Η Ακαδημία Αθηνών υπήρξε ένας ακόμα επείσακτος θεσμός από την Εσπερία που άρχισε να λειτουργεί υπό την φωτισμένη ηγεσία του Δημητρίου Αιγινήτη, με επιφανή μέλη όπως ο Ανδρέας Ανδρεάδης και ο Κωνσταντίνος Καραθεοδωρής. Πολλά μεγάλα ονόματα εκόσμησαν τον οργανισμό με σοβαρή εξαίρεση τους λογοτέχνες της δευτέρας τάξεως: Άγγελος Βλάχος, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, Τάσος Αθανασιάδης, Διονύσιος Κόκκινος, Σπύρος Μελάς, Σωτήρης Σκίπης, Πέτρος Χάρης και άλλους πολλούς λιγότερο σημαντικούς.
Σε αντίθεση με την Γαλλική Ακαδημία, στην οποία οι εκλογές μελών πραγματοποιούνται εντός των τάξεων, ο δικός μας οργανισμός ανανεώνεται από την Ολομέλεια. Η πρακτική αυτή έχει ως αποτέλεσμα να ψηφίζουν περισσότερα μέλη που δεν έχουν σχέση με το υπό συζήτησιν αντικείμενο και έτσι η ποιότητα των αποτελεσμάτων να παρουσιάζει πλέον πτωτική τάση.
Το σύστημα αυτό επιτρέπει και την ανταλλαγή εξυπηρετήσεων με ενορχηστρωτή τον εκάστοτε ισχυρό παράγοντα της Τάξεως στην οποία εντάσσεται η προκήρυξη. Είναι λίγο-πολύ γνωστό ότι η πιο προβληματική σήμερα είναι η Πρώτη Τάξη των Θετικών Επιστημών με έως τώρα πρόεδρο τον δισκοβόλο Α. Κουνάδη. Από αυτήν προέρχεται μια δεκάδα περίπου Ακαδημαϊκών η οποία απέχει συστηματικά με λευκές ψήφους από εκλογές της απαρέσκειάς της. Το αποτέλεσμα σε περιπτώσεις περισσοτέρων του ενός υποψηφίων είναι να αποβαίνουν σε άγονες εκλογές. Πολλές τέτοιες διαδικασίες οδηγούν σε δημογραφική καθήλωση του ιδρύματος. Έτσι η αποχή των «10» τούς αποδίδει στατιστική μεγέθυνση μέσα σε μειωμένο σύνολο.
Το έργο του Βασιλείου Χ. Πετράκου Η Ακαδημία Αθηνών. Χρονογραφική προσωπογραφία[1] αποτελεί τον πιο χρήσιμο οδηγό για τη λειτουργία και το έργο του Ιδρύματος. Ο συγγραφέας χαρακτηρίζει «Παραγλωσσικό», στο απολαυστικό κεφάλαιο (σ. 89-98), το ομώνυμο φαινόμενο, αναφερόμενος σε ακαδημαϊκούς σαν τον Α. Κουνάδη οι οποίοι διακινούν ανυπόστατες παραγλωσσικές δοξασίες που «δεν διαφέρουν από τους “βεβήλους και γραώδεις μύθους”». Τονίζει, παραθέτοντας μια φράση του Βίκτωρα Ουγκώ[2], ότι «Η δανεική γνώση δεν αφομοιώνεται από τον ανίδεο της επιστήμης και το αποτέλεσμα είναι πάντοτε οικτρό. (…) Σε μια Ακαδημία, που την παρατηρούν σχεδόν όλοι, το φαινόμενο είναι προσβλητικό». Και σημειώνει: «Εδώ ταιριάζει ο λόγος του Τερεντίου: Omnia se putant scire et soli nesciunt omnia (νομίζουν πως ξέρουν τα πάντα και μόνοι αυτοί δεν ξέρουν τίποτε)». Η κριτική του είναι όσο πρέπει σκληρή και οπωσδήποτε δίκαιη όταν επικαλείται ένα επίγραμμα του Σωπάτρου το οποίο μεταχειρίστηκε ο Ασώπιος για τον Παναγιώτη Σούτσο «που ήθελε να γίνει διάσημος με ανοησίες»: «Χαίρετ’ Αριστείδου του ρήτορος επτά μαθηταί. | τέσσαρες οι τοίχοι και τρία κυψέλια». Σημειώνει δε με ευφυέστατο τρόπο την σημασία του προθήματος παρα- όπως ερμηνεύεται στο Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας. (βλ. σ. 89-90)
Δεν είναι αντικείμενο του άρθρου η βιβλιοκρισία του εν λόγω τόμου. Ωστόσο, αξίζει να επισημάνουμε ότι ο Β. Χ. Πετράκος παραθέτει επίσης το χρονικό της άρνησης του Γιώργου Σεφέρη να δεχθεί την υποψηφιότητά του και την άποψη του ποιητή για την Ακαδημία: «αυτό το θνησιμαίο πράγμα» (Μέρες Θ΄ 93). Η παρουσίαση του ζητήματος Συκουτρή, ως μια ακόμα σκοτεινή πλευρά του ιδρύματος, προσθέτει τραγικό στοιχείο στην περιγραφή της Χρονογραφικής προσωπογραφίας (σ. 320-325). Το κεφάλαιο «Η συζήτηση για την εκλογή Καρούζου - Μαρινάτου» εξελίσσεται σε 130 σελίδες μεγάλου μεγέθους. Η εξιστόρηση αποδίδει το μετεμφυλιακό κλίμα στην Ακαδημία Αθηνών. Η εκλογή και των δύο απέδειξε μια ενδιαφέρουσα σύγκλιση των περισσοτέρων μελών.
