σύνδεση

Ποιητικά πορτραίτα

 

 

NICHOLAS CUSANO
[1401-1464]

Τον φαντάζομαι ένα βράδυ
να τρώει στην αυτοκρατορική τραπεζαρία
παρέα με τον Βησσαρίωνα και τον Πλήθωνα
και καθώς αναπτύσσει τις θεωρίες του
περί της σοφής αμάθειας
να βγάζει από την τσέπη του
ένα μολύβι
και πάνω σ’ ένα κομμάτι χαρτί
να διαγράφει έναν κύκλο.
«Ιδού η απόδειξη
γιατί ο άνθρωπος
δεν θα μπορέσει ποτέ
να φτάσει στη θέωση.
Ο Θεός είναι το κέντρο
αυτού του κύκλου,
αλλά ταυτόχρονα
και η περίμετρός του.
Εσείς κι εγώ
είμαστε ένα απλό πολύγωνο
μέσα του.
Όσο κι αν αυξήσουμε τις πλευρές του
δεν θα μπορέσει ποτέ
να ταυτιστεί με τον κύκλο.
Θα υπολείπεται πάντα
ένας χώρος που
θ’ ανήκει μόνο σ’ Αυτόν».
Ο Πλήθων τότε,
γνωστός για το νεοπλατωνικό του χιούμορ,
σήκωσε το κουτάλι που κρατούσε στο χέρι
το έφερε μπροστά στο πρόσωπο του Νικολάου
και τον ρώτησε:
«Αφού ο άνθρωπος
είναι, όπως λες, ένα ατελές ον
πώς είναι σε θέση
να φτιάξει ένα τέλειο αντικείμενο;»
Ο Νικόλαος
που ως τότε τον είχαν
απασχολήσει μόνο τα σχήματα και η τροχιά
των ουράνιων σωμάτων,
απάντησε ως εξής:
«Πλήθωνα, κοίταξε τον εαυτό σου
στο κυρτό κάτοπτρο του κουταλιού
και πες μου τι βλέπεις;»
«Μια πελώρια μύτη», είπε αυτός.
«Επομένως, αγαπητέ μου φίλε,
καλύτερα να τρως με τα χέρια
παρά να πιστεύεις σ’ ό,τι βλέπεις με τα μάτια σου».
Ο Πλήθων χαμογέλασε
και συνέχισε να τρώει την μουστόπιτά του –
με το κουτάλι,
όπως σχολίασε αργότερα ο Βησσαρίων
σε μία από τις περίφημες Επιστολές του.


GIORDANO BRUNO
[1548-1600]

Ίσως εσείς μου επιβάλλετε αυτήν την ποινή
με μεγαλύτερο φόβο απ’ ό,τι τη δέχομαι εγώ.

Δεν είναι και μικρό κατόρθωμαv
να σ’ έχουν αφορίσει
Καθολικοί, Καλβινιστές,
Αγγλικανοί και Λουθηρανοί
και η Ιερά Εξέταση
να σε δικάζει επί επτά χρόνια
μέχρι να βρει τρόπο να σε οδηγήσει στην πυρά.
Το Βατικανό πάντως χρειάστηκε τέσσερις αιώνες
για ν’ αποδεχθεί ότι οι θεωρίες του Μπρούνο
περί του απείρου του σύμπαντος
ήταν εν τέλει σωστές
και ότι ο «θάνατός του υπήρξε ένα θλιβερό επεισόδιο
στην ιστορία της Καθολικής Εκκλησίας».
Οι αντικληρικαλιστές Ιταλοί
που το 1889 έστησαν ένα άγαλμα του Μπρούνο
στο Campo de’ Fiori,
στην πλατεία όπου είχε εκτελεστεί,
είχαν, όπως αποδείχθηκε, πολύ χιούμορ:
το τοποθέτησαν με τέτοιο τρόπο
ώστε η βασιλική του Αγίου Πέτρου
να βλέπει ad infinitum τα οπίσθια
του μεγάλου αιρετικού.


