Καρίνα Λάμψα, Ιακώβ Σιμπή, Η Διάσωση: Η σιωπή του κόσμου, η αντίσταση στα γκέτο και τα στρατόπεδα, οι Έλληνες Εβραίοι στα χρόνια της Κατοχής, Καπόν, Αθήνα 2021, σελ. 446
Έχει, λοιπόν, και η φρίκη διαβαθμίσεις; Ανατρέχοντας στην κόλαση της Ιστορίας υποθέταμε πως όχι. Και όμως, με τους Ναζί, αυτούς τους «ξανθούς αγγέλους του θανάτου», μάθαμε πως και ο κύκλος της φρίκης μπορεί να διευρυνθεί απίθανα και πέραν όλων των ανθρώπινων ορίων. Όπως, ευτυχώς και το ανθρώπινο μεγαλείο.
Στις 5 Αυγούστου του 1942 οι Γερμανοί ήρθαν να πάρουν από το γκέτο για τους θαλάμους αερίων τα 192 ορφανά παιδιά την επιμέλεια των οποίων είχε για πολλά χρόνια ο γιατρός και παιδαγωγός Γιάνους Κόρτσακ (Janusz Korczak). Ήθελαν μόνο τα παιδιά. Ο ίδιος θα έμενε.
Διαβάζουμε, όμως στο εξαιρετικό βιβλίο Η Διάσωση των Καρίνας Λάμψα και Ιακώβ Σιμπή τα εξής ανατριχιαστικά: Ο γιατρός Γιάνους Κόρτσακ «είχε περάσει πολλά χρόνια της ζωής του με τα παιδιά και τώρα, σ’ αυτό το τελευταίο ταξίδι, δεν μπορούσε να τα αφήσει μόνα. … Είπε στα ορφανά ότι θα πήγαιναν στη εξοχή, γι’ αυτό έπρεπε να είναι χαρούμενα. Θα μπορούσαν επιτέλους ν’ αφήσουν τα φρικτά, αποπνικτικά τείχη της πόλης και να πάνε σε λιβάδια με λουλούδια, σε χείμαρρους στους οποίους θα βουτούσαν, σε δάση γεμάτα φράουλες και μανιτάρια. Τους είπε να φορέσουν τα καλύτερα ρούχα τους. (…)
» Όταν τους συνάντησα στην οδό Γκέζια τα χαμογελαστά παιδιά τραγουδούσαν όλα μαζί, ο μικρός βιολιστής έπαιζε και ο Korczak κρατούσε στην αγκαλιά του δυο επίσης χαμογελαστά παιδιά, στα οποία διηγόταν μια διασκεδαστική ιστορία. Είμαι βέβαιος ότι ακόμη και στον θάλαμο αερίων, την ώρα που το Ζικλόν Β θα έπνιγε τους παιδικούς λαιμούς και θα έσπερνε στις καρδιές των ορφανών τον τρόμο αντί για την ελπίδα, ο ηλικιωμένος γιατρός θα τους ψιθύριζε, σε μια τελευταία προσπάθεια: Όλα είναι εντάξει, παιδιά, όλα θα πάνε καλά». (σ. 208-209)
Λοιπόν, ναι. Έχει και η φρίκη διαβαθμίσεις. Το Ολοκαύτωμα ήταν, για τη ώρα, ένας απίθανα διευρυμένος κύκλος της φρίκης. Για να προκαλέσει αντίστοιχα και έναν διευρυμένο κύκλο ανθρώπινου μεγαλείου. Από τη μια τα 192 ορφανά, που τα πήγαινε στον θάλαμο αερίων η πρωτόγνωρη φρίκη των Ναζί και από την άλλη ο ηλικιωμένος γιατρός Κόρτσακ, περήφανος, ελεύθερος και περιφρονώντας τον θάνατο, έφτυνε κατάμουτρα τους διώκτες του και έστελνε στην αιωνιότητα ένα μήνυμα ελπίδας: ακόμη και η μεγαλύτερη διεύρυνση του κύκλου της φρίκης δεν θα κατισχύσει του ανθρώπινου μεγαλείου. Ο