«ὡς ἀπόλοιτο καὶ ἄλλος ὅτις τοιαῦτά γε ῥέζοι»
(Έτσι να χάνεται καθείς που τέτοια κακοπράττει)
(Οδύσσεια α 47)
Μέχρι τη λυτρωτική Κυριακή της 7ης Ιουλίου 2019 και μέσα σε διάστημα λίγων εβδομάδων το κόμμα-μπαλόνι Σύριζα και ο ψευδαλαζών αρχηγός του Αλ. Τσίπρας θα έχουν υποστεί τρεις μεγάλες απανωτές και αμείλικτες ήττες. Τρεις «στραβές», κατά τη φρασεολογία της πολύνεκρης περιφερειάρχιδός του Ειρήνης Δούρου (απερχόμενης και αυτής), μέσα σε 45 μέρες! Μετά από μια ανέφελη γι’ αυτό μνημονιακή τετραετία και πλέον, το εν λόγω κυβερνητικό μόρφωμα, που έκανε όλα τα αντίθετα απ’ όσα αναισχύντως είχε υποσχεθεί δεξιά κι αριστερά, που βρέθηκε να υπηρετεί πειθήνια αυτούς που με αγέρωχες αερολογίες ψευτοπολεμούσε, που μετέτρεψε την Μέρκελ από όνομα-ύβρη σε Mutti (μητερούλα) του, θα βρεθεί σε μια επώδυνη πορεία επιστροφής στην αφετηρία του. Δηλαδή εκεί απ’ όπου ξεκίνησε. Το «Go back to 5%» που θα τους πει ο λαός για τις αμέτρητες ύβρεις που διέπραξαν.
Ο ελληνικός λαός, μέσα στη μνημονιακή απελπισιά του, με την ψήφο του εμπιστεύτηκε (;) τη διακυβέρνηση της χώρας σε μια παράταξη που ενώ με τα όπλα δεν μπόρεσε να πάρει την εξουσία (εδώ οφείλουμε χάριτες στον κόκκινο τσάρο που μας άφησε στη Δύση), να κυβερνήσει σχεδόν ανεμπόδιστα για μια τετραετία και πλέον, αναδεικνύοντάς την στη μακροβιότερη αλλά και την πιο εθελόδουλα μνημονιακή ελληνική κυβέρνηση· μια κυβέρνηση – χαρά του παιδιού, αλλά και χαρά των Δανειστών και του πέραν του Ατλαντικού παράγοντα. Οι άνθρωποι αυτοί, άβουλοι και μοιραίοι, πρώτα υπέγραφαν τα έτοιμα κείμενα που τους έφερναν και μετά διάβαζαν τι υπέγραψαν. Αυτή προφανώς ήταν η έμπρακτη απάντησή τους στο γνωστό λενινιστικό διερώτημα: «Τι να κάνουμε;» [για να κρατήσουμε τις καρέκλες μας]. Συν τω χρόνω λειτούργησαν σαν τους εθισμένους εκδότες ακάλυπτων επιταγών. Στις μάζες για σανό πουλούσαν βέβαια το πανταχόθεν μπάζον αφήγημα ότι «το πάλεψαν», αλλά [ότι] υπέκυψαν σε άνιση μάχη κι αγώνα.
Ωστόσο ο λαός δεν αντέδρασε όπως λ.χ. αντιδρούσε ο Σύριζα με τις αδελφωμένες άνω και κάτω πλατείες των λογής φασιστοειδών και των παρδαλών αριστερών, παντοειδείς ασχήμιες, τραμπουκισμούς κ.λπ. Αλλά, όπως τελικά αποδείχτηκε, οι πολίτες έγραφαν τα απανωτά συριζοατοπήματα στο δεφτέρι τους· και κατά το κοινώς λεγόμενο «τους το φύλαγαν». Έτσι, με την πρώτη εκλογική ευκαιρία έδωσαν μια συντριπτική ετυμηγορία: Ένοχοι όλοι τους χωρίς κανένα ελαφρυντικό. Τα ατοπήματα των τετελειωμένων ψευδαριστερών κατηγοριοποιούνται σε τρεις μεγάλες ενότητες: α) Αδίστακτα ψέματα β) Προκλητική αλαζονεία γ) Τυχοδιωκτισμοί ανθρώπων χωρίς ιδεολογία, αξίες και αρχές. Θα έχουν λοιπόν την τύχη των περιφρονητών του λαού, του οποίου τα συμφέροντα τάχα εκπροσωπούσαν. Ως τέτοιοι βαδίζουν όλοι μαζί αισχηρά και εν πομπή προς το εκλογικό τους «ικρίωμα», υπό τους πένθιμους ήχους αργών κτυπημάτων τυμπάνου. (Καμία σχέση με αυτά που θα βαρούσε ο Αδαής για να χορεύουν οι αγορές). Η τελετή θα λάβει χώρα στον αρμόζοντα τόπο: Στην Πλατεία Συντάγματος, κατά του οποίου ποικιλότροπα ασέβησαν. «Pede poena claudo», η τιμωρία βαδίζει κουτσαίνοντας, έλεγαν οι σοφοί Ρωμαίοι. Κάποτε αργεί, αλλά πάντοτε φθάνει…
Ζήσαμε λοιπόν την tragicomedia, ή μάλλον τον εφιάλτη, της «πρώτης φοράς Αριστεράς». Που κατά τις διαβεβαιώσεις των επαγγελματιών της, κατείχε, πέραν του know how πώς πολεμούν «από τα μέσα» τον καπιταλισμό και τα μνημόνια, και το «ηθικό πλεονέκτημα»· κάτι που μόνον ως σαρκασμός ακούγεται πια ακόμη και στους πιο αφελείς.
