελίξεις στη Μεγάλη Βρετανία και την υπόλοιπη ΕΕ επιβεβαιώνουν αφενός ότι η καταστροφική δράση του λαϊκισμού μπορεί να πλήξει κάθε κοινωνία ανά πάσα στιγμή και αφετέρου ότι κάποιοι πολιτικοί της ΕΕ δεν έχουν διδαχθεί τίποτε κατά τα χρόνια της κρίσης και ως εκ τούτου είναι ακατάλληλοι να χειρίζονται τις τύχες της Ένωσης.
Οι εξελίξεις στη Μεγάλη Βρετανία επιβεβαιώνουν ότι η γοητεία που μπορεί να ασκήσει ο λαϊκισμός ακόμη και σε ευημερούσες σύγχρονες δημοκρατίες δεν πρέπει ποτέ να υποτιμάται. Όταν οι συνθήκες είναι κατάλληλες, το τέρας αυτό μπορεί να αναστηθεί ακόμα και από τον πιο βαθύ τάφο. Οι δημοκρατικοί πολιτικοί έχουν συνεπώς χρέος να προσπαθούν να εξασφαλίζουν παιδεία, πρόοδο και ευημερία για όλους, προστατεύοντάς τους έτσι από την παραπλάνηση απατηλών υποσχέσεων ειδικά σε δύσκολες εποχές. Αυτό φαίνεται να το έχουν ξεχάσει αρκετοί ηγέτες της ΕΕ εδώ και πολλά χρόνια, καθώς επέλεγαν πολιτικά βολικούς αλλά τελικώς οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδους δρόμους. Όταν ήρθε η κρίση, αντί να συνειδητοποιήσουν ότι πλέον είχαν ωθήσει τους εαυτούς τους και τις κοινωνίες που κυβερνούσαν σε επικίνδυνες, για την αναζωπύρωση του λαϊκισμού, περιοχές, αντί να κοιταχτούν στον καθρέφτη τους, συνέχισαν ωσάν να μην έχει συμβεί τίποτα.
Στην παρούσα φάση σε όσους ηγέτες έρχεται η βοή των πλησιαζόντων γεγονότων αυτοί ελπίζουμε ότι θα λάβουν θέση στην σωστή πλευρά της ιστορίας. Ακόμη κι αν εις την οδόν έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί. Αυτοί οι ηγέτες οφείλουν να διαφυλάξουν την ενότητα της ΕΕ. Και να διακηρύξουν την ανάγκη η ΕΕ να φερθεί έντιμα στην Βρετανία. Να μην την πιέσει σε αποχώρηση, πολύ περισσότερο βιαστική. Να της επιτρέψει να ολοκληρώσει χωρίς βιασύνη και με αξιοπρέπεια τις όποιες πολιτικές επιλογές της, τιμώντας τήν έως τώρα παρουσία της ως μέλους της ΕΕ. Να διαπραγματευτεί μια διάδοχη κατάσταση που θα είναι ευνοϊκή για τη Μεγάλη Βρετανία και την ΕΕ, θα στηρίζει την ανάπτυξη και έτσι θα υπονομεύει τους λαϊκιστές που πλέον καιροφυλακτούν παντού.
