σύνδεση

Γιατί γράφω ποίηση

Γιατί γράφω ποίηση Ντία Αζάουι," Ένας λύκος ουρλιάζει: Αναμνήσεις ενός ποιητή". © Barjeel Art Foundation

 

 

                                                                                                   Στην Άννα

 

Επειδή ο γιος μου όταν ήταν πέντε χρονών μου είπε: «μη σβήνεις το φως, φοβάμαι· ακούω το σκοτάδι».
Επειδή ο Σολωμός κλείνει την επιστολή του στον Δε Ρώσση με την φράση: «φιλώ το χέρι της κυρίας και τραβώ της μικρής Ζίζας “εκειό το ρεβυθάκι” που έχει για μύτη».
Επειδή τους μήνες που έζησα στην Αμοργό έβλεπα κάθε απόγευμα μια όμορφη γυναίκα να τρέχει στο νεκροταφείο να πει τα νέα της ημέρας στον άντρα της.
Επειδή η κόρη μου την πρώτη φορά που έβαλε ένα κοχύλι στο αυτί της με ρώτησε: «σε ποιον μιλάει η θάλασσα;».
Επειδή μετά το εγκεφαλικό ο Σικελιανός αναφώνησε: «είδα το απόλυτο μαύρο και ήταν ανέκφραστα ωραίο».
Επειδή ο Αριόστο έγραψε πενήντα έξι φορές το πρώτο μέρος του Orlando Furioso, και ως το τέλος της ζωής του πίστευε πως ήταν το πιο αδύναμο.
Επειδή «όταν η ψυχή πάψει να θαυμάζει έχει ηττηθεί.» (Πεσσόα)