γιατρός Κόρτσακ έμπρακτα διαλάλησε ότι η πλάση δεν «αποπαιδίζει» μπροστά σε καμιά θηριωδία. Οι δίκαιοι των Εθνών, ακόμη και στον πλέον διευρυμένο κύκλο της φρίκης πάντα θα υπάρχουν. Στο μοναδικό αυτό βιβλίο των Καρίνας Λάμψα και Ιακώβ Σιμπή Η Διάσωση διαβάζουμε: «… από τον εβραϊκό πληθυσμό της Ρόδου και της Κω γλίτωσαν μόνο 50 Εβραίοι τουρκικής ιθαγένειας χάρη στον ηρωισμό του Τούρκου προξένου» Σελαχαττίν Ουλκούμεν (Selahattin Ülkümen), ο οποίος πήγε στον Γερμανό στρατηγό και ζήτησε την απελευθέρωσή τους. «Σύμφωνα με τον τουρκικό νόμο όλοι οι πολίτες είναι ίσοι, είπε. Δεν κάνουμε διακρίσεις μεταξύ Εβραίων Χριστιανών ή Μουσουλμάνων. Αν δεν ελευθερωθούν οι Τούρκοι Εβραίοι, θα γίνει διεθνές επεισόδιο». (σ. 24-25) Ο ηρωικός αυτός 30χρονος νέος πλήρωσε πολύ βαρύ τίμημα. Γερμανικά αεροπλάνα βομβάρδισαν το τουρκικό προξενείο, σκοτώνοντας τη γυναίκα του προξένου και δυο υπαλλήλους. Η πεθερά του όταν έμαθε τον θάνατο της κόρης της αυτοκτόνησε ενώ ο Ουλκούμεν φυλακίστηκε και απελάθηκε. Η πράξη του καταγράφηκε στις σελίδες των δικαίων των Έθνών.
Στο βιβλίο τους η Καρίνα Λάμψα και ο Ιακώβ Σιμπή είναι προφανές ότι διερευνούν μια λιγότερο φωτισμένη πλευρά της θηριωδίας που λέγεται Ολοκαύτωμα. Και αν δεν εξαντλούν το πράγματι δυσεπίτευκτο εγχείρημα, ωστόσο θέτουν το πρόβλημα. Άλλωστε και μόνο η θέση ενός προβλήματος αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για τη λύση του. Αν μάλιστα δεχτούμε ότι η στατιστική προσέγγιση ενός πολύπλοκου προβλήματος βοηθάει στη διερεύνησή του, τότε το ερώτημα «γιατί το ποσοστό διάσωσης στην Ελλάδα ήταν τόσο χαμηλό», παραπέμπει στατιστικά έστω στην προσέγγιση της κοινωνικής ευθύνης.
Στη διευρυμένη αυτή περιοχή της φρίκης, ακόμη και η πλέον ευφάνταστη προβλεψιμότητα αδυνατούσε να αγγίξει την έως τότε αγεωγράφητη φρίκη. Ο Γιαν Κάρσκι (Jan Karski), αυτόπτης μάρτυρας των διωγμών της Πολωνίας, που ενημέρωνε τις κυβερνήσεις της Βρετανίας και των ΗΠΑ για τα ναζιστικά εγκλήματα στην Πολωνία διηγείται: «Όταν ήρθα στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1943 συνάντησα έναν δικαστή του ανώτατου δικαστηρίου … στην πολωνική πρεσβεία. Μου είπε: Ξέρετε ποιος είμαι; Του είπα, ναι. Ξέρετε ότι είμαι Εβραίος; Ναι. Πείτε μου σας παρακαλώ τι συμβαίνει. Μέσα σε είκοσι λεπτά του διηγήθηκα όλα όσα είχα δει. Έμεινε λίγο σιωπηλός και μετά είπε, θυμάμαι κάθε του λέξη: Κύριε Karski, θέλω να είμαι εντελώς ειλικρινής, μου είναι αδύνατον να σας πιστέψω».