Ενώ λοιπόν οδεύουμε προς την τοιούτων παθημάτων κάθαρση, θα θέλαμε να συναρθρώσουμε εδώ τομογραφικά μερικά σύντομα σχόλια σχετικά με αυτό το εν τέλει απαίσιο φαινόμενο· που θα το πληρώνουμε για έναν αιώνα τουλάχιστον· εμείς και οι επερχόμενες γενιές· αφού για τόσα χρόνια έχουν ξεπουλήσει τον εθνικό μας πλούτο οι ψευταριστεροί. Φυσικά ως λαός ουδόλως είμαστε άμοιροι ευθυνών, διότι ως μη έδει ανεχτήκαμε αυτή την απίστευτη αδιαντροπιά. («Είμαι υπεύθυνος για το υπάρχον Κακό», έλεγε ο Ντοστογιέφσκι). Αλλά και διότι δεν βρήκαμε κάποιον δημοκρατικά σύννομο τρόπο έγκαιρης εκδίωξης αυτής της καταφανώς χειρότερης κυβέρνησης από συστάσεως νεοελληνικού κράτους, αφού το πράγμα μ’ αυτή την κυβέρνηση-στρείδι είχε καταστεί φανερό από τις πρώτες κιόλας κωμικοτραγικές μέρες της. Έχουμε λοιπόν και λέμε:
1.
Τσίπρας ή Σύριζα;
Οφείλουμε να ομολογήσουμε πως το κόμμα Σύριζα χωρίς τον ανώριμο αρχηγό Τσίπρα θα ήταν ένα άθροισμα καφενόβιων γκρουπούσκουλων της τάξεως του ±5%. Με προσωπική ευθύνη του Αλέκου Αλαβάνου, που προώθησε τον «χαρισματικό νέο», ο Σύριζα έφτασε να γίνει πρώτο, αλλά χωρίς αυτοδυναμία, κόμμα και, σαν έτοιμος από καιρό, να συγ-κυβερνήσει με τους ψεκασμένους της Άκρας Δεξιάς. Ενώ λοιπόν στους χώρους της Αριστεράς η ιδεολογία, η πίστη σε ιδανικά και οι «αγώνες» ήταν κάτι σαν ιερή συγκολλητική ουσία, εδώ η ουσία αυτή υπήρξε κυνικά η εξουσία και τα εξ αυτής οφέλη· αυτών και των δικών τους· ο χωρίς καμία αρχή τυχοδιωκτισμός. Η σαλταδορική χρησιμοποίηση του κράτους για ιδιοτελείς σκοπούς. Την τράπουλα την κρατούσε, κάνοντας «παιγνίδι» ο Αλ. Τσίπρας, μοιράζοντας όμως αντί για χαρτιά καρέκλες και αξιώματα· και ευκαιρίες για τους επιτήδειους. Ασφαλώς παρατηρήσαμε πως όσο πλησίαζε το μοιραίο τέλος (τους), τόσο ο Αρχηγός τόνιζε ότι θα εξαντλήσουν την τετραετία – και τον ελληνικό λαό μαζί! Σαν μια υπενθύμιση ότι για «όλους τους δικούς μας» μπορεί να υπάρξει κάποια ευκαιρία. Όπως αποδείχθηκε, αυτοί μελετούσαν τον καπιταλισμό όχι για να τον ανατρέψουν, αλλά για να εκμεταλλευθούν τις ωφέλιμες ρωγμές του. Επίσης και για την υπό συρρίκνωση κοινοβουλευτική τους ομάδα-κουρελού, ότι εφόσον ψηφίζουν οτιδήποτε έρχεται άνωθεν για ψήφιση, μπορούν να ελπίζουν σε «μισθά» 4-5 μηνών ακόμη. Οι δήθεν προοδευτικές ιδεολογίες πήγαν στην πάντα και τη θέση τους κατέλαβε ο τυχοδιωκτισμός και ο πολιτικός αμοραλισμός μέσα στις αθλιότερες παραδόσεις του πιο σάπιου παλαιοκομματισμού, της πιο φαύλης φαυλοκρατίας. Διότι ό,τι κακό διέπραξαν οι «άλλοι» των αστικών κομμάτων, ετούτοι εδώ το αντέγραφαν με τον πιο κυνικό, επιδεικτικό θα λέγαμε τρόπο· την παλαιοκομματική εξαίρεση ετούτοι την ανήγαγαν σε σύστημα διακυβέρνησης και κανόνα.
