Τζόρτζιο Βεσπινιάνι, Η απαρνημένη μνήμη. Η Ευρώπη και το Βυζάντιο, μετάφραση Domenica Minniti-Γκόνη, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2025, σελ. 293
Το βιβλίο του Βεσπινιάνι, του οποίου ο σουρεαλιστικός τίτλος δεν βοηθά καθόλου τον αναγνώστη να καταλάβει περί τίνος θέματος ομιλεί, έχει την φιλοδοξία να ανασυνθέσει την μοίρα των τελευταίων απογόνων ή συγγενών της δυναστείας των Παλαιολόγων μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, εστιάζοντας στον τρόπο με τον οποίο οι άθλιοι αυτοί γόνοι της παλιάς αυτοκρατορικής οικογένειας εμπλέκονται στα παιχνίδια της ευρωπαϊκής διπλωματίας και γίνονται συνειδητά, ή χωρίς να το καταλαβαίνουν, όργανα των γεωπολιτικών επιδιώξεων των μεγάλων δυνάμεων της εποχής εκείνης.
Το πρώτο κεφάλαιο εξετάζει το ιδεολογικό κλίμα του δευτέρου μισού του 15ου αιώνα στην Ιταλία, που προσδιορίζεται εν πολλοίς από την ολοένα και μεγαλύτερη συνειδητοποίηση του τουρκικού κινδύνου, ο οποίος μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης ήταν πλέον άμεσος και στρεφόταν και εναντίον της καθολικής Δυτικής Ευρώπης. Στην δημιουργία ενός κλίματος εχθρικού προς την Οθωμανική Αυτοκρατορία, κυρίως στην Ιταλία, ιδιαίτερα βέβαια συμβάλλουν οι Έλληνες πρόσφυγες στη χώρα αυτή, φιλοκαθολικοί στην πλειονότητά τους, οι οποίοι προσπαθούν να πείσουν τους Ευρωπαίους ηγεμόνες να οργανώσουν μία σταυροφορία για την απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης. Ο πιο σημαντικός από όλους είναι ασφαλώς ο Βησσαρίων, ο οποίος μέχρι το τέλος της ζωής του δεν παύει να αγωνίζεται για την πραγματοποίηση του στόχου αυτού. Η προσπάθεια αυτή δημιουργίας ενός σχετικού κλίματος φαίνεται ακόμη και στην τέχνη. Ο συγγραφέας συζητά αρκετά διεξοδικά το ζήτημα αυτό, εστιάζοντας σε δύο πίνακες του Πιέρο ντέλλα Φραντσέσκα που αναπαριστούν τη νίκη του Κωνσταντίνου επί του Μαξεντίου και την μαστίγωση του Κυρίου αντίστοιχα, στα οποία υπάρχουν, υποτίθεται, κρυμμένες προσωπογραφίες βυζαντινών αρχόντων. Οι σχέσεις των καλλιτεχνών με την εξουσία εκείνης της εποχής ήταν πολύ στενές και φυσικά ο ζωγράφος αυτός με το έργο του δεν κάνει τίποτε άλλο από το να θεμελιώνει την κρατούσα ιδεολογία της άμυνας έναντι του Ισλάμ και της απελευθέρωσης των υπόδουλων Χριστιανών. Φυσικά δεν ήταν όλες οι μεγάλες δυνάμεις διατεθειμένες να αναλάβουν το βάρος μιας σταυροφορίας. Η Βενετία ήδη είχε αρχίσει να προσαρμόζεται στη νέα πραγματικότητα που είχε προκύψει από την άλωση της Κωνσταντινούπολης, δεν είναι μάλιστα περίεργο ότι κάποιοι την αποκάλεσαν τότε «παλλακίδα των Τούρκων». Το ίδιο ίσχυε και για την Γένοβα, της οποίας οι κτήσεις στην Ανατολή επίσης απειλούνταν. Ωστόσο, ο πάπας Πίος ο Β΄, ο γνωστός λόγιος Αινείας Σίλβιο Πικκολόμινι, είχε προσπαθήσει να οργανώσει μία σταυροφορία με την υποστήριξη των ηγεμονικών οίκων της Ιταλίας, όμως πέθανε στην Ανκόνα ενώ ετοιμαζόταν υπό την εποπτεία του η εκστρατεία ενάντια στους Τούρκους. Ίσως τα βυζαντινά ίχνη που εντοπίζονται στα έργα του ντέλλα Φραντσέσκα και άλλων καλλιτεχνών της ίδιας εποχής μπορούν να ερμηνευτούν κατά τον συγγραφέα ως προτροπή για την οργάνωση μιας σταυροφορίας. Επίσης οι Μέδικοι της Φλωρεντίας ήταν αρκετά φιλόδοξοι και είχαν ενθαρρύνει τέτοιες προσπάθειες. Στο παλάτι των Μεδίκων της Φλωρεντίας υπάρχουν αρκετά καλλιτεχνήματα, τα οποία μπορούν να ερμηνευτούν με αυτή την προοπτική. Εκεί άλλωστε το 15ο αιώνα ιδρύθηκε και η Πλατωνική Ακαδημία όπου έδρασαν τόσο βυζαντινοί όσο και νεοπλατωνικοί λόγιοι της Ιταλίας (Χαλκοκονδύλης, Θεόδωρος Γαζής, Μανουήλ Χρυσολωράς, Ιανός Λάσκαρις, Μιχαήλ Μάρουλλος Ταρχανιώτης κ.ά.). Σε αυτόν τον κύκλο η ιδέα μίας σταυροφορίας εναντίον των Τούρκων ήταν πολύ ζωντανή.