Επειδή ο Πάμπλο Καζάλς, επί εβδομήντα χρόνια, άρχιζε τη μέρα του παίζοντας πάντα Μπαχ.
Επειδή κάποιοι ποιητές (Ρεμπώ, Καρυωτάκης, Μπέρρυμαν) με κάνουν ν’ απολογούμαι για αδικήματα που δεν έχω διαπράξει.
Επειδή μια φλόγα που φωτίζεται από άλλη φλόγα μπορεί να δημιουργήσει τη δική της σκιά.
Επειδή είναι πιο εύκολο να στερηθείς κάποια πράγματα από το να χάνεις τον καιρό σου να τ’ αποκτήσεις.
Επειδή όπως έγραψε η Αγία Αικατερίνη της Σιένα στον αδελφό Ραϋμόνδο ντέλε Βίνιε, «Ars Poetica σημαίνει να φτιάξεις ένα κελί μες στο μυαλό σου, από το οποίο να μην μπορείς ποτέ να δραπετεύσεις».
Επειδή μένω έκθαμβος μπρος στην αιώνια παρθενικότητα των λέξεων.
Επειδή ένα από τα βιβλία που ο Τζόυς παρήγγειλε σε γνωστό λονδρέζο βιβλιοπώλη το 1914, όταν έμενε στην Τεργέστη, ήταν Οι περιπέτειες του Πινόκιο.
Επειδή όταν ρωτήθηκε ο Μπατάιγ για το πώς πρέπει να γράφει κανείς απάντησε: «με τον τρόπο που μια γυναίκα με ηθικές αρχές κι άσπιλο παρελθόν θα έβγαζε τα ρούχα της σ’ ένα όργιο».
Επειδή κάθε φορά που κοιτάζω το ρολόι μου βλέπω τον νεκρό πατέρα μου να γυρίζει το πρόσωπό του από την άλλη.
Επειδή μιλάω τέσσερις γλώσσες, γράφω σε δύο, αλλά δακρύζω σε μία.
Επειδή διεκδικώ διαρκώς αυτό που δεν μπορεί ποτέ ν’ αποκτηθεί: «la fleur l’ absente de touts bouquets».
Επειδή ο παππούς μου είχε τα ωραιότερα δάχτυλα, χόρευε ταγκό και φορούσε Pino Silvestre.
Επειδή ο Τρελώνυ ήταν όντως τρελός που παντρεύτηκε την ετεροθαλή δεκατριάχρονη αδερφή του Οδυσσέα Ανδρούτσου.
Επειδή μου λείπει ο ήχος που έκαναν τα πλήκτρα της γραφομηχανής μου πάνω στο γυμνό χαρτί.
Επειδή ένα λευκό πορσελάνινο φλιτζάνι αναποδογυρισμένο στο πιάτο μεταμορφώνεται ξαφνικά σε ιριδίζον ιγκλού.
Επειδή και στα 30.000 πόδια, πάνω από τον Ατλαντικό, ο «Προύφροκ» παραμένει το αγαπημένο μου ποίημα.
Επειδή κάθε φορά που πηγαίνω στην Piazza Navona θυμάμαι την μάνα μου μπροστά στο άγαλμα του Μπερνίνι να μου λέει: «σε λίγους μήνες θα έχω πεθάνει κι έτσι δεν θα σε βασανίζω πια».
Επειδή δεν μπορώ να περιγράψω τη μυρωδιά που είχαν τα πεύκα στο Λιγονέρι, όπου έτρεχα να κρυφτώ μαζί της.
Επειδή, όπως λέει ο κάμμινγκς, «τα φιλιά είναι καλύτερη μοίρα απ’ τη σοφία».
Επειδή ο Σεφέρης όταν μιλούσε για τον Έλιοτ έλεγε αλήθεια, ενώ όταν μιλούσε για τον Μακρυγιάννη ψέματα.
Επειδή κάθε φορά που τρώω τυρόπιτα λέω από μέσα μου: «της γιαγιάς μου της Σμυρνιάς ήταν χίλιες φορές καλύτερη».
Επειδή όταν η άλλη μου γιαγιά, η Μαρίνα, έπαιζε Σοπέν στο πιάνο, σταματούσαν και τ’ αηδόνια να κελαηδούν.
Επειδή τα καλοκαίρια στις Σπέτσες φορούσα ένα μπλε ναυτικό καπέλο, που όπως έμαθα αργότερα φορούσε κι ο Ελύτης.
Επειδή πάντα έβρισκα τον Μπουκόφσκι προβλέψιμο, ενώ τον Στήβενς ιδιοφυή.
Επειδή το μόνο αληθινό κι ανθεκτικό σχόλιο σ’ ένα ποίημα είναι ένα άλλο ποίημα.
Επειδή στο κυρτό κάτοπτρο του Άσμπερυ είδα μια μέρα τον εαυτό μου γέρο, με βλέμμα που ομολογούσε την αποτυχία.
Επειδή όταν διαβάζω Εμπειρίκο γελάω μέχρι δακρύων.
Επειδή όταν βρέχει δεν παίρνω ποτέ ομπρέλα.
Επειδή όταν την είδα να έρχεται μ’ ένα παλιό ποδήλατο προς το μέρος μου, με τα μαλλιά της να ανεμίζουν στον άνεμο, ήξερα πως την είχα ερωτευτεί.
Επειδή η Ντίκινσον δεν έγραψε ούτε ένα ποίημα για τον Αμερικανικό Εμφύλιο.
Επειδή «για να λάμπουν τα ποιήματα όπως τ’ αστέρια», πρέπει η νύχτα να είναι ήδη μέσα σου.
Επειδή in dreams begin responsibilities.
Επειδή ένας άγγελος ίσως μοιάζει με όσα δεν έχουμε ξεχάσει.
Επειδή όπως λέει κι ο Διάβολος του Μπλαίηκ, «ο δρόμος της υπερβολής καταλήγει στο παλάτι της σοφίας».
Επειδή την ώρα του έρωτα την νιώθεις να τρέμει στα χέρια σου, κι ενώ σου ζητά να σταματήσεις, το κορμί της ανοίγει κι άλλο για να σε πάρει ακόμη πιο βαθιά.
Επειδή όπως λέει και η Σάρα Κέην στην Ψύχωση: «η κλοπή είναι πράξη ιερή / στο δύσβατο μονοπάτι της έκφρασης».
Επειδή ο Αλεξανδρινός, όταν άλλοι έτρεχαν να κρυφτούν πίσω από την «Φοινικιά», προτιμούσε να περιφέρεται μόνος στα χαμαιτυπεία της πόλης του.
Επειδή ο Παστερνάκ ως το τέλος φύλαγε στο πορτοφόλι του δύο επιστολές του Ρίλκε.
Επειδή ο Πάουντ μετέφρασε στο τρελοκομείο την Αντιγόνη, για ν’ αντέξει μέσω αυτής της τραγωδίας τη δική του.
Επειδή η ζωή μου είναι ένα ημιτελές ποίημα, γεμάτο λάθη και παραλείψεις, που μάταια προσπαθώ να ολοκληρώσω.

 

 Βλέπε και: Γιατί δεν γράφω ποίηση