Με την πάροδο του χρόνου ο Σύριζα ως κομματικός μηχανισμός εξαϋλώθηκε και μεταβλήθηκε σε έναν πειθήνιο μηχανισμό υποταγμένο στις διαρκώς και χαμαιλεοντικά μεταβαλλόμενες θέσεις του «χαρισματικού» Αρχηγού· και του στενού περί αυτόν κύκλου. (Εμβληματική εδώ η σκαιά φιγούρα του σ. Ν. Παππά). Που κινήθηκε από το κόκκινο της φωτιάς και του αίματος, στο μπλε βαθύ σχεδόν μαύρο. Δεν ξεχνάμε βέβαια ότι στο Συνέδριο του Σύριζα (Οκτ. 2016) ο Αρχηγός απαίτησε την επανάληψη της ψηφοφορίας γιατί η εξέδρα δεν είχε ψηφίσει τους «σωστούς» αγωνιστές της επιλογής του στην Κεντρική Επιτροπή. Και οι δυνάμει διοριστέοι σύνεδροι, Σειληνοί του Κράτους, αμέσως συμμορφώθηκαν. Με την ίδια άνεση ο Νταουλιέρης ακύρωσε ένα από μόνο του άκυρο δημοψήφισμα, για να ακολουθήσει εφεξής απαρέγκλιτη μνημονιακή τροχιά. Έτσι σιγά σιγά το κέντρο της κομματικής εξουσίας μετατοπίστηκε από την λαϊκή Πλατεία Κουμουνδούρου στο μαρμαρόστρωτο Μέγαρο Μαξίμου. Και κάθε μέγαρο που σέβεται τον εαυτό του έχει και τα υπόγειά του. Όπως βεβαίως και τις φαιές εξοχότητές του – αλλά και τους ριγκολέτους του.
2.
Αριστερή κυβέρνηση με ακροδεξιούς συγκυβερνήτες
Ο ελληνικός λαός, προφανώς από ένστικτο, δεν έδωσε ποτέ αυτοδυναμία στον Σύριζα/Τσίπρα. Από την πρώτη στιγμή, σαν έτοιμος από καιρό, ο Αρχηγός, χωρίς να ρωτήσει κανέναν, στράφηκε προς την Άκρα Δεξιά και τους ψεκασμένους του κ. Παναγιώτη Καμμένου. Προφανώς διότι αυτούς θεωρούσε πολιτικά συγγενέστερους και συνεπώς δυνάμει συμμάχους. Κεκαυμένου Στρατηγικόν! Ωστόσο κανείς από τους αδιάλλακτους, πολλά βαρείς κι ασήκωτους αριστερούς δεν έβγαλε άχνα γι’ αυτή την εκ πρώτης όψεως ανώμαλη σύμπραξη. Μιλάω συμπεριλαμβάνοντας και το πρώτο εξάμηνο διακυβέρνησης (Ιαν. - Σεπτ. 2015), πριν αρχίσουν οι αιλουροειδείς μνημονιακές κυβιστήσεις του Αρχηγού. (Κυβίστηση είναι η κυλίνδηση του ριπτόμενου ζαριού ‒ και στα ζάρια παίξανε οι τύποι αυτοί τη χώρα). Το σχήμα λοιπόν στη βασανιστική μακρά του διάρκεια λειτούργησε ως Τσίπρας + Σύριζα + Καμμένοι, συγκαμμένοι και ψεκασμένοι + λογής πολιτικοί τυχοδιώκτες, οι επ’ εσχάτων «πρόθυμοι» και οι λοιποί Γεφυραίοι. Οι εξ αυτών παλαιότεροι όφειλαν βέβαια να θυμούνται τους γεφυροποιούς των τελευταίων χρόνων της χούντας. Ως Pontifex Maximus (μέγας γεφυροποιός) λειτούργησε εδώ ο πολιτικός τιτάνας Στ. Τζουμάκας ή/και ο ισοϋψής του Ν. Μπίστης. Που σήκωσαν στους στιβαρούς ώμους τους τον Αρχηγό, έτσι που να πορεύεται προς το μοιραίο σε ώμους γιγάντων.
3.
Ο Τσίπρας λαϊκιστής;
Ο χαρακτηρισμός είναι απόλυτα εσφαλμένος. Λαϊκιστής είναι εκείνος που, έχοντας κάποιο υψηλότερο επίπεδο, το χαμηλώνει σκόπιμα προκειμένου να δημοκοπήσει. Ο Τσίπρας, ο συγκυβερνήτης του Καμμένος, οι κυβερνητικοί και προσωπικοί του εκπρόσωποι (Γεροβασίλαινες, Τζανακόπουλοι, ο αντ’ αυτού υλακτών Πολάκης, αντίστοιχα) μας έχουν πείσει ότι διέθεταν πράγματι κάποιο υψηλότερο επίπεδο το οποίο τάχα …χαμήλωναν για τους σκοπούς της δημαγωγίας; Σε καμία περίπτωση. Δεν είναι λοιπόν λαϊκιστές οι άνθρωποι· είναι λαϊκοί, κοινοί, μπανάλ, αγοραίοι, λαϊκούρα, λαϊκάντζα, λαϊκουριά, και τα τούτων παράγωγα, σύνθετα και παρασύνθετα. Πολύ συχνά μάλιστα κινήθηκαν στα όρια του λούμπεν. Και ο απλός κόσμος αναρωτιόταν: «Μα, καλά, για βλάκες μας περνάνε;». Δεν μας περνάνε για βλάκες. Απλά ήταν ανίκανοι για κάτι πιο έξυπνο.