Μια τέτοια έντιμη στάση θα επιτρέψει στην ΕΕ να ανακτήσει την «ψυχή» της, αντί να την απολέσει οριστικά για το προβλεπόμενο μέλλον, τη στιγμή που όλο και περισσότεροι ρωτάνε «Ποια είναι η ΕΕ;». Το σοκ από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Μεγάλη Βρετανία θα μπορούσε να είναι ευεργετικό αν το δούμε ως ευκαιρία να στοχαστούμε τι είναι η ΕΕ, ποια ΕΕ θέλουμε, με ποιο τρόπο θέλουμε να είμαστε Ευρωπαίοι. Για μας το ισχυρότερο σοκ προέρχεται από την στάση ορισμένων ηγετών και παραγόντων της ΕΕ, ειδικά εκείνων που έθεταν τριήμερες προθεσμίες για ενεργοποίηση της διαδικασίας αποχώρησης της Μεγάλης Βρετανίας. Άραγε, τις συνέπειες από την απίστευτη ανευθυνότητα των σημερινών Βρετανών πολιτικών αυτοί θα τις ωθήσουν στα άκρα με συνέπεια την διάλυση της Ένωσης; Γιατί χωρίς τη Μεγάλη Βρετανία αρτιμελής Ευρώπη δεν υπάρχει! Γιατί η σύγχρονη δημοκρατία, η ευημερία και η ειρήνη που απολαμβάνουν οι λαοί της Ευρώπης δεν θα υπήρχαν χωρίς τις ιδέες, τους θεσμούς και το αίμα της Μεγάλης Βρετανίας (και φυσικά των Ηνωμένων Πολιτειών, που ως πρώην αποικία αποτελεί μετεξέλιξη των αρχών και ιδεών που γέννησε η Μεγάλη Βρετανία). Είναι αδιανόητο κάποιοι Φάρατζ και Τζόνσον να γκρεμίσουν το οικοδόμημα που θεμελίωσε ο Τσόρτσιλ στη Χάγη το 1948.
Συμπλεγματικοί, ή/και ανιστόρητοι πολιτικοί[1], με ροπή στον κάθε χρώματος και είδους σοσιαλιστικό λαϊκισμό, νομίζουν ότι μεγαλώνει το ανάστημά τους όταν να μιλούν για Little England· χαιρέκακα την φαντάζονται εκτός Ευρώπης και ακρωτηριασμένη, και δεν αντιλαμβάνονται ότι χωρίς τη Μεγάλη Βρετανία σύντομα θα έχουμε μια μικρότερη ΕΕ που συνεχώς θα συρρικνώνεται. Το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος θα έπρεπε να έχει θέσει όλους τους Ευρωπαίους ηγέτες προ των ευθυνών τους. Μέχρι στιγμής, από το σύνολο των ανεπαρκών ηγετών ξεχώρισε για την ψύχραιμη και διαλλακτική στάση της η καγκελάριος Μέρκελ, η οποία δεν γνωρίζουμε αν μπορεί να ανακόψει την ορμή των ελαφρών κι ανεύθυνων πλην «καθαρών» και αδιάλλακτων.
Τι κάνει όμως η λοιπή ΕΕ σε τέτοιες εποχές; Κουνάει το δάχτυλο και απαιτεί από τις χώρες-μέλη υποδειγματική δημοσιονομική συμπεριφορά. Πιο σύνθετες πολιτικές και οικονομικές καταστάσεις δεν γίνονται κατανοητές και αντιμετωπίζονται μηχανικά. Η υπόθεση ότι όλες οι χώρες μόνες τους θα αποτρέπουν πολιτικά και οικονομικά ατυχήματα, για πάντα, φαντάζει λογική στους γραφειοκράτες των Βρυξελλών, αλλά ο πραγματικός κόσμος δεν δεσμεύεται, ευτυχώς, από τις φαντασιώσεις τους. Η πραγματικότητα δεν εκβιάζεται από κεντρικούς σχεδιασμούς. Είναι μάλιστα ευτύχημα ότι αυτοί οι σχεδιασμοί καταρρέουν, γιατί διαφορετικά οι γραφειοκράτες του κεντρικού σχεδιασμού θα είχαν στειρώσει προ πολλού την ανθρωπότητα από κάθε τι δημιουργικό.
2.
