Από τον περασμένο Σεπτέμβριο συμβαίνουν αδιανόητα πράγματα με το Αρχείο Καβάφη. Οι εκδότες του περιοδικού Κονδυλοφόρος απέσυραν από την κυκλοφορία το 14ο τεύχος, ύστερα από εξώδικες διαμαρτυρίες των παλαιών κατόχων του Αρχείου (Μανόλης Σαββίδης και λοιπή οικογένεια) και ‒κυρίως‒ των νέων ιδιοκτητών του (Ίδρυμα Ωνάση). Αυτό συνέβη διότι ο Μιχάλης Πιερής, συντάκτης του Αναλυτικού και Ειδολογικού Καταλόγου του Αρχείου Καβάφη, δημοσίευσε την εργασία του στο εν λόγω περιοδικό. Το Ίδρυμα Ωνάση, αντί να αναρτήσει από το 2012/2013, ως όφειλε, τον κατάλογο περιεχομένων του Αρχείου, απείλησε με δικαστική δίωξη τον Μ. Πιερή, θεωρώντας ότι, ακόμη και ένα θεμελιώδες ερευνητικό εργαλείο, όπως ο κατάλογος, στον οποίο πρέπει να έχουν άμεση πρόσβαση οι μελετητές από κάθε σημείο του πλανήτη, είναι ιδιοκτησία του. Από τις αρχές του περασμένου Μαρτίου, μετά και την απήχηση που είχαν τα δημοσιεύματα της ARB, το συγκεκριμένο τεύχος του Κονδυλοφόρου επανακυκλοφόρησε. Στις επόμενες σελίδες παραθέτουμε και φωτογραφικά όλα τα σχετικά ντοκουμέντα, διότι αλλιώς αυτή η ιστορία ακούγεται εξωπραγματική.
Το Κοινωφελές Ίδρυμα, αντί να διευκολύνει την έρευνα και να εξυπηρετεί τους μελετητές, προβάλλει διεκδικήσεις και δημιουργεί προσκόμματα. Ακόμη χειρότερα: αν κάποιος προχωρήσει στη δημοσίευση υλικού που «ανήκει στο Αρχείο» ή έστω κοινοποιήσει απλώς το περιεχόμενό του, επί του οποίου από το 2003 ασφαλώς δεν υπάρχουν δικαιώματα (ο Καβάφης πέθανε το 1933), κινδυνεύει να τον σύρουν στα δικαστήρια, όπου θα πρέπει να εξηγεί σε έλληνες δικαστές τη διαφορά ανάμεσα στο χειρόγραφο (το οποίο ο ιδιοκτήτης του μπορεί να πουλήσει στους Sotheby's) και το περιεχόμενό του που ανήκει σε όλη την ανθρωπότητα. Συνέβησαν όμως και άλλα ανατριχιαστικά, τα οποία αποτυπώνονται στις προσβλητικές επιστολιμαίες αξιώσεις του Ιδρύματος Ωνάση σε δύο διαπρεπείς ερευνήτριες του έργου του Καβάφη.[1] Μόνο ντροπή και οργή μπορεί να αισθανθεί κανείς διαβάζοντας την παράλογη αξίωση του Ιδρύματος να εγκρίνει μια επιστημονική μελέτη, «ακόμα και στην περίπτωση που αυτή σχετίζεται με εργασία που έχει ολοκληρωθεί πριν τον χρόνο απόκτησης από εμάς του εν λόγω Αρχείου.». Και επίσης ότι «η συγκατάθεσή [τους] αυτή δίδεται ή όχι ανάλογα με την αξία της [μελέτης]».