Ωστόσο, στο δίλημμα «Λαός ή Κολωνάκι;» ασφαλώς προτιμούν by far το δεύτερο. Ο μνησθείς κομισάριος προπαγάνδας Τζανακόπουλος επαιρόταν στο νοήμον κοινό του ότι κατόρθωσε να επιβιώσει επί δύο (2) ολόκληρα χρόνια στο λαϊκό Αιγάλεω! Επικαλούνται τον λαό επαγγελματικά, όπως οι επαγγελματίες της πίστης τους θεούς. (Ο Φόυερμπαχ έχει επισημάνει βέβαια τη θεολογική φύση των ιδεολογιών). Η λαϊκουριά αυτών των αστόπαιδων υπήρξε φαίνεται κολλητική. Διότι άτομα με κάποιο επίπεδο πριν από τη σύμπραξή τους στον Τσιπροσυριζαϊκό συρφετό, σπάνια κατόρθωσαν να αρθρώσουν κάτι το λογικό, το πειστικό, το έξυπνο, τέλος πάντων. Λες και υπήρχε κάποια μυστική συμφωνία κανείς να μην υπερβαίνει το επίπεδο του Αρχηγού. Δείτε για παράδειγμα τις ζαλισμένες δικαιολογίες που αμολάνε δεξιά κι αριστερά για τις δύο πρώτες από τις τρεις δρομολογημένες ήττες τους. Το γαρ πολύ της θλίψεως…
4.
Κονδύλης και Τσίπρας
Το πιθανότερο είναι ο Τσίπρας, μέσα στη γενική αμάθειά του, να μη γνωρίζει ποιος ήταν ο Γεώργιος Κονδύλης. Ο Κονδύλης λοιπόν έλεγε πως αν είχε καταλάβει ενωρίτερα πόσο εύκολο είναι να κυβερνάς την Ελλάδα, θα το έκανε από τότε που ήταν λοχίας. Επίσης πίστευε ότι την Ελλάδα μπορεί να την κυβερνήσει ακόμη και ένας ημιαγράμματος δεκανέας. Η περίπτωσή μας. Ο Τσίπρας ‒δεν μπορεί!‒ ασφαλώς κάποια στιγμή θα έχει εκπλαγεί κατά μόνας πόσο εύκολο είναι, πόσο λίγα προσόντα απαιτούνται, ώστε να γίνει ο κάθε τυχάρπαστος πρωθυπουργός της Ελλάδας. Αν το είχε καταλάβει νωρίτερα, πιθανότατα θα το είχε επιχειρήσει ήδη από τον ανέμελο καιρό των 15μελών. Προφανώς το συμπέρασμα από την προσωπική του πείρα είναι ότι απλώς πρέπει να ξεπεράσει κανείς έγκαιρα τις αναστολές μπροστά στο ψέμα, τη σοβαρότητα, τη μόρφωση, τη λογική, την ευπρέπεια, την ντροπή, καθώς και άλλες αστικοηθικές προκαταλήψεις. Διότι χωρίς αυτές τις δεσμεύσεις γίνεται κανείς ασύδοτος και μπορεί να λέει ό,τι θέλει, ό,τι του κατέβει. Μέχρι και να …συνομιλεί μπορεί σε γλώσσες που δεν γνωρίζει, εμπιστευόμενος προφανώς το διεθνιστικό πνεύμα της αριστερής Πεντηκοστής. Φυσικά και τα ελληνικά του δεν είναι απαλλαγμένα βαρβαρισμών, ασυνταξιών και σολοικισμών, γεγονός που μπορεί να μας οδηγήσει σε ασφαλή συμπεράσματα για τα γραφόμενα ελληνικά του. (Σε πολλές περιπτώσεις είναι εμφανές ότι δεν κατανοεί αυτά που του έχουν δώσει να εκφωνήσει).
Αν λοιπόν κάποιος ξεπεράσει τις παραπάνω υποχρεώσεις της αξιοπρεπούς συμπεριφοράς, όλα τα άλλα γίνονται εύκολα. Η έπαρση και η αλαζονεία τού αλαλάζοντος κυμβάλου, αλλά και η χειροπιαστή άγνοια κινδύνου, τον έφτασαν στο σημείο να ειρωνεύεται τον φιλελεύθερο Κυριάκο Μητσοτάκη (που δεν είναι απαραίτητο εμείς οι θύραθεν να ταυτίζουμε με τη «Νέα Δημοκρατία»), άνθρωπο πολύγλωσσο, με 2-3 πτυχία και μεταπτυχιακά, και κυρίως, που έχει δουλέψει δέκα χρόνια στον ιδιωτικό τομέα. Αυτά έναντι του «αγωνιστή» αντιπάλου του που είναι ζήτημα αν έχει κάνει έστω και ένα (1) μεροκάματο σ’ ολόκληρη την ανέμελη ζωή του. Αυτόν τον άνθρωπο ο άκαπνος αγωνιστής Τσίπρας δήλωνε πρόσφατα ενώπιον τρίτων ότι θα τον κατατροπώσει εκλογικά, τρώγοντας μάλιστα ποπ κορν! Τέτοια επαφή με την πραγματικότητα, τέτοιο ήθος! Μεταξύ μας τώρα: Ανάμεσα στον Τσίπρα και τον Κυριάκο Μητσοτάκη ποιος λέτε είναι ο προοδευτικός; Ποιον θα παίρνατε για συνεργάτη στην επιχείρησή σας; Και ναι μεν τον Τσίπρα για υπάλληλο δεν θα τον παίρναμε, αλλά σαν πρωθυπουργό τον ανεχτήκαμε. (Αυτό ισχύει φυσικά και για κάποιους άλλους, αχθοφόρους ονομάτων, όχι και τόσο μακρινούς πρωθυπουργούς…).