Και ο Γιαν Κάρσκι συνέχισε: «Οι Εβραίοι είχαν εγκαταλειφθεί από όλες τις κυβερνήσεις, τις Εκκλησίες και τις κοινωνίες, αλλά χιλιάδες Εβραίοι επέζησαν επειδή χιλιάδες μεμονωμένα άτομα στην Πολωνία, τη Γαλλία, το Βέλγιο, τη Δανία, την Ολλανδία βοήθησαν στη διάσωσή τους». (σ. 92)
Όμως, οι περισσότεροι και δυνάμενοι δεν εκτίμησαν το μέγεθος του κινδύνου. Ίσως γιατί τα αχαρτογράφητα νερά του διευρυμένου κύκλου της φρίκης είχαν ξεπεράσει κάθε όριο προβλεψιμότητας, ίσως γιατί η μέχρι τότε κουλτούρα δεν είχε επωάσει συλλογικότητες τέτοιου και αναλόγου μεγέθους, ίσως και πολλά άλλα.
Η ιστορία βεβαίως δεν γράφεται με τα «εάν». Το ερώτημα συνεπώς αν με άλλον τρόπο μπορούσαν να σωθούν οι Εβραίοι θα στοιχειώνει στο εξής μόνον τους λιγοστούς απογόνους. Η Οικουμένη όμως έδωσε εξετάσεις, δοκιμάστηκε και απέτυχε. Και αυτό δεν είναι «εάν». Είναι γεγονός. Γεγονός από το οποίο αν δεν αντλήσουμε τα ανάλογα διδάγματα μπορεί να το ξανασυναντήσουμε.
Με το βιβλίο τους οι Καρίνα Λάμψα και Ιακώβ Σιμπή ανοίγουν μια νέα οπτική στην θεώρηση του διευρυμένου κύκλου της φρίκης. Έστω ακόμη και στο επίπεδο των ερωτημάτων: Τι έκανε ο γερμανικός λαός; Εφησύχαζε στην οικονομική ανάπτυξη κι έκλεινε τα μάτια στα χρήματα που έσταζαν αίμα και μύριζαν θάνατο. Τι έκανε η γηραιά Ευρώπη; Παρακολουθούσε αμήχανη τον πολλαπλασιασμό μιας δύναμης, το υπομόχλιο της οποίας διαχειριζόταν ένας παρανοϊκός δικτάτορας. Με την αόριστη ελπίδα ότι το κακό είναι αλλού. Αλλά που για να το απομακρύνει για ένα μεγάλο διάστημα κρατούσε τις πόρτες κλειστές για τους Εβραίους μετανάστες. Στο μεταξύ η ραγδαία επέλαση της ναζιστικής θηριωδίας, τα τρία πρώτα τουλάχιστον χρόνια, κατακύρωνε ως αδιαμφισβήτητο τον θρίαμβο της δύναμης. Μπροστά στην οποία κάθε ανθρωπιστική ευαισθησία να δεχτούμε ότι σχεδόν ναρκώθηκε; Το γεγονός είναι ότι το Ολοκαύτωμα έγινε. Και έγινε με τη συμβολή των πολλών ή και με την ανοχή και τη σιωπή πολύ περισσότερων. Κανένα μεγάλο γεγονός δεν ανήκε στον ένα. Η ευθύνη και η ενοχή μοιράζονται σε πολλούς. Ακόμα και στους εκκωφαντικά σιωπούντες.
Όμως, η ετυμηγορία της ιστορίας είναι σαφής: οι πραγματικοί ήρωες της ανθρωπότητας δεν είναι εκείνοι που με τη βία και τη φρίκη οικοδομούν την εφήμερη κυριαρχία τους, αλλά εκείνοι που αντιστάθηκαν στην αιματηρή αγριότητα της δουλικής παθητικότητας των ορδών ενός παρανοϊκού δικτάτορα ή και έπεσαν για την υπεράσπιση του θριάμβου των ανθρωπιστικών ιδεών. Και έδειξαν και έμπρακτα απέδειξαν ότι η ελευθερία της σκέψης και της συνείδησης δεν υποτάσσεται σε καμιά μορφή βίας. Και κάτι ακόμη πιο σημαντικό: Υπάρχουν «ήττες» που αναδεικνύονται ισχυρότερες και αιώνιες από τις εφήμερες «νίκες» των βαρβάρων, όπως σημείωνε ο Τσβάιχ με τα λόγια του Μονταίν[1]. Κι αυτό είναι που κρατάει άσβηστο το λυκαυγές της ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο.
[1] Στέφαν Τσβάιχ, Μια συνείδηση ενάντια στη βία, μτφρ. Δ. Δημοκίδης, The Athens Review of Books, Αθήνα 2019, σ. 21