Το δεύτερο κεφάλαιο εξετάζει τις τύχες των τελευταίων Παλαιολόγων στην Ιταλία. Όπως είναι γνωστό, ο δεσπότης του Μυστρά Θωμάς Παλαιολόγος, γιος του Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου και αδελφός του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, αναγκάστηκε να καταφύγει στην Ιταλία ύστερα από την κατάκτηση του Μοριά από τους Τούρκους και έγινε επίσημα δεκτός στην Ανκόνα από τον πάπα Πίο τον Β΄. Η μορφή του Θωμά Παλαιολόγου ίσως απεικονίζεται σε κάποια έργα τέχνης της Ιταλίας εκείνης της περιόδου, τα οποία τον δείχνουν άλλοτε ως έναν από τους τρεις μάγους και άλλοτε ως άγιο Πέτρο. Ο Θωμάς πέθανε το 1465, χωρίς φυσικά να δει το όνειρό του για μια σταυροφορία εναντίον των Τούρκων να πραγματοποιείται. Ανάμεσα στους μονάρχες που είχαν καταφύγει στην Ιταλία ήταν και η Αικατερίνη Βούκτσιτς, χήρα του βασιλιά Στέφανου Θωμά της Βοσνίας, τον οποίο είχαν σκοτώσει οι Τούρκοι. Ο γιος της είχε μείνει αιχμάλωτος των Τούρκων και είχε αναγκαστεί να ασπαστεί τον ισλαμισμό. Ένας άλλος φυγάς από την φραγκοκρατούμενη Ελλάδα ήταν ο Λεονάρδος Γ΄ Τόκκος της Λευκάδας, ο οποίος βρήκε άσυλο στην κουρία της Ρώμης, για να νυμφευτεί στο τέλος την κόρη του Φερδινάνδου Α΄ της Νεάπολης και να καταφέρει να οργανώσει μία σταυροφορία, ανακτώντας πρόσκαιρα την Κεφαλονιά και την Ζάκυνθο.
Ο πιο σημαντικός όμως αυτοκρατορικός γόνος που ζούσε στην Ιταλία ήταν ο Ανδρέας Παλαιολόγος, γιος του Θωμά, που γεννήθηκε στην Πάτρα τον ίδιο χρόνο που έπεσε η Κωνσταντινούπολη. Ο Γεώργιος Σφραντζής τον χαρακτηρίζει ως «σπινθήρα του γένους των Παλαιολόγων και είθε διάδοχον». Ήταν, φαίνεται, άθλιο υποκείμενο αυτός ο Ανδρέας. Έτρεφε πολλές φιλοδοξίες, οι οποίες όμως δεν μπορούσαν να υποστηριχθούν από κανέναν λόγω των πολλών και μεγάλων ελαττωμάτων του: τον κατηγορούσαν ότι σπαταλούσε τα λεφτά που του έδινε ο πάπας, ότι είχε ύποπτες παρέες και σχέσεις με κακόφημες γυναίκες. Κατάντησε να ζει σαν επαίτης με κουρελιασμένα ρούχα, όπως μας πληροφορεί ο Τζάκοπο Γκεράρντι, που τον συνάντησε το καλοκαίρι του 1481. Φυσικά ο Ανδρέας Παλαιολόγος είχε ασπαστεί τον καθολικισμό. Διάφοροι τυχοδιώκτες τον είχαν προσεγγίσει για να εξασφαλίσουν από αυτόν τίτλους ευγενείας· ένας από αυτούς ήταν κάποιος Γεώργιος Παλαιολόγος Δισύπατος, άτομο με κάπως αμφίβολο γενεαλογικό δένδρο. Είχε κάποτε υπηρετήσει ως καπετάνιος σε πειρατικά πλοία που βρίσκονταν υπό την προστασία της Γαλλίας και είχε αποκτήσει την φήμη αδίστακτου κουρσάρου.