5.
Τσίπρας και απάτη
Με το ψέμα συνδέεται στενά η απάτη. Απάτη είναι η παράσταση ψευδών γεγονότων σε άλλους ως αληθινών, το παραμύθιασμα, με σκοπό το ίδιο όφελος. Αποτέλεσμα αυτού του (απατηλού) ψέματος πρέπει να είναι η παραπλάνηση άλλου ή άλλων. Το θύμα της παραπλάνησης και ο υφιστάμενος τη ζημιά δεν είναι απαραίτητο να ταυτίζονται. Π.χ. παραπλανάται ο ταμίας μιας τράπεζας και τη ζημιά την υφίσταται η τράπεζα. Ομοίως: παραπλανώνται οι ψηφοφόροι (το κρίσιμο ποσοστό ψηφοφόρων) και τη ζημιά την υφίσταται το έθνος. Στην περίπτωσή μας βέβαια τη ζημιά την ένιωσε ο ψηφοφόρος στο πετσί του, στην τσέπη του – αλλά και στο φιλότιμο και την αξιοπρέπειά του. Πέραν αυτών, η ενδεχόμενη ευήθεια του θύματος (λ.χ. ότι αγοράζει γνήσιες επιστολές του Χριστού ή ότι ο νέος Κουταλιανός θα σκίσει τα μνημόνια και θα διαγράψει τα χρέη μας με ένα άρθρο νόμου) δεν απαλλάσσει τον δράστη. Το όλον πράγμα εντάσσεται στην επιστήμη της εκλογικής θυματολογίας.
Η σοφή νομολογία του Αρείου Πάγου, ακόμη και προ του συριζαϊκού άγους, έχει αποφανθεί πως αν κάποιος προσέρχεται σε μία σύμβαση με εξαρχής πρόθεση να μην εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει μ’ αυτήν, νομικά δεν διαπράττει απάτη. (Διότι τάχα κατά νόμο το ψευδές γεγονός πρέπει να ανάγεται στο παρόν ή το παρελθόν, αλλά όχι στο μέλλον). Έτσι οι υποσχέσεις των λογής Τσιπροκαμμένων για ποτάμια και γεφύρια, σκίσιμο μνημονίων, νταούλια και ζουρνάδες στις αγορές, ως αναγόμενες στο μέλλον, ακόμη και τα πιο τερατώδη προεκλογικά «θα», δεν συνιστούν (νομικά) απάτη. Η συνέπεια είναι η χώρα να έχει γεμίσει απατεώνες. Και η πολιτική της με πολιτικούς απατεώνες, εθνέμπορους, χριστέμπορους ή και συνδυασμό όλων αυτών. (Ο καθηγητής Απ. Βακαλόπουλος έχει επισημάνει ότι ο Νεοέλληνας ανήκει στους ελάχιστους λαούς που θα του πεις: «Λες ψέματα», και δεν θα σε χαστουκίσει!). Ο απατεώνας δεν είναι απαραίτητο να είναι έξυπνος. Όσο χαμηλού επιπέδου κι αν είναι κάποιος, όλο και θα βρει ακόμη χαμηλότερούς του που θα τον πιστέψουν.
Όπως και να ’χει βέβαια, ο Τσίπρας, γεννημένος το, όπως αποδείχθηκε, μάταια ελπιδοφόρο μεταπολιτευτικό έτος 1974, ως πολιτικός, ανήκει ασφαλώς στον 19ο αιώνα. Που σέρνει πίσω του ένα γερασμένο και άβουλο κομματικό συνονθύλευμα. Τάζει αδιστάκτως στους πάντες τα πάντα, κοιτώντας τους μάλιστα, χωρίς ντροπή, στα μάτια. Σαν να καμαρώνει! Μέρος του πληθυσμού αυτό το θεωρεί «προτέρημα», και όχι θράσος. Αφού έτσι μπορεί να «τη φέρει» στον αντίπαλο. Ελλείψει σοβαρών συνεργατών, συνεργάστηκε με όποιον τυχοδιώκτη βρέθηκε στον δρόμο του. Έτσι η πολιτική βεντάλια του καλύπτει από φιλοβασιλικούς ακροδεξιούς μέχρι άρρωστα ιδεοληπτικούς αριστερούς. Και –βέβαια– ένα πλήθος από γραφικούς. Σ’ αυτό συνέβαλε και το γεγονός ότι το Σύριζα, ως ένα κόμμα του 5%, δεν εύρισκε στελέχη ούτε καν για τη συγκρότηση ενός αξιοπρεπούς υπουργικού συμβουλίου. Εξ ού και το όχι αμελητέο ποσοστό καταγέλαστων υπουργών. Σκεφθείτε λοιπόν τι συνέβαινε στα παρακάτω κλιμάκια. Τελικά μάζεψε τριγύρω του κάθε καρυδιάς καρύδι. Η γύμνια του σε στελέχη φάνηκε και κατά τις πρόσφατες δημοτικές εκλογές, όπου κατά κανόνα δεν έβρισκε υποψηφίους. Το ευρωψηφοδέλτιό του δεν ήταν βέβαια καλύτερο. Δείγμα και αυτό ότι οι ρίζες του κόμματος Σύριζα στην ελληνική κοινωνία είναι επιφανειακές. Στις ίδιες εκλογές παρατηρήθηκε το παγκοσμίως πρωτότυπο φαινόμενο ήδη υποψήφιοι δήμαρχοι να αρνούνται τη στήριξη του Σύριζα, κόμματος της «κυβερνώσας αριστεράς» (plus ακροδεξιά), σαν κάτι το εναγές.
