σύνδεση

Η επιχειρηματικότητα ως θεμέλιο της κοινωνίας

Η επιχειρηματικότητα ως θεμέλιο της κοινωνίας Ζαν Ντυμπυφέ, Οι επιχειρήσεις ευημερούν, 1961, ΜοΜΑ.

 

 

Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος και Κώστας Χ. Χριστίδης, Η Επιχειρούσα Κοινωνία, Παπαζήση, Αθήνα 2024, σελ. 309

 


Το βιβλίο Η Επιχειρούσα Κοινωνία αποτελεί ένα συγγραφικό εγχείρημα που διερευνά την έννοια της επιχειρηματικότητας και την καθοριστική σημασία της για την εξέλιξη και την ευημερία της σύγχρονης κοινωνίας. Το έργο, μέσα από μια πολυδιάστατη προσέγγιση, προσφέρει όχι μόνο μια θεωρητική αλλά και μια πρακτική κατανόηση της επιχειρηματικής δράσης, αναλύοντας πώς η επιχειρηματικότητα μπορεί να επηρεάσει θετικά τις κοινωνίες και τις οικονομίες σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.

Οι Αθανάσιος Παπανδρόπουλος και Κώστας Χριστίδης, διακεκριμένοι Έλληνες διανοούμενοι και συγγραφείς με μακρά πορεία στον χώρο των φιλελεύθερων ιδεών, ξεκινούν το βιβλίο τους με μια ισχυρή διακήρυξη της σημασίας της επιχειρηματικότητας. Από τις πρώτες κιόλας σελίδες, οι συγγραφείς επισημαίνουν ότι η επιχειρηματικότητα δεν είναι απλώς μια οικονομική δραστηριότητα που αποσκοπεί στη δημιουργία κέρδους, αλλά ένας πολυδιάστατος κοινωνικός θεσμός που συνδέεται άμεσα με την ελευθερία, την καινοτομία και την πρόοδο.

Οι συγγραφείς αναλύουν την επιχειρηματικότητα ως θεμέλιο μιας ζωντανής και δυναμικής κοινωνίας, όπου η ανθρώπινη δημιουργικότητα και η ικανότητα για καινοτομία βρίσκουν την πλήρη τους έκφραση. Μέσα από την επιχειρηματική δράση, οι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία να επιδιώξουν τα όνειρά τους, να αναπτύξουν νέες ιδέες και να συμβάλλουν στην ευημερία της κοινωνίας συνολικά. Οι Παπανδρόπουλος και Χριστίδης υπερασπίζονται την άποψη ότι χωρίς επιχειρηματικότητα καμία κοινωνία δεν μπορεί να επιτύχει μακροπρόθεσμη οικονομική σταθερότητα, κοινωνική πρόοδο ή πολιτιστική άνθηση. Τονίζουν επίσης τον κεντρικό ρόλο του επιχειρηματία στις οικονομικές αλλά και τις πολιτιστικές εξελίξεις, παρατηρώντας μεταφορικά ότι «χωρίς επιχειρηματίες θα βρισκόμασταν ακόμη στη λίθινη εποχή».

Ιστορική ανάλυση της επιχειρηματικότητας

Ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία του βιβλίου είναι η ιστορική προσέγγιση που υιοθετούν οι συγγραφείς για την ανάλυση της επιχειρηματικότητας. Ξεκινώντας από την αρχαιότητα, όπου η εμπορική δραστηριότητα και η επινοητικότητα θεωρούνταν ως βασικά στοιχεία της πολιτιστικής προόδου, οι συγγραφείς με διεισδυτικό τρόπο ανιχνεύουν την εξέλιξη της επιχειρηματικής δράσης μέσα στους αιώνες.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην περίοδο της Αναγέννησης και της Βιομηχανικής Επανάστασης, όταν οι κοινωνίες της Ευρώπης άρχισαν να αναγνωρίζουν τη σημασία της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας για την οικονομική ανάπτυξη. Οι συγγραφείς εξηγούν πώς η αλλαγή της στάσης απέναντι στο χρήμα, την εργασία και την καινοτομία οδήγησε στη δημιουργία ενός νέου είδους κοινωνίας, όπου η επιχειρηματικότητα αναγνωριζόταν ως κεντρικός μοχλός της προόδου.