Η απροθυμία της Ένωσης να υπερασπιστεί τους πολίτες της είναι κατά βάθος συγκλονιστική. Σε αντίθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, όπου η αδυναμία αποχώρησης από την Ένωση έπεται του συντάγματος το οποίο κυρώθηκε με δημοψήφισμα, κάτι που ως γνωστό νομιμοποίησε τον Αβραάμ Λίνκολν όταν προχώρησε στον εμφύλιο πόλεμο, η αποχώρηση είναι εφικτή στην περίπτωση της ΕΕ. Για αυτό άλλωστε και η ΕΕ πρέπει να σεβαστεί την απόφαση αποχώρησης της Μεγάλης Βρετανίας, εφόσον τελικά και όταν προχωρήσει στην υλοποίησή της. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει την ευχέρεια να φερθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή, αλλά και στις μετέπειτα διαπραγματεύσεις για τη διάδοχη κατάσταση, με κατανόηση και ανοχή. Εδώ η ΕΕ μπορεί να αντιγράψει τον Λίνκολν, που προσεκτικά σχεδίαζε την επιεική στάση των νικητών απέναντι στους Νοτίους, των οποίων η ήττα πλέον διαγραφόταν. Αυτή η επίκληση για επιείκεια ισχύει ειδικά στον βαθμό που οι μισοί περίπου πολίτες της Μεγάλης Βρετανίας δήλωσαν ότι επιθυμούν να παραμείνουν πολίτες της ΕΕ. Η πρακτική της ΕΕ να εγκαταλείψει τους πολίτες της, την οποία είδαμε για πρώτη φορά με την χρήση του Grexit ως διαπραγματευτικού όπλου, επιβεβαιώνεται στην περίπτωση της Μεγάλης Βρετανίας. Το γεγονός ότι η ΕΕ δέχεται τόσο εύκολα τη μόνιμη εξορία πιστών πολιτών της ως παράπλευρη απώλεια σε κάποια πολιτική διαπραγμάτευση ή συγκυριακή πολιτική και χωρίς να μεριμνά ούτε στο ελάχιστο ώστε η επόμενη μέρα, εκτός ΕΕ, να αποτελεί έναν αποδεκτό συμβιβασμό για όσους πολίτες της επιθυμούν να παραμείνουν στην ΕΕ, αποτελεί μια ουσιαστική έκπτωση από ηθικές αρχές και ιδέες δικαίου. Αυτή η έκπτωση δεν είναι συμβατή με τις αρχές και ιδέες που η ΕΕ ισχυρίζεται ότι πρεσβεύει και με τη σειρά της δημιουργεί σοβαρά διλήμματα στους πολίτες της. Αξίζει η συμμετοχή σε μια Ένωση η οποία έχει στο τιμόνι ηγέτες που εύκολα προχωρούν σε τέτοιες εκπτώσεις; Είναι αποδεκτό η ΕΕ να εκδικείται μικρόψυχα πολίτες της μόνο και μόνο επειδή οι ηγέτες της αποτυγχάνουν συστηματικά να τιμήσουν την κληρονομιά που τους άφησαν οι πρωτεργάτες της; Το ερώτημα τίθεται πλέον ως θέμα αρχής. Οι ηγέτες μιας Ευρώπης που διασώθηκε από τον σκοταδισμό με το αίμα των Βρετανών, οι οποίοι αντιστέκονταν μόνοι στον φασισμό που είχε καταλάβει όλη την ήπειρο, και η οποία επούλωσε τις πληγές της με τα χρήματα των ΗΠΑ, φαίνεται να μη συνειδητοποιούν ότι με τη σπουδή που δείχνουν «να διώξουν τους Βρετανούς» καταστρέφουν τα ηθικά θεμέλια πάνω στα οποία στηρίζεται το φιλόδοξο πλην ημιτελές οικοδόμημα της ΕΕ, θέτοντάς την σε απρόβλεπτους κινδύνους. Σε αυτό, και δυστυχώς μόνο σε αυτό, φαίνεται να μοιάζουν με τον Λίνκολν: ούτε αυτός περίμενε ότι ο εμφύλιος πόλεμος θα ήταν τόσο μακρύς και τόσο αιματηρός.
Θίξαμε μόνο δύο σημεία από αυτό το μείζον ζήτημα που θα μας απασχολήσει τους επόμενους μήνες και χρόνια. Θα συνεχίσουμε από την ιστοσελίδα μας.
[1] Θα ήταν ωφέλιμο για όλους μας να θυμηθούν την ιστορία της ίδρυσης του Συμβουλίου της Ευρώπης· τουλάχιστον να διαβάσουν, στην ιστοσελίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το κείμενο «Ουίνστον Τσόρτσιλ: έκκληση για Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης»: link