Ο μαθητιόθεν, ως φαίνεται, εθισμός του Αρχηγού στο ψέμα είναι χρόνιος και ανίατος. Πλέον έχει περιέλθει σε μια κατάσταση που αδυνατεί να ξεχωρίσει το ψέμα από την αλήθεια. Δεν στερείται σημασίας ότι βολονταριστικά πίστεψε τις χαλκευμένες «δημοσκοπήσεις» που ο προπαγανδιστικός μηχανισμός του προόριζε για «σανό» προς τα φίλια έντυπα και μέσα! Σαν να λέμε: οι άνθρωποι που πίστεψαν στα ψέματά τους. Ακόμη και «καλημέρα» να σου πει ένα τέτοιο άτομο, το πιθανότερο είναι να σου λέει ψέματα. Και βέβαια κάθε ψέμα για να δικαιολογηθεί χρειάζεται άλλα δέκα. Που συνήθως αποτελούνται από ασυνάρτητες ανοησίες. Έτσι κολυμπάνε βυθιζόμενοι μέσα σε ψέματα και λασπερές προπαγάνδες. Ήδη όμως φτάσαμε στο σημείο όπου «τα ψέματα τελείωσαν». Ο Αρχηγός έχει καταστεί αμετάκλητα αναξιόπιστος. Κανείς δεν τον πιστεύει πια, ό,τι και να πει. Σαν εκείνον τον αρχαίο που συνάντησε έναν γνωστό του, συστηματικό ψεύτη, και έκπληκτος τον ρωτάει: ‒ Μα, ζεις; ‒ Όπως βλέπεις ζω, γιατί απορείς; ‒ Διότι κάποιος μου είπε ότι πέθανες· και εκείνος είναι πιο αξιόπιστος από σένα. Όσο κι αν διαβεβαιώνει ότι είναι πολιτικά ζωντανός, κανείς δεν τον πιστεύει πια. Είναι ηθικά τετελειωμένος. Αξίζαμε λοιπόν αυτόν τον ξεπεσμό; Η λιθουανή Πρόεδρος είπε κατάμουτρα στον Τσίπρα τον Ιούλιο 2015: «Καμία χώρα δεν αξίζει μια κυβέρνηση που ψεύδεται. Μας λες ψέματα, λες ψέματα στο λαό σου, είναι ντροπή!».
Ήδη όλοι μαζί καλούνται να λογοδοτήσουν σ’ αυτούς που εξαπάτησαν. Αλλά και σ’ αυτούς που ουδέποτε πίστεψαν τις μωρολογίες τους. Ας θυμηθούμε το μπροστά στις κάμερες μαύρο θέατρο για να κρύψουν τους νεκρούς στο Μάτι. Φυσικά αν ζούσαμε σε κάποιο καθεστώς από εκείνα που αυτοί οραματίζονται, ποτέ δεν θα μαθαίναμε για νεκρούς. Ο ιδανικός πολίτης γι’ αυτούς είναι ο μουζίκος. Που αδιαμαρτύρητα περιμένει στις ουρές για το παραμικρό. Λ.χ. ένα επίδομα, ένα κουπόνι ή ένα τσίγκινο πιάτο φαγητό από τα συσσίτια. Ας θυμηθούμε τη δαιμονική χαρά τους τότε που οι πολίτες έκαναν ουρές στα ΑΤΜ όταν οι Τσιπροβαρουφάκηδες έκλεισαν τις τράπεζες.
Κάποτε ο περί ού ο λόγος πολιτευτής βάφτισε τον σανό που πουλούσε στο λαό «αυταπάτη» (του). Ψεύτικη ειλικρίνεια, αφού ό,τι και να πουν είναι κατά τεκμήριο ψέμα. Αναφερόμαστε στην περίοδο που ο Μνημονιοσχίστης - ξυλοσχίστης ευρισκόμενος μεταξύ κενόδοξης έπαρσης και πανικού εκβίαζε την Ευρώπη με Grexit. Απειλούσε τη Μέρκελ και τον Σόιμπλε με έξοδο, πότε; Όταν αυτοί μας δίνανε λεφτά για να φύγουμε. Τέτοια οξυδέρκεια…
6.