Στην ανάλυση αυτή δεν παραλείπουν να αναφερθούν και στις κοινωνικές και πολιτιστικές συνθήκες που διαμόρφωσαν τις αντιλήψεις για την επιχειρηματικότητα. Εξετάζουν πώς οι θρησκευτικές και φιλοσοφικές ιδέες της εποχής επηρέασαν την αντίληψη για την εργασία και το κέρδος, αναδεικνύοντας τη σημασία της κοινωνικής και ηθικής νομιμοποίησης της επιχειρηματικής δράσης.

Θεωρητικές προσεγγίσεις: Από τον Άνταμ Σμιθ στον Φρήντριχ Χάγιεκ

Μια από τις σημαντικότερες συμβολές του βιβλίου είναι η ενσωμάτωση των θεωρητικών προσεγγίσεων που αφορούν την επιχειρηματικότητα και την οικονομική ανάπτυξη. Οι Παπανδρόπουλος και Χριστίδης δεν αρκούνται σε μια επιφανειακή ανάλυση, αλλά εξετάζουν σε βάθος τις θεωρίες κορυφαίων οικονομολόγων και διανοητών, όπως ο Άνταμ Σμιθ, ο Τζόζεφ Σουμπέτερ και ο Φρήντριχ Χάγιεκ.

Ο Άνταμ Σμιθ, με το έργο του Ο Πλούτος των Εθνών, παρουσιάζεται ως ο θεμελιωτής της σύγχρονης οικονομικής σκέψης και της ελεύθερης αγοράς. Οι συγγραφείς αναλύουν την κεντρική ιδέα του Σμιθ, ότι το ατομικό συμφέρον, όταν συνδυάζεται με την ελευθερία της αγοράς, μπορεί να οδηγήσει σε μια κοινωνία όπου η οικονομική ευημερία δεν περιορίζεται στα χέρια λίγων αλλά διαχέεται στα περισσότερα μέλη της. Παράλληλα εμβαθύνουν στην έννοια του «αόρατου χεριού», εξηγώντας πώς η επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος και η λειτουργία της αγοράς (μέσα σε περιβάλλον νομοκρατίας) οδηγούν στην ορθολογική κατανομή των πόρων και στην προώθηση της γενικότερης ευημερίας.

Οι συγγραφείς συνεχίζουν την ανάλυσή τους με τον Τζόζεφ Σουμπέτερ, ο οποίος εισήγαγε την έννοια της «δημιουργικής καταστροφής» ως βασικό χαρακτηριστικό της οικονομίας της αγοράς. Η θεωρία του Σουμπέτερ, σύμφωνα με την οποία η συνεχής καινοτομία και ο ανταγωνισμός είναι οι κύριοι παράγοντες της οικονομικής ανάπτυξης, αναλύεται διεξοδικά στο βιβλίο. Οι Παπανδρόπουλος και Χριστίδης εξηγούν πώς η διαδικασία της δημιουργικής καταστροφής επιτρέπει στις αγορές να ανανεώνονται και να αναπτύσσονται, παρ’ όλο που συχνά συνοδεύεται από βραχυπρόθεσμες κοινωνικές και οικονομικές αναταράξεις.

Εξίσου σημαντική είναι η αναφορά στον Φρήντριχ Χάγιεκ, ο οποίος υπερασπίστηκε την ιδέα της ελευθερίας, ως προϋπόθεση για την ανθρώπινη δημιουργικότητα και την επιχειρηματικότητα. Οι συγγραφείς αναλύουν την άποψη του Χάγιεκ ότι η ελεύθερη αγορά είναι ο μόνος μηχανισμός που μπορεί να αξιοποιήσει πλήρως τις διασκορπισμένες γνώσεις και πληροφορίες που υπάρχουν στην κοινωνία. Μέσα από την ανάλυση των θεωριών του Χάγιεκ οι συγγραφείς υπογραμμίζουν τη σημασία της ατομικής ελευθερίας και της περιορισμένης κρατικής παρέμβασης για την άνθηση της επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας.