Μεταρρυθμίσεις που ίσως βελτιώσουν την λειτουργία της Ακαδημίας Αθηνών θα ήταν:
1) Oι τρεις Τάξεις να αποτελέσουν ισάριθμες αυτόνομες μονάδες. Αν κάθε Τάξη ενισχυθεί αριθμητικά, θα μπορούσε να εκλέγει μέλος χωρίς παρεμβάσεις ατόμων ξένων προς τα αντικείμενα δύο εκ των τριών Τάξεων.
2) Στον αιώνα της Βιολογίας και Ιατρικής θα έπρεπε μάλλον να δημιουργηθεί μια ανεξάρτητη Ιατροβιολογική Τάξη.
3) Καλό θα ήταν οι υποψήφιοι να επιλέγονται με κριτήριο την αριστεία τους από την κάθε Τάξη του αντικειμένου τους.
4) Η ψήφος κάθε Ακαδημαϊκού θα πρέπει να αιτιολογείται και να καταγράφεται στα πρακτικά όπως συμβαίνει στα ΑΕΙ.
5) Υπάρχει ακόμα ο παράδοξος υπολογισμός της πλειοψηφίας με βάση τους παρεπιδημούντες στην Αττική και όχι τους προσερχόμενους στις εκλογές. Έτσι η ψήφος των απόντων θεωρείται αρνητική, δυσχεραίνοντας την εκλογή αν οι υποψήφιοι είναι περισσότεροι του ενός.
Από τα ερευνητικά κέντρα της αυτό που δημιουργεί διαρκείς έριδες είναι το μεγαλύτερο και πλουσιότερο, το Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών Ακαδημίας Αθηνών (ΙΙΒΕΑΑ). Όπως είναι φυσικό, όλα τα Ιατροβιολογικά Ινστιτούτα στην Ελλάδα διοικούνται από γιατρούς και βιολόγους πλην του ΙΙΒΕΑΑ. Το Δ.Σ. του εν λόγω Ιδρύματος θα έπρεπε να ακολουθεί τα δύο συνθετικά του ονόματός του, δηλαδή να στελεχώνεται από πέντε βιολόγους και ιατρούς, όπως όριζε ο νόμος και όπως αποφάσισε δύο φορές το Συμβούλιο της Επικρατείας, με την 2092/2020 απόφασή του και πρόσφατα με την 2022/2022 απόφαση-κόλαφο, η οποία δημοσιεύθηκε στις 18 Οκτωβρίου 2022. Ωστόσο, αγνόησαν ωμά και τις δύο αποφάσεις του ΣτΕ καθιστώντας το ΙΙΒΕΑΑ φέουδο διαφόρων μη γιατρών και βιολόγων. Ο τρόπος που επινόησαν να ξεπεράσουν την πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ με φωτογραφική νομοθετική διάταξη είναι αδιανόητος σε ευνομούμενη χώρα και απαιτεί ξεχωριστό αναλυτικό άρθρο. Επίσης, πρόσφατη διεθνής αξιολόγηση (από καθηγητές των πανεπιστημίων Κολούμπια, Χάρβαρντ και Χαϊδελβέργης) διαπίστωσε την πλήρη απαξίωση του ΙΙΒΕΑΑ, επισημαίνοντας ότι οι επικεφαλής του αδυνατούν να κατανοήσουν την βιοϊατρική επιστήμη, διότι είναι εντελώς άσχετοι με αυτήν. Αλλά οι σφετεριστές δεν ορρωδούν: θέλουν τον πλήρη έλεγχο ενός Ιδρύματος που θα μπορούσε να προσφέρει πολλά στην έρευνα, αν δεν το νέμονταν μηχανικοί, φυσικοί, μαθηματικοί, αστρολόγοι, ακόμη και νομικοί. Οι μόνοι οι οποίοι δεν έχουν πια ουσιαστικό λόγο είναι οι ειδικοί: οι γιατροί και οι βιολόγοι.
Διαβάστε επίσης:
Ακαδημία Αθηνών: Από τον Ρομίδη στον Συκούτρη!
[1] Γραφείον Δημοσιευμάτων της Ακαδημίας Αθηνών, Αθήναι 2010.
[2] «Rien n’est plus rare qu’un savant, rien n’est plus commun qu’un érudition emprunteé».