Ένας δεύτερος Ανδρέας;
Ο Ανδρέας Γ. Παπανδρέου, ναι, ήταν όντως λαϊκιστής· αλλά και χαρισματικός, με τη βεμπεριανή έννοια. Είχε σπουδαία προσόντα, ατομική συγκρότηση και μόρφωση. Αυτό που λέμε προσωπικότητα. Προσόντα τα οποία όμως εν πολλοίς χρησιμοποίησε επί κακώ. Ο Στέφανος Μάνος έχει αποκαλύψει σε άρθρο του στην Καθημερινή της 3.3.2018 ότι ο Γ. Ράλλης στις αρχές του 1981 είχε εμπεδώσει την άποψη ότι ο επελαύνων Αντρέας δεν πολεμιέται. Γιατί όμως; Γιατί «δεν ντρέπεται». Ο Τσίπρας λοιπόν, που ασφαλώς δεν ντρέπεται για τίποτε, φανταζόμενος τον εαυτό του δεύτερο Ανδρέα ξεπατικώνει ιδέες, ρητά, κινήσεις του. Ακόμη και τη …φωνή του προσπαθεί να μιμηθεί· σαν αδέξιος καραγκιοζοπαίχτης. (Μια ακόμη ένδειξη ελλιπούς ιδίας προσωπικότητος). Βεβαίως η Ιστορία έχει αρχίζει να ζητάει ευθύνες από τον Ανδρέα. Που αδίκησε τον εαυτό του, ζημιώνοντας σοβαρά και τη χώρα. Από τον Τσίπρα όμως τι ευθύνες μπορεί να ζητήσει; Είναι σαν να ζητάει κανείς βάθος από τη ρηχότητα και παιδεία από τα κούτσουρα.
7.
Ειδήσεις και προπαγάνδα
Στις δημοκρατίες η είδηση είναι σεβαστή, αλλά τα σχόλια ελεύθερα. Αντίθετα, στα καθεστώτα που αποτελούν το πρότυπο των Τσιπροσυριζαίων είδηση είναι η εκάστοτε προπαγάνδα. Που πολλές φορές φτάνει σε επίπεδα χυδαιότητας. Όπως π.χ. το φαινόμενο της κατασυκοφάντησης των μη αρεστών στην τραγελαφική εξουσία τους προσώπων, καταξιωμένων ανωτάτων δικαστικών μη εξαιρουμένων. Ο υπουργικός Ρασπούτιν τους το έχει διατυπώσει επιγραμματικά σε πρόθυμους εισαγγελείς: «Ασκήστε ποινικές διώξεις, ακόμη κι αν τελικά [οι στοχοποιημένοι] αθωωθούν». Η δικαστική εξουσία στην υπηρεσία της πιο άθλιας κυβερνητικής προπαγάνδας. Που μέσα στην αφέλειά τους νομίζουν ότι θα λειτουργήσει και μετακυβερνητικά. Εξ ού και η αγχωμένη βιασύνη τους επιλογής νέας ηγεσίας στην εισαγγελία του Αρείου Πάγου παραμονές των εκλογών. Φυσικά αν μιλούσε κανείς στον Τσίπρα για ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, για διάκριση των εξουσιών και για κάποιον Μοντεσκιέ θα έχανε τα λόγια του. Εξ ού και η συμπεριφορά τους ενίοτε έφτασε στα κράσπεδα της αλλοίωσης του πολιτεύματος· εσχάτη προδοσία λέγεται αυτό στην παραδοσιακή ορολογία. Ο Αδόλφος Χίτλερ έλεγε πως η προπαγάνδα πρέπει να είναι όσο πιο χαμηλού επιπέδου γίνεται ‒ έτσι ώστε να «πιάνει» κατά το δυνατόν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Και πράγματι στα δίσεκτα χρόνια των Σύριζα η προπαγάνδα, συχνά συνδυασμένη με την κατασυκοφάντηση αντιπάλων, έλαβε ολοκληρωτικές μορφές. Το γεγονός που εύλογα μας έκανε να αναρωτιόμαστε τι άλλο άραγε θα έκαναν αν ήταν καθεστώς. Θα είχε ενδιαφέρον η ανάθεση ενός διδακτορικού σε κάποια σχολή ΜΜΕ με θέμα: «Είδηση και προπαγάνδα στα χρόνια του Σύριζα». Βεβαίως η ανάγνωση, έστω και σε επίπεδο εξωφύλλων (που εσκεμμένα λειτουργούν ως αφίσες) εντύπων όπως Η Εφημερίδα των Συντακτών [του Σύριζα], Η Αυγή, η Νέα Σελίδα ή το Documento, προσφέρουν αρκετή και διδακτική ύλη για το πώς εννοούν οι του Σύριζα τον Τύπο και τον προορισμό του. Η στάση τους απέναντι σε μεγάλα media που δεν έδειξαν «κατανόηση» στα κατά καιρούς τυχοδιωκτικά τους εγχειρήματα, δείχνει τι αντιμετώπιση θα είχαν αυτά τα μέσα αν ‒ό μη γένοιτο!‒ ο Σύριζα εύρισκε τρόπο να καταργήσει τις εκλογές και μεταβαλλόταν σε καθεστώς, σαν εκείνα που ηγετικά του στελέχη θαυμάζουν, οραματίζονται και ‒όποτε το μπορούν‒ μιμούνται. Το γεγονός πάντως ότι απέφευγαν «όπως ο διάολος το λιβάνι» τις συνεντεύξεις σε μη φίλια μέσα, με μη-στημένες-ερωτήσεις, δείχνει ότι –δεν μπορεί!–, μάλλον πρέπει να είχαν συνείδηση της ανεπάρκειάς τους.