Η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα: παρελθόν, παρόν και μέλλον

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανάλυση των συγγραφέων σχετικά με την επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα. Μέσα από μια τεκμηριωμένα κριτική ματιά, οι Παπανδρόπουλος και Χριστίδης εξετάζουν τις ιδιαιτερότητες του ελληνικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος, αναλύοντας τις ιστορικές, κοινωνικές και πολιτικές παραμέτρους που επηρέασαν την ανάπτυξή του.

Οι συγγραφείς ανατρέχουν στην αρχαία Ελλάδα, όπου οι πρώτες μορφές επιχειρηματικότητας εμφανίστηκαν με τη μορφή εμπορίου και βιοτεχνίας. Αναφέρονται στις πόλεις-κράτη της Αρχαίας Ελλάδας, όπως η Αθήνα και η Κόρινθος, οι οποίες ανέπτυξαν εμπορικές σχέσεις με όλο τον τότε γνωστό κόσμο, συμβάλλοντας στην οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη της περιοχής.

Στη συνέχεια εξετάζουν την εξέλιξη της επιχειρηματικότητας κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της νεότερης Ελλάδας. Τονίζουν τις προκλήσεις που αντιμετώπισαν οι Έλληνες επιχειρηματίες κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής περιόδου, όπου η επιχειρηματική δραστηριότητα ήταν συχνά περιορισμένη λόγω της απουσίας θεσμικής προστασίας και των αυστηρών φορολογικών πολιτικών.

Η ανάλυση προχωρά στην περίοδο της νεότερης Ελλάδας, όπου οι συγγραφείς εξετάζουν τις επιπτώσεις των πολιτικών και οικονομικών συνθηκών του 20ού αιώνα στην ανάπτυξη της ελληνικής επιχειρηματικότητας. Επισημαίνουν τις σημαντικές προκλήσεις που αντιμετώπισε η χώρα κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, του Εμφυλίου και της δικτατορίας των Συνταγματαρχών, οι οποίες επηρέασαν αρνητικά το επιχειρηματικό κλίμα.

Παρά τις προκλήσεις αυτές, οι συγγραφείς αναγνωρίζουν τη δυναμική της ελληνικής επιχειρηματικότητας, ιδιαίτερα στον τομέα της ναυτιλίας και του τουρισμού, όπου –στην περίπτωση ιδίως της ναυτιλίας– οι Έλληνες επιχειρηματίες κατάφεραν να αναδειχθούν σε παγκόσμιους ηγέτες. Επιπλέον, αναλύουν τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης του 2008 στην ελληνική επιχειρηματικότητα, επισημαίνοντας ότι παρά τις δυσκολίες η κρίση δημιούργησε νέες ευκαιρίες για καινοτομία και ανανέωση.

Οι Παπανδρόπουλος και Χριστίδης υποστηρίζουν ότι το μέλλον της ελληνικής επιχειρηματικότητας εξαρτάται από την ικανότητα της χώρας να ξεπεράσει τις διαρθρωτικές αδυναμίες και να δημιουργήσει ένα πιο φιλικό περιβάλλον προς τις επιχειρήσεις. Τονίζουν την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις στη φορολογία, τη δικαιοσύνη και την εκπαίδευση, καθώς και τη σημασία της προώθησης της καινοτομίας και της επιχειρηματικής εκπαίδευσης ως βασικών πυλώνων της οικονομικής ανάπτυξης. Δεν παραλείπουν να εξετάσουν τις σχέσεις Επιχειρούσας Κοινωνίας και Κράτους, τονίζοντας ότι το τελευταίο πρέπει να περιορίζεται στις αρμοδιότητες εκείνες, εξαιρετικής άλλωστε σημασίας, που μόνον αυτό μπορεί να επιτελέσει (τις αναφέρουν ονομαστικά) και να αποφεύγει να αναλαμβάνει τον ρόλο του επιχειρηματία. Προβαίνουν επίσης σε μία πολύ σημαντική διαπίστωση: «Οι περισσότερον ωφελημένοι από τον οικονομικό δυναμισμό των ελεύθερων κοινωνιών είναι οι φτωχοί. Οι ελεύθερες κοινωνίες είναι πιο ισότιμες από τις μη ελεύθερες κοινωνίες. Οι φτωχοί στις πιο ελεύθερες κοινωνίες απολαμβάνουν αγαθά που ούτε καν ονειρεύονταν λίγα χρόνια πριν, αγαθά διαθέσιμα μόνο στις κυβερνώσες ελίτ των μη ελεύθερων χωρών».

