Στον γιο μου
Ήρθε η ώρα να φύγεις, ξημέρωσε πλέον,
εξάλλου η νύχτα κύλησε αδιάφορα –
τα κορίτσια μόνα τους ήρθαν
και μόνα τους επέστρεψαν στα δωμάτιά τους
κι ας ξόδεψαν τρεις ώρες στον καθρέφτη τους
για ν’ αποφασίσουν αν θα βάψουν τα νύχια τους ροζ ή πράσινα.
Καλός ο αμερικανός dj δεν λέω
αλλά και αυτό το διαρκές remixing μετά από λίγο
ήταν κάπως προβλέψιμο και ώρες-ώρες κουραστικό.
Ο πατέρας σου θα προτιμούσε απόψε
(έχει και πανσέληνο)
ν’ ακούει φυσικά Lou Reed και Tom Waits
αλλά εσύ σωστά θ’ αναφωνήσεις:
«μα αυτός ανήκει σε άλλη εποχή!»
Έτσι συμβαίνει πάντοτε.
Και ο Γκίνσμπεργκ όταν επισκέφτηκε τον Πάουντ στη Βενετία
του έβαλε ν’ ακούσει Beatles και τον ρώτησε αν του αρέσουν,
κι ο γέρο Εζ κούνησε ελαφρά το κεφάλι του,
ψιθυρίζοντας: «προτιμώ τον Βιβάλντι».
Δεν έχει σημασία όμως
αν αυτός ο συγκεκριμένος παράδεισος αποδείχθηκε πλαστός.
αφού αύριο θα υπάρξουν άλλοι κι άλλοι, ακόμη πιο λαμπεροί
με μεγαλύτερες πισίνες και περισσότερα ηλιοκαμένα κορμιά
να λικνίζονται φιλήδονα γύρω τους.
Αλλού βρίσκεται το νόημα των πραγμάτων:
το πρωί που ξύπνησε και σε είδε να κοιμάσαι ήρεμος στο κρεβάτι σου
ένιωσε βαθιά ανακουφισμένος και ήρθε και σε φίλησε στο μάγουλο.
Μετά έφτιαξε καφέ, άνοιξε τον υπολογιστή, μπήκε στο YouTube
κι έβαλε το Is this Love.
Ναι στο YouTube, και ναι, Bob Marley!