Προπολεμικά τα κομμουνιστικά κόμματα πρέσβευαν ότι μπαίνουν στην (αστική) Βουλή για να την διαλύσουν. Ευτυχώς όμως ο πολιτικά υπέργηρος Αρχηγός, ευρισκόμενος ακόμη στον 19ο αιώνα, απέχει πολύ από τον Μεσοπόλεμο. Οπότε δεν κινδυνεύουμε από κάτι τέτοιο. Και ναι μεν το Κοινοβούλιο δεν μπορούν να το κλείσουν (διά παντός), αλλά οι άνω και κάτω πλατείες τους απαίτησαν κραυγάζοντας: «Να καεί, να καεί…!». Αναπόφευκτα εδώ ο νους μας πήγε στον εμπρησμό του Ράιχσταγκ από τους ναζιστές. Φυσικά, μη σεβόμενοι το Κοινοβούλιο, κάνουν ό,τι μπορούν για να το εξευτελίσουν, αυτοεξευτελιζόμενοι συνάμα. Δείτε τα ρουσφέτια που «πέρασαν» σαλταδόρικα τις τελευταίες μέρες πριν κλείσει η Βουλή λόγω των εκλογών της 7ης Ιουλίου. Προεξάρχοντος μάλιστα του Συριζοπροεδρείου του σώματος που, όπως αναιδώς δήλωνε, δεν αισθάνθηκε «ούτε ίχνος ενοχής»ˑ ούτε ίχνος ντροπής γι’ αυτό το όργιο φαυλότητας, αφού η λογική τους είναι πλέον: «Σύντροφοι, και λοιποί ευκαιριατζήδες, ο σώζων εαυτόν σωθήτω».
8.
«Στον αγύριστο!»
Όταν τον Δεκέμβριο του 1944 αποχώρησαν από την κυβέρνηση εθνικής ενότητας της Ελλάδας οι υπουργοί οι προερχόμενοι από το ΕΑΜ, μια δεξιά εφημερίδα κυκλοφόρησε την επόμενη με τον πρωτοσέλιδο τίτλο: «ΣΤΟΝ ΑΓΥΡΙΣΤΟ!». Εμείς δεν ευχόμαστε κάτι παρόμοιο στους θλιβερούς πρωταγωνιστές του πρόσφατου εθνικού μας δράματος. Αντίθετα, τους ευχόμαστε ατομικά μακροημέρευση, περισυλλογή και μετάνοια. Επίσης να θητεύσουν στη Δημοκρατία. Άλλωστε θα είναι αρνητικά χρήσιμοι, σαν ζωντανά λείψανα της πιο άθλιας πολιτικής φαυλότητας. Δεν ισχύει βέβαια το ίδιο και για τη συγκεκριμένη «παράταξη» συνολικά. Διότι όσο κι αν θα θέλαμε να ξεχάσουμε, οι πληγές στο σώμα της χώρας και του έθνους θα μείνουν στίγματα εσαεί. Το συριζαίο άγος δεν θα μπορέσουν να το εξαγνίσουν ούτε εκατό Επιμενίδειοι καθαρμοί. Ένας αιώνας θα χρειαστεί για να αποκατασταθούν οι πληγές που άφησαν στη χώρα οι χειρισμοί των διαταραγμένων φωστήρων. Είναι πραγματικά κρίμα μια «αριστερή» τετραετία να την πληρώνουμε τόσο ακριβά. Ωστόσο, ουδέν κακόν αμιγές καλού. (Και τούτοι εδώ, ών την μνήμην επιτελούμεν, υπήρξαν παγκάκιστοι). Το μέγιστον μάθημα είναι ότι οι δημοκρατίες δεν μπορούν να κυβερνηθούν από ανθρώπους που δεν πιστεύουν αληθινά στη δημοκρατία. Επίσης, ότι με αυτούς διασύρθηκε ανήκεστα η έννοια της Αριστεράς. Που κάποτε άκριτα θεωρούσαμε προοδευτική και με ηθικά πλεονεκτήματα. Ήδη η «Αριστερά» αποδείχθηκε ένα Μεγάλο Ψέμα, που συμποσούται στα ψέματα που αθροιστικά αμόλησε ο Τσιπροσύριζα μαζί με την συγκυβερνώσα του Ακροδεξιά και τους λοιπούς λογής τυχοδιώκτες. Εβδομήντα πέντε χρόνια μετά τον «αγύριστο» του ’44, η χώρα καλείται να επουλώσει για μια ακόμη φορά τις βαθιές πληγές που τις προκάλεσαν αυτοί οι τραγικά ολίγοι.
Ας κλείσουμε θυμίζοντας πως ο Αλ. Τσίπρας, ως πρωθυπουργός δεν είπε ποτέ –ούτε για τα μάτια–, το τετριμμένο