Ηθική και κοινωνική ευθύνη στην επιχειρηματικότητα

Ένα από τα πιο σημαντικά και πρωτότυπα στοιχεία του βιβλίου είναι η έμφαση που δίνεται στην ηθική διάσταση της επιχειρηματικότητας. Οι Παπανδρόπουλος και Χριστίδης επισημαίνουν ότι η επιχειρηματική δράση δεν πρέπει να επικεντρώνεται μόνο στη δημιουργία κερδών, αλλά πρέπει να λαμβάνει υπόψη της και τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις των αποφάσεών της.

Οι συγγραφείς αναλύουν την έννοια της υπεύθυνης επιχειρηματικής συμπεριφοράς, εξετάζοντας σε βάθος (σε ξεχωριστά κεφάλαια) τις σχέσεις της επιχείρησης με τα διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη, που είναι οι μέτοχοι, οι εργαζόμενοι, οι πελάτες, οι προμηθευτές, οι ανταγωνιστές, οι οργανώσεις του κοινωνικού τομέα, οι τοπικές ή ευρύτερες κοινωνίες και το κράτος.

Στο βιβλίο, εξετάζονται παραδείγματα επιχειρήσεων που έχουν ενσωματώσει την εταιρική κοινωνική ευθύνη και τα κριτήρια ESG[1] στις επιχειρηματικές τους πρακτικές, επισημαίνοντας τα οφέλη που προκύπτουν από αυτή την προσέγγιση. Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι η επιχειρηματικότητα με ηθική διάσταση δεν αποτελεί πολυτέλεια, δεν είναι μόνο ζήτημα ηθικής υποχρέωσης, αλλά συνιστά και σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, καθώς οι καταναλωτές και οι επενδυτές δείχνουν όλο και περισσότερο προτίμηση σε εταιρείες που προάγουν τις αξίες της υπευθυνότητας και της διαφάνειας. Παραθέτουν επιχειρήματα «ωφελιμιστικού», θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος, χαρακτήρα, τα οποία συμπυκνώνονται στη φράση «να ευημερούμε κάνοντας το καλό» (doing well by doing good).

Η ανάλυση αυτή επεκτείνεται και στην έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης, με τους συγγραφείς να τονίζουν την ανάγκη για ένα νέο μοντέλο επιχειρηματικότητας που θα λαμβάνει υπόψη του τις περιβαλλοντικές προκλήσεις και την ανάγκη για διατήρηση των φυσικών πόρων. Πρόκειται, όπως γράφουν, για μία «διατηρήσιμη ανάπτυξη, η οποία καλύπτει τις ανάγκες της παρούσας γενεάς χωρίς να μειώνει τις δυνατότητες των μελλοντικών γενεών να καλύπτουν τις δικές τους ανάγκες».

Νέες ηγετικές ικανότητες για νέες εποχές

Στο τρίτο και τελευταίο μέρος του βιβλίου γίνεται αναφορά στις νέες ηγετικές ικανότητες που απαιτούνται για τις νέες εποχές – που είναι ήδη εδώ. Περιληπτικά, αυτές μπορεί να συμπυκνωθούν στην έννοια της πολιτικής νοημοσύνης (PQ), η οποία είναι η ηγετική ικανότητα διάδρασης σε έναν κόσμο όπου κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και κοινωνίες μοιράζονται την ισχύ, αναζητούν και βρίσκουν βελτιωμένους τρόπους συνεργασίας μεταξύ δημόσιου, ιδιωτικού και κοινωνικού τομέα για τη δημιουργία ευημερίας, κερδών, αλλά και καλύτερων συνθηκών ζωής, που ωφελούν τόσο τις παρούσες όσο και τις επόμενες γενεές. «Αυτός είναι, γράφουν οι συγγραφείς, και ο ύπατος προορισμός μίας Επιχειρούσας Κοινωνίας».