Ο Ανδρέας Παλαιολόγος έδινε αφειδώς ή μάλλον πουλούσε τίτλους και σε Δυτικούς ακόμη, υπογράφοντας τα σχετικά έγγραφα ως «Ανδρέας εν Χριστώ ευσεβής δεσπότης ο Παλαιολόγος και διάδοχος της αυτοκρατορίας των Ρωμαίων». Ακόμη και Ισπανοί είχαν επωφεληθεί από την «γενναιοδωρία» του Ανδρέα Παλαιολόγου, ο οποίος μοίραζε δεξιά και αριστερά αξιώματα, προσπαθώντας να εξασφαλίσει κάποια χρήματα για να ζήσει· στην ουσία εκπόρνευε το ένδοξο όνομά του, όπως κάνουν διαχρονικά όλοι οι ξεπεσμένοι γόνοι μοναρχικών οικογενειών. Ο Ανδρέας εμφανίζεται πολλές φορές να συμμετέχει και σε επίσημες εκδηλώσεις της Παπικής Εκκλησίας στην Ρώμη και αυτό κατά τον συγγραφέα δεν επιβεβαιώνει την πληροφορία για την απόλυτη εξαθλίωσή του. Ο Ανδρέας Παλαιολόγος φαίνεται να διαδραματίζει ένα ρόλο και στην εικονογραφική προπαγάνδα που προωθούσαν οι πάπες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι κύκλοι των νωπογραφιών στα διαμερίσματα του πάπα Αλέξανδρου Βοργία στο ανάκτορο του Βατικανού, όπου σύμφωνα με μια θεωρία απεικονίζεται κάπου η μορφή του Ανδρέα.

Αριστερά: Πιντουρίκκιο, «Κύκλος των Ιστοριών του Πίου Β΄» (1502): η άφιξή του στην Ανκόνα για την οργάνωση της Σταυροφορίας, Καθεδρικός ναός της Σιέννας, Βιϐλιοθήκη Πικκολόμινι (λεπτομέρεια). Μέσο: Πιέρο ντέλλα Φραντσέσκα, «Ο Κύκλος του Θρύλου του Αληθινού Σταυρού»: Νίκη του Κωνσταντίνου επί του Μαξεντίου, βασιλική του Αγίου Φραγκίσκου, Παρεκκλήσιο Bacci, Αρέτσο (λεπτομέρεια). Δεξιά: Πιέρο ντέλλα Φραντσέσκα, «Μαστίγωση», Galleria Nazionale, Ουρμπίνο (λεπτομέρεια).
Η εκπόρνευση όμως επιχειρήθηκε και σε μια άλλη περίπτωση και μάλιστα με μεγαλύτερη επιτυχία. Μια αδελφή του Ανδρέα, η Ζωή Παλαιολογίνα, θα έχει καλύτερη τύχη. Ήταν λίγο μεγαλύτερη από τον αδελφό της Ανδρέα και είχε γίνει φυσικά στη Ρώμη καθολική. Μπαινόβγαινε, για ευνόητους λόγους, στα αριστοκρατικά σπίτια των μεγάλων ιταλικών οικογενειών, τελικά όμως κατάφερε να καλοπαντρευτεί στη Ρωσία! Τα ρωσικά συμφραζόμενα της εκπόρνευσης και του πλήρους εξευτελισμού των τελευταίων Παλαιολόγων εξετάζονται στο τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου. Η Μοσχοβία τα χρόνια που το Βυζάντιο κατέρρεε βρισκόταν σε άνοδο, ήδη είχε διαλυθεί η επικράτεια των Μογγόλων της Χρυσής Ορδής, η οποία είχε διασπαστεί σε μικρά κρατίδια, οπότε οι Ρώσοι επωφελήθηκαν. Ο μέγας ηγεμόνας της Μοσχοβίας Ιβάν ο Γ΄, που ανέβηκε στον θρόνο το 1462, προσπαθούσε να επεκτείνει το κράτος του και στη Δύση, συγκρουόμενος με την πολωνολιθουανική ομοσπονδία, και στην Ανατολή, απωθώντας τους Μογγόλους.