ΠΑΠΑΣ ΠΑΥΛΟΣ Δ΄
ΚΑΤΑ ΚΟΣΜΟΝ GIOVANNI PIETRO CARAFA
[1476-1559]

Θεωρούσες ότι η Ιερά Εξέταση
και οι γραφειοκράτες του Βατικανού
δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους –
«δεν κυνηγούσαν
τους αιρετικούς με τον πρέποντα ζήλο».
Γέμισες τη Ρώμη πληροφοριοδότες
και τους διέταξες να καταδίδουν
στις εκκλησιαστικές αρχές
«όλους τους προδότες του Χριστιανισμού:
προτεστάντες, πόρνες,
σοδομιστές, χαρτοπαίκτες –
“ακόμη και τον πατέρα σου”
αν η συμπεριφορά του ήταν ύποπτη».
Όπως χαρακτηριστικά είπες:
«αν είναι άπιστος
εγώ ο ίδιος θα μαζέψω τα ξύλα για την πυρά
και θα είμαι ο πρώτος που θ’ ανάψει την φωτιά».
Έκλεισες τους Εβραίους σε γκέτο
στις όχθες του Τίβερη
και τους ανάγκασες να φοράνε
κίτρινο καπέλο,
«ώστε να γνωρίζουν οι πάντες
ποιοι είναι οι άθλιοι απόγονοι του Ιούδα».
Και πρόσθεσες στον Index
άλλους πεντακόσιους τίτλους
(ανάμεσά τους –για ευνόητους λόγους–
τη Γερμανική και την Ιταλική μετάφραση
της Λατινικής Βίβλου)
για να ελέγχεις απόλυτα
 «τα αδύναμα μυαλά των πιστών
που με την πρώτη ευκαιρία
παραδίνονται στον Διάβολο».
Και σαν να μη έφταναν αυτά τα μέτρα
ανέθεσες στον Daniele da Volterra,
τον πιο αφοσιωμένο μαθητή του Μιχαήλ Αγγέλου,
να «ντύσει» σαράντα από τις γυμνές μορφές
στο έργο του «Δευτέρα Παρουσία».

Δεν ήξερες όμως,
τι τέλος επιφυλάσσει η ζωή
σε καθάρματα σαν εσένα;
Όταν πέθανες οι κάτοικοι της Ρώμης
βγήκαν στους δρόμους ζητωκραυγάζοντας.
Γκρέμισαν το πελώριο άγαλμά σου
στην Piazza del Campidoglio
και αφού έπαιξαν μπάλα με το κεφάλι σου
το πέταξαν στο ποτάμι.
Εισέβαλαν στο Palazzo dell’ Inquisizone,
δολοφόνησαν τον Ιεροεξεταστή,
κι ελευθέρωσαν εβδομήντα κρατούμενους.
Λεηλάτησαν το παλάτι σου και του έβαλαν φωτιά.
Αφαίρεσαν το οικόσημο της οικογένειάς σου
από όλες τις εκκλησίες και τα μνημεία της πόλης.
Οι συγγενείς σου αναγκάστηκαν να σε θάψουν νύχτα.
Φοβήθηκαν μην πέσει το σώμα σου
στα χέρια του οργισμένου πλήθους.
Το όνομά σου παρέμεινε τόσο μισητό
που για δεκαετίες οι Ρωμαίοι
επέμεναν να ζητούν στις ταβέρνες
το κρασί τους να σερβίρεται σε brocca
κι όχι σε carafa!

Το μοναδικό σου επίτευγμα;
Το εβραϊκό γκέτο
που επιβίωσε για άλλα τριακόσια χρόνια.
Συνέβαλες κι εσύ λοιπόν
στην επικράτηση του μίσους.
Ο Δάντης θα σ’ έβαζε δίχως άλλο
στον έβδομο κύκλο του Inferno,
να είσαι ώς το κεφάλι
«μέσα σε ποτάμι
με αίμα που βράζει».
Αλλά και πάλι
χάρη θα σου ’κανε.
Σε σύγκριση με σένα
ο Ezzelino και ο Obizzo
ήταν απλοί assassini.