Ένα Ίδρυμα που θέλει να προσφέρει στον πολιτισμό (όπως το Ίδρυμα Ωνάση) πρέπει να παρέχει καλές υπηρεσίες και να διασφαλίζει άνετη πρόσβαση στο υλικό που συναποτελεί το αρχείο. Πρέπει να καθιστά τα αποκτήματά του κοινά αγαθά. Είναι τραγελαφικά οξύμωρο να καταδικάζεις περιοριστικές χρήσεις του αρχείου που ισχυρίζεσαι ότι έγιναν στο παρελθόν («Σε αντίθεση με το παρελθόν, κανένας ερευνητής δεν είχε τα τελευταία χρόνια αποκλειστική ή προνομιακή πρόσβαση στο Αρχείο») και την ίδια στιγμή να ασκείς μετά μανίας τέτοια αστυνόμευση στο παρόν, επικαλούμενος ένα σχεδόν μεταφυσικό copyright. Δεν περιμέναμε κατά κανένα τρόπο αγγλόγλωσσες και ελληνόγλωσσες επιστολές και εξώδικα, προειδοποιήσεις, απειλές και, γενικά, μια ελεγκτική και λογοκριτική εποπτεία που διαλαλεί τα νομικά της δικαιώματα και απαιτεί να αναγνωριστεί η απόλυτη κατοχή της σε ό,τι «καβαφικό» υπάρχει, ή φημολογείται ότι υπάρχει, σε ολόκληρο το Σύμπαν (κείμενο, φωτογραφία, σημείωμα, επιστολή, φωτοτυπία, αντίγραφο, ακόμη και αναπαραγωγές από βιβλία, περιοδικά και εφημερίδες του παρελθόντος). Αυτή η τακτική δεν λέγεται χρήση, λέγεται κατάχρηση. Δεν υπηρετεί την έρευνα, μοιάζει περισσότερο με επιλεκτική διανομή τίμιου ξύλου.
Σε αυτές τις περιστάσεις θα περίμενε κανείς ότι θα ήταν κρίσιμη η παρέμβαση του «επιστημονικού συμβούλου», ιδιαίτερα όταν διατυπώνονται ενστάσεις ή εγείρονται αντιρρήσεις στον δημόσιο χώρο. Ακόμη περισσότερο όταν το Ίδρυμα δέχεται κριτική. Δεν μπορούμε να φανταστούμε ποιος θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερη σχέση για τους τρόπους που ένα Αρχείο συνδέεται με τον επιστημονικό κόσμο και υπηρετεί την έρευνα από τον υπεύθυνο «επιστημονικό σύμβουλό» του. Ωστόσο ο εν λόγω υπεύθυνος σιωπά εκκωφαντικά, μοιάζει με αόρατο άνθρωπο που κρύβεται στο παρασκήνιο και επικοινωνεί πάντοτε δι’ εκπροσώπου. Αυτό συνέβη παλαιότερα με την κακόγουστη ανάρτηση στίχων του Καβάφη σε μέσα μαζικής μεταφοράς, αυτό συμβαίνει και τώρα που το Ίδρυμα δυστυχώς ταλαιπωρεί και προσβάλλει ορισμένους από τους πιο γνωστούς ερευνητές του καβαφικού έργου.
Ποιος όμως είναι ο επιστημονικός σύμβουλος που το Ίδρυμα περιβάλλει με την εκτίμησή του, δίνοντάς του υψηλές δικαιοδοσίες και προστατεύοντάς τον από κάθε επίκριση; Τελικά, ο αόρατος Δημήτρης Παπανικολάου δεν είναι καθόλου αόρατος, όταν πρόκειται να προβληθούν «δράσεις» του «Αρχείου Καβάφη» (συνέδρια, συμπόσια, μαθήματα, συνομιλίες με διάσημους ξένους), δηλαδή όταν πρόκειται, πολλές φορές εκ του μηδενός, να στηθεί ένα σκηνικό διαφήμισης για το Ίδρυμα και βεβαίως για τον ίδιο. Η διαφήμιση όμως δεν ενδιαφέρει τους μελετητές ούτε, γενικότερα, το κοινό. Αυτό που τους ενδιαφέρει είναι η ελεύθερη και εποικοδομητική πρόσβαση στο Αρχείο και η ουσιαστική (σε αντίθεση με την επιφανειακή) προώθηση της επιστημονικής έρευνας και της επαφής του κοινού με την ποίηση του Καβάφη.