Φυσικά η ρωμαϊκή κουρία είχε στρέψει την προσοχή της στην χριστιανική Ρωσία και την θεωρούσε ως σημαντικό κρίκο σε μία σταυροφορία που υποτίθεται ότι θα οργανωνόταν εναντίον των Οθωμανών. Έτσι το 1469 οι καρδινάλιοι άρχισαν να σκέπτονται τον γάμο της Ζωής Παλαιολογίνας με τον πρίγκιπα Ιβάν ο οποίος είχε πρόσφατα χηρέψει. Αυτό το προξενιό ήταν φυσικά και προς το συμφέρον των Ρώσων, οι οποίοι είχαν αρχίσει να πιστεύουν ότι ήταν οι διάδοχοι των Βυζαντινών, εφόσον η Μοσχοβία ήταν το μόνο ελεύθερο ορθόδοξο κράτος μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Ο συγγραφέας περιγράφει αναλυτικά όλα αυτά τα αλισβερίσια και το πώς πραγματοποιήθηκε τελικά ο γάμος της Ζωής Παλαιολογίνας με τον Ρώσο ηγεμόνα. Μας υπενθυμίζει επίσης ότι ακόμη μία γαμήλια ένωση μεταξύ των Παλαιολόγων και των απογόνων του Ρούρικ είχε λάβει χώρα παλαιότερα: ο Ιωάννης Η΄ ο Παλαιολόγος, θείος της Ζωής, είχε παντρευτεί την Άννα, κόρη του μεγάλου ηγεμόνα της Μοσχοβίας Βασιλείου, η οποία πέθανε τρία χρόνια μετά τον γάμο από πανούκλα το 1417.
Θα μπορούσαμε ακόμη να θυμηθούμε τον γάμο της Άννας με τον μεγάλο ηγεμόνα του Κιέβου Βλαδίμηρο το 988, την οποία ο συγγραφέας προσδιορίζει ως αδελφή του Βασιλείου Β΄ του Βουλγαροκτόνου και ανιψιά του Κωνσταντίνου Ζ΄ του Πορφυρογέννητου, πράγμα που δεν μπορεί φυσικά να ισχύει εφόσον ο Βουλγαροκτόνος ήταν εγγονός του Πορφυρογέννητου. Δεν ξέρουμε αν η Άννα ήταν όντως αδελφή του Βασιλείου Β΄, οπωσδήποτε όμως ο γάμος αυτός δημιούργησε από εκείνη ακόμη την περίοδο στους Ρώσους την ιδέα ότι εντάσσονται στο οικουμενικό σύστημα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και ότι οι ηγεμόνες τους ανήκουν στην βυζαντινή αυτοκρατορική οικογένεια. Ο Ανδρέας Παλαιολόγος (η ρωμαϊκή κουρία τού κάλυψε φυσικά τα έξοδα του ταξιδιού) επισκέφθηκε την αδελφή του το 1481 στη Μόσχα, εκπληρώνοντας μία διπλωματική αποστολή, ωστόσο οι προσπάθειες των καθολικών να εμπλέξουν τον Ιβάν σε μία σταυροφορία εναντίον των Τούρκων απέτυχαν: ο Ιβάν καταλάβαινε πολύ καλά ότι ο στρατός του δεν ήταν ακόμη έτοιμος για ένα τέτοιο εγχείρημα. Ο γάμος πάντως της Παλαιολογίνας με τον Ρώσο ηγεμόνα είχε σημαντικότατες συνέπειες για τους Ρώσους, που σχημάτισαν την παλαβή ιδέα ότι μέσω του γάμου αυτού απέκτησαν δικαιώματα στον βυζαντινό θρόνο κι έγιναν η Τρίτη Ρώμη. Η παρουσία στη Ρωσία της Ζωής, που μετονομάστηκε σε Σοφία, έθεσε σε λειτουργία μία διαδικασία εκβυζαντινισμού του κράτους της Μοσχοβίας. Το θέμα αυτό αποτελεί αντικείμενο ακόμη και σήμερα της έρευνας των σύγχρονων Ρώσων ιστορικών που προσπαθούν να εξετάσουν τις πρώτες καταβολές της επίσημης κρατικής ιδεολογίας της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, στην οποία μεταλλάχθηκε αργότερα το μικρό σχετικά κράτος της Μοσχοβίας του Μεσαίωνα.