Το βιβλίο Η Επιχειρούσα Κοινωνία αποτελεί μια εκτενή και εμβριθή μελέτη, η οποία καλύπτει ένα ευρύ φάσμα θεμάτων που αφορούν την επιχειρηματικότητα και τη θεμελιώδη σημασία της για την ευημερία και την πρόοδο της κοινωνίας. Οι συγγραφείς κατορθώνουν να παρουσιάσουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της επιχειρηματικότητας, συνδυάζοντας την ιστορική ανάλυση με τις σύγχρονες θεωρητικές προσεγγίσεις και τις πρακτικές εφαρμογές τους.

Η έμφαση στην ηθική διάσταση της επιχειρηματικότητας και στην κοινωνική ευθύνη προσδίδει στο βιβλίο μια ιδιαίτερη αξία, καθιστώντας το αναγκαίο ανάγνωσμα για όσους ενδιαφέρονται για την επιχειρηματική δράση και τον αντίκτυπό της στην κοινωνία. Το βιβλίο δεν απευθύνεται μόνο σε επιχειρηματίες, σε μετόχους επιχειρήσεων και οικονομολόγους, αλλά και σε κάθε πολίτη που επιθυμεί να κατανοήσει βαθύτερα τη σχέση ανάμεσα στην επιχειρηματικότητα και την κοινωνική ευημερία.

Η Επιχειρούσα Κοινωνία, επομένως, δεν είναι απλώς ένα βιβλίο για την επιχειρηματικότητα, αλλά μια πρόσκληση για στοχασμό και δράση. Οι συγγραφείς μάς υπενθυμίζουν ότι η επιχειρηματικότητα είναι πηγή παραγωγής πλούτου, αλλά ταυτόχρονα και μια δύναμη που μπορεί να δημιουργήσει αξία για την κοινωνία στο σύνολό της, συμβάλλοντας έτσι στη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου.

Συμπερασματικά, πρόκειται για ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί, να μελετηθεί και να συζητηθεί, καθώς προσφέρει πολύτιμες γνώσεις και ιδέες που μπορούν να εμπνεύσουν τόσο τους επιχειρηματίες όσο και τους πάσης φύσεως διαμορφωτές της οικονομικής πολιτικής. Σε μια εποχή όπου η ανάγκη για ρηξικέλευθες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στην ελληνική κοινωνία είναι πιο επιτακτική από ποτέ, η Επιχειρούσα Κοινωνία προσφέρει τις κατευθυντήριες γραμμές για έναν πιο υπεύθυνο, αδογμάτιστο και καινοτόμο τρόπο σκέψης και δράσης, παράγοντες που μπορούν να διαμορφώσουν ένα καλύτερο μέλλον για όλους.


 

 

[1] Ο όρος ESG αναφέρεται στους τρεις βασικούς παράγοντες μέτρησης των ηθικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων μιας επένδυσης στην επιχείρηση. Αυτοί είναι παράγοντες: α. περιβαλλοντικοί (Environmental), β. κοινωνικοί (Social) και γ. εταιρικής διακυβέρνησης (Governance). Κάθε κριτήριο ESG εστιάζει σε διαφορετικό τομέα: τα περιβαλλοντικά κριτήρια εξετάζουν την απόδοση της επιχείρησης, όσον αφορά τη διαχείριση του περιβάλλοντος· τα κοινωνικά κριτήρια εξετάζουν με ποιον τρόπο η επιχείρηση διαχειρίζεται τις σχέσεις της με τους υπαλλήλους της, τους προμηθευτές της, τους πελάτες της και τις κοινότητες όπου δραστηριοποιείται· και η εταιρική διακυβέρνηση ασχολείται με την ηγεσία της επιχείρησης, τις αμοιβές της διοίκησης και των ανώτερων στελεχών της, τους εσωτερικούς ελέγχους και τα δικαιώματα των μετόχων της.