Ο επιστημονικός σύμβουλος είναι άλλωστε πανεπιστημιακός και μάλιστα στην Οξφόρδη, γεγονός που υποτίθεται πως τον καθιστά valuable asset για το Ίδρυμα Ωνάση. Παρεμπιπτόντως, να πληροφορήσουμε όσους το αγνοούν ότι από την 1η Ιανουαρίου 2014 το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης αποφάσισε να μετονομάσει τους lecturers σε associate professors, μετατρέποντας τις τέσσερις πανεπιστημιακές βαθμίδες σε τρεις. (Βλ. https://goo.gl/83ROXC). Κάτι τέτοιο βέβαια δεν προβιβάζει (στην ελληνική εκδοχή) τον «επιστημονικό σύμβουλο» από Λέκτορα σε Αναπληρωτή Καθηγητή (!), τίτλο με τον οποίο εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια. Για βαφτίσια πρόκειται κι όχι για εκλογή ή εξέλιξη και άνοδο σε άλλη βαθμίδα.
Ασφαλώς το Ίδρυμα πρέπει να εκτίμησε το επιστημονικό του έργο για να τον επιλέξει (αγνοώντας κορυφαίους επιστήμονες του χώρου) και να τον προσλάβει. Και σε αυτό το πεδίο όμως η συγκομιδή είναι φτωχή και αναξιόπιστη, από όσο μπορούμε να κρίνουμε. Γιατί το μόνο «έργο» που έχει να προβάλει, ο κατά άλλα υπερδραστήριος στον δημόσιο χώρο σύμβουλος, είναι το φλύαρο και προχειρογραμμένο μανιφέστο του με τίτλο «Σαν κ’ εμένα καμωμένοι». Ο ομοφυλόφιλος Καβάφης και η ποιητική της σεξουαλικότητας. Για την ποιότητά του, και για κάτι μικροβασιλείς, μιλά το άρθρο της Νταϊάνας Χάας που ακολουθεί. Εμείς του αφιερώνουμε τον χώρο μιας υποσημείωσης.[2]
Το πρόβλημα φυσικά δεν είναι η ομοφυλοφιλία του Καβάφη αλλά η μετατροπή της σε τυφλοσούρτη για την ανάγνωση της καβαφικής ποίησης εις βάρος άλλων σημαντικών πλευρών της. Με άλλα λόγια ο Καβάφης μεταβάλλεται σε όχημα για την ανάδειξη των πεποιθήσεων του συμβούλου. Μάταια ο Ντάνιελ Μέντελσον[3] αλλά και άλλοι (που δεν μπορεί να τους κατηγορήσει κανείς για ομοφοβία) διαφώνησαν με την ακρότητα αυτής της προσέγγισης, μάταιη φαίνεται και η δική μας υπόδειξη προς το Ίδρυμα ότι δεν υπηρετείται σωστά το «Αρχείο Καβάφη» με την πρόσδεσή του σε προσωπικές ατζέντες ή με την υποταγή του σε προσωπικά ιδεολογήματα και φαντασιώσεις.
Είναι πολύ εύκολο, και πολύ της μόδας, να μιλά κανείς για εξουσία, καταπίεση, βιοπολιτική και τα παρόμοια ή να συγκρίνει τη «ζωντάνια» των βανδαλισμένων και φρικαλέα κομματικοποιημένων ελληνικών πανεπιστημίων με τα βαρετά γρασίδια της Οξφόρδης[4] ή, με αφορμή ένα καταδικαστέο επεισόδιο, να κραδαίνει τη ρομφαία μιας πολιτικής ορθότητας που διεκδικεί τη «διαφορετικότητα» ενοχοποιώντας λυσσαλέα την «κανονικότητα» και μοιράζοντας ανέξοδα ηθικοπλαστικές συμβουλές για την ανατροφή των ελληνοπαίδων[5] ή να αντιτίθεται στην εξουσία με τις πιο εξουσιαστικές σοφιστείες.