Η Ζωή πάντως, η οποία έγινε από καθολική ορθόδοξη όταν πήγε στη Ρωσία, δεν ξέχασε τις ρωμαιοκαθολικές καταβολές της. Μάλλον σε αυτήν οφείλεται η πρόσκληση καλλιτεχνών από την Ιταλία στην Ρωσία για να συμβάλουν στην οικοδόμηση ή τη διακόσμηση ορισμένων εκκλησιών της Μόσχας. Πάντως η κυρία αυτή δεν φαίνεται να αντιμετωπίστηκε με φιλικό τρόπο από όλους τους Ρώσους παρά την μεγάλη παρακαταθήκη του ονόματός της, που το κουβάλησε σαν ταπεινή αχθοφόρος, μαζί με το κορμί της φυσικά, στη νέα της πατρίδα: την θεωρούσαν ξένη, την αποκαλούσαν μάγισσα και την θεωρούσαν υπεύθυνη για τον παραμερισμό των βογιάρων από τον σύζυγό της.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, στα χρόνια του γάμου της Παλαιολογίνας με τον Ιβάν αρχίζει να σταθεροποιείται, όπως είπαμε ήδη, η ιδέα της Μόσχας ως Τρίτης Ρώμης, η οποία ταλαιπώρησε και ταλαιπωρεί όλους τους λαούς που έχουν την κακή τύχη να γειτνιάζουν με τους Ρώσους. Είναι πολύ δύσκολη η μελέτη της γενεαλογίας αυτής της αυτοκρατορικής ιδέας όπως και όλων των αυτοκρατορικών ιδεολογιών, οι οποίες συνήθως προέρχονται από πολλούς πατέρες και πολλές μανάδες. Η Μόσχα πάντως έγινε, όπως κι η Κωνσταντινούπολη, βασιλεύουσα πόλη, αυτό ήταν το αποτέλεσμα του γάμου της Ζωής με τον Ιβάν, και εφόσον έγινε βασιλεύουσα, έγινε και Νέα Ρώμη, Νέα Ιερουσαλήμ και όλα τα συναφή. Ο Θεός να μας φυλάξει από τις συνέπειες αυτού του γάμου, οι οποίες είναι δυστυχώς ορατές μέχρι σήμερα, καθώς βλέπομε τον μεγαλορωσικό ιμπεριαλισμό να προσπαθεί να κατασπαράξει πολλά γειτονικά έθνη, σλαβικά και μη, στο όνομα μιας δήθεν οικουμενικής πολιτιστικής αποστολής του αγνού, ορθόδοξου έθνους των Ρώσων.
Το βιβλίο που παρουσιάσαμε στην ουσία αποτελεί επεξεργασία μελετών του συγγραφέα που έχουν ήδη δημοσιευθεί σε επιστημονικά περιοδικά. Πρόκειται για χρήσιμο βιβλίο, όχι όμως τόσο χρήσιμο και απαραίτητο που θα δικαιολογούσε τη μετάφρασή του στα νέα ελληνικά. Η πρωτοτυπία του δεν είναι μεγάλη: γνωστά πράγματα αναπαράγει, μας δίνει μία πλούσια βιβλιογραφία, χωρίς όμως να προσφέρει κάτι το ουσιαστικά νέο στην έρευνα. Και κάτι ακόμη: ο συγγραφέας δεν είναι βυζαντινολόγος, είναι μελετητής της ιταλικής Αναγέννησης και αυτό φαίνεται σε κάθε σελίδα του βιβλίου του. Θα ήταν λοιπόν προτιμότερο το ΜΙΕΤ αν ήθελε να μας δώσει ένα βιβλίο για τον γάμο της Ζωής με τον Ιβάν της Μόσχας και τα συναφή ζητήματα, να μετέφραζε ένα σχετικό βιβλίο επιλεγμένο από την πλούσια ρωσική βιβλιογραφία, η οποία, παρά τις αναπόφευκτες αγκυλώσεις της, είναι πολύ σημαντική, αλλά ακόμη απρόσιτη δυστυχώς για μας τους Έλληνες. Πάντως εκθύμως θα συνιστούσα να διαβάσουν το βιβλίο αυτό οι διάφοροι έκφυλοι γόνοι έκφυλων και κακοποιών δυναστειών που περιφέρονται δίκην ζιγκολό στα καζίνο της Δύσης, αναζητώντας πολύφερνες Αμερικάνες νύφες ή καλούς γαμπρούς. Μήπως θα έπρεπε να στραφούν στη μαμά Ρωσία; Θα αποκατασταθούν πριγκιπικά και θα πάρουν και πολύ χρυσάφι, και μάλιστα με τρόπο κατά τι αξιοπρεπέστερο. Δεν είμαι όμως βέβαιος ότι μπορούν να διαβάσουν αυτό το βιβλίο (ή οποιοδήποτε άλλο βιβλίο).