[Ανάμεσα στους τυράννους και δολοφόνους που ο Δάντης τοποθετεί στον έβδομο κύκλο της Κόλασης, «να βράζουν στα νερά του ποταμού Φλεγέθοντα» είναι ο Ezzelino III da Romano, ο Obizzo II d’ Este, καθώς και ο Αττίλας, ο Αλέξανδρος ο Φεραίος, και ο Διονύσιος των Συρακουσών.]


PIETRO ARETINO
[1492-1556]

Διάβασα το πορνογραφικά σου σονέτα
για πρώτη φορά
(στην κλασική μετάφραση του Putnam)
σ’ ένα μπαρ στη Βενετία
πίσω από την Academia di Belle Arti.
Στο σωστό μέρος, δηλαδή.
Εκεί κοντά ήταν και το σπίτι του Πάουντ,
ενός άλλου ποιητή,
που μάλλον δεν θα συμπαθούσες και πολύ –
δεν ήταν τόσο lussurioso όσο εσύ.
Κι αυτός πάντως εδώ πέθανε,
κι εδώ εξέδωσε την πρώτη του συλλογή.
Επισκέφτηκα και την έπαυλή σου,
το Palazzo Bolani
(το μπουρδέλο σου, για να ακριβολογούμε)
και φαντάζομαι τι ωραία που θα ’ταν
να ξυπνάς κάθε πρωί
στη φιλήδονη αγκαλιά μιας cortigiana
(ποτέ της ίδιας!)
και ν’ αντικρίζεις απ’ το παράθυρό της
το Canal Grande.
Ο ορισμός της dolce vita.
(Mi scusi Fellini.)
Να σου πω την αλήθεια όμως,
τα ποιήματά σου
δεν μ’ εντυπωσίασαν πολύ
Στίχοι όπως:

«Mettimi un dito in cul, caro vecchione
e spinge il cazzo dentro a poco a poco»

δεν σοκάρουν σήμερα κανέναν –
Έχει πήξει το διαδίκτυο
από culi και cazzi.
Ούτε βέβαια θα ερέθιζαν πιο παλιά
έναν Κάτουλλο ή έναν Ρουφίνο.
Εσύ βέβαια είχες
τον βραχνά της Καθολικής Εκκλησίας,
και έναν Πάπα, τον ηλίθιο Ανδριανό,
να σε καταδιώκει.
Επομένως, ναι, ήσουν όντως coraggioso,
Και ο τρόπος που υπερασπίστηκες
τον φίλο σου Marcantonio
για τα «πρόστυχα» χαρακτικά του
(δοκίμασες άραγε
και τις 16 Στάσεις του;)
ήταν όντως συγκινητικός.
Πάντως αν με σόκαρε κάτι –
αυτό δεν είναι ένα από τα θέματά μας; –
ήταν η επιστολή σου στον Μιχαήλ Άγγελο
και η δριμεία κριτική που του άσκησες
επειδή παρουσίασε κάποιους Αγίους
στη «Δευτέρα Παρουσία»,
όπως τον Βαρθολομαίο, γυμνούς.
Είναι αστείο να μιλάς εσύ για «γλώσσα σεμνή»
και να εγκαλείς αυτόν για «απρέπεια».
Μάλλον κάτι άλλο είχες στον νου σου.
Μήπως να σου στείλει δώρο κάποιο έργο του
για να μην τον λοιδορήσεις κι αυτόν δημόσια;

Δεν μπορώ να πιστέψω ότι πέθανες από ασφυξία
«επειδή γελούσες ασταμάτητα
στη θέα μιας μικρής μαϊμούς
που περπατούσε γύρω σου
έχοντας χώσει τα πόδια της στις μπότες σου».
Μάλλον έφυγες από ανακοπή.
Στα εξήντα τέσσερα –θα ’πρεπε να το ξέρεις–
τα ολονύκτια όργια δεν ενδείκνυνται.
Πάντως, το επιτύμβιο που σου σκάρωσαν
έχει πλάκα:

«Ενθάδε κείται ο Αρετίνος, εκ της Τοσκάνης,
Που τους πάντες, πλην του Χριστού, ήθελε να βρίσει.
Αυτός τη γλίτωσε! Δεν έτυχε να τον γνωρίσει».