Ο «επιστημονικός σύμβουλος» θορυβεί και με τον τρόπο αυτό προσελκύει τις μύγες της επικαιρότητας. Ίσως θεωρεί ότι, συμμετέχοντας στο χουγιαχτό, θα επιβάλλει τη σιωπή, εκφοβίζοντας όσους διαφωνούν. Πάντα βέβαια είναι δύσκολο και κοστίζει να μην είσαι mainstream. Εμείς όμως στην ΑRΒ έχουμε πληρώσει πολύ ακριβά την ελευθερία της γνώμης μας για να σιωπούμε μπροστά σε τέτοια δείγματα αλαζονικού θράσους. Γι’ αυτό είναι δύσκολο να κατανοήσουμε πώς το Αρχείο Καβάφη έπεσε σε τέτοια χέρια και πώς ένα Ίδρυμα που θέλει να θεωρείται σοβαρό παρέχει αφθόνως τη θεσμική και την οικονομική του υποστήριξη. Η συγκεκριμένη επιλογή του δεν είναι απλά λανθασμένη, είναι σκανδαλώδης και, τέλος πάντων, καθόλου δεν δικαιώνει τον χαρακτηρισμό του ως «Κοινωφελούς».
Αν το Ίδρυμα πραγματικά αγόρασε το Αρχείο Καβάφη για τους λόγους που διακήρυξε, ας το ψηφιοποιήσει κι ας το ανεβάσει ολόκληρο στην ιστοσελίδα τους εντός του 2017, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα και τις πρακτικές σημαντικών Ιδρυμάτων του πολιτισμένου κόσμου. Θεωρούμε ότι είναι υποχρέωση του μη κερδοσκοπικού Ιδρύματος Ωνάση να εξασφαλίσει την ελεύθερη ηλεκτρονική πρόσβαση όλων των ερευνητών στο Αρχείο Καβάφη. Το ψηφιοποιημένο αρχείο ανήκει στην ανθρωπότητα. Τα «χαρτιά» του Καβάφη ανήκουν στους αγοραστές τους. Αν επιμένουν στο Κοινωφελές Ίδρυμα να μην αντιλαμβάνονται αυτή τη διάκριση, τότε πρέπει να τους υποχρεώσει η ελληνική πολιτεία να τηρήσουν τις εξαγγελίες τους.
— The Athens Review of Books
ΥΓ. Αισθανόμαστε ευγνωμοσύνη για την ύπαρξη του Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου που ίδρυσε ο αξέχαστος Μάνος Χαριτάτος. Τέτοια ιδρύματα διευκολύνουν όλους τους ερευνητές και δεν θέτουν όρους ούτε αξιολογούν την ποιότητα της επιστημονικής ή άλλης εργασίας, ούτε επιδιώκουν να υπαγορεύσουν την κατεύθυνσή της. Και φυσικά δεν διακινδυνεύεις σοβαρά έννομα αγαθά κάνοντας χρήση των αρχείων τους.
[1] Ενώ όμως είχαν διαπράξει όλα αυτά, ο “Project Manager” του Αρχείου Καβάφη, δήλωνε στην Athens Voice (29.3.2017) ότι: «“Αυτή τη στιγμή το Αρχείο είναι ανοιχτό και προσβάσιμο για όλους τους ερευνητές που έχουν πρόθεση να γράψουν για τον ποιητή. Έχει πλήρως ψηφιοποιηθεί και μάλιστα με τον πιο σύγχρονο και εξελιγμένο τρόπο (…). Επίσης έχουμε κάνει πλήρη καταλογογράφηση και πλήρη αντιστοίχιση του καταλόγου Σαββίδη με το Αρχείο, για να καλυφθούν οι αναντιστοιχίες με την προηγούμενη καταλογογράφηση” θα διευκρινίσει ο Θοδωρής Χιώτης» ‒ εξαφανίζοντας μάλιστα το όνομα του Μιχάλη Πιερή, του ανθρώπου που συνέταξε τον κατάλογο! (Βλ. https://goo.gl/Czeeqz). Στην επιστολή του που δημοσιεύθηκε στο τχ. 81 της ARB (Φεβρ. 2017) έγραφε ότι «Στην παρούσα φάση, έχει ολοκληρωθεί η πρώτη φάση της ψηφιοποίησης του Αρχείου». Περιμένουμε λοιπόν να δούμε τι σημαίνουν στην πράξη αυτές οι εξαγγελίες. Πώς όμως είναι «ανοιχτό και προσβάσιμο για όλους τους ερευνητές» όταν είναι προσβάσιμο μόνο με επίσκεψη επιτόπου, κατόπιν συνεννοήσεως, μόνο ημέρα Παρασκευή και όχι ηλεκτρονικά από κάθε σημείο της γης;
[2] Στην ARB έχει ήδη δημοσιευτεί η βιβλιοκριτική του Μιχαήλ Πασχάλη, τχ. 56, Νοέμβριος 2014. Εντούτοις τέτοια «διαμάντια» της παραφιλολογίας (κάποιοι θα τα ονόμαζαν «χυδαιογραφήματα»), που δημιούργησαν περιττό θόρυβο και προκάλεσαν τον έπαινο της άσχετης εφημεριδοσύνης, πρέπει να κρίνονται πιο αυστηρά, γιατί επιδιώκουν την άσκηση της πιο στυγνής εξουσίας, προβάλλοντας τον δράστη τού εν λόγω κειμένου ως αδύναμο καταδιωκόμενο. Έχουμε στην πραγματικότητα να κάνουμε με έναν trash χαζοχαρούμενο λογιωτατισμό που κουνά το δάκτυλο επιτιμητικά την ίδια στιγμή που χαριεντίζεται ασύστολα: «Όμως με τέτοιο τίτλο, το βιβλίο αυτό δεν θα μπορούσε παρά να είναι γραμμένο για όλα τ’ αδέρφια μου: κουκλίτσες, αγόρια, κύριοι, που μοιράστηκαν μαζί μου το τσίρκο της επιθυμίας και με βοήθησαν να καταλάβω πόσο αυτό (θα) είναι πάντα κι ήδη κοινωνικό» (σ. 27 του «Προλόγου»). Υπάρχει βέβαια και το άλλο τσίρκο: εκείνο μιας γραφής που πλατειάζει, αυτοθαυμάζεται, ξεχειλώνει ασημαντολογεί και, κάποτε, καταφεύγει στη γελοιότητα του kitsch: «… επιλέγω τη φράση “Ομοφυλόφιλος Καβάφης” στον υπότιτλο αυτού του βιβλίου. Πρέπει, το ξαναλέω, κανείς να τον διαβάσει ως όρο βαρύ και αναλυτικά προκλητικό. Μπορεί να τον ανταλλάξει με τον όρο “κουήρ Καβάφης”, ή “πούστης Καβάφης”, ή “Καβάφης αδερφή”, όρους άλλωστε με τους οποίους έπαιξα στο μυαλό μου όταν σκεφτόμουν εναλλακτικούς τίτλους» (ό.π., σ. 90). Έχουμε να κάνουμε με το «κεραμεούν». Αυτά τα προσόντα φαίνεται ότι εκτίμησε το Ίδρυμα Ωνάση και τον αναγόρευσε σε «επιστημονικό [sic] σύμβουλο».
[3] Βλ. συνομιλία τους στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών όπου ο Ντάνιελ Μέντελσον τον αποστόμωσε στο ζήτημα της καβαφικής ομοφυλοφιλίας και σε πολλά άλλα έωλα που εξέφρασε (διαθέσιμο στο https://goo.gl/ySdTtT). Βλ. επίσης συνέντευξη του Μέντελσον στο Βήμα, https://goo.gl/wddsWZ
[4] «Έχω βαρεθεί όσους μιλούν για το προαύλιο ενός ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου λες και μιλούν για το προαύλιο ενός οξφορδιανού κολεγίου (αποκρύπτοντας, δηλαδή, ότι το σύγχρονο, εν προκειμένω, δεν είναι το οξφορδιανό ήσυχο γρασίδι, αλλά το πολύβουο, πολύχρωμο, δημοκρατικό και υπερκινητικό δημόσιο προαύλιο) […] Αυτή η προπαγανδιστική υπονόμευση του εθνικού δημόσιου πανεπιστημίου, ειδικά με τους χονδροειδείς όρους που γίνεται τούτη τη στιγμή στην Ελλάδα, αποτελεί, πραγματικά, μια παγκόσμια πατέντα» (Δ. Παπανικολάου, Αυγή, 26 Οκτωβρίου 2014, https://goo.gl/Cld1dx).
[5] Βλ. «Πώς να κάνετε τα παιδιά σας ομοφυλόφιλα», Unfollow, 51 (Μάρτιος 2016). Βλ. http://unfollow.com.gr/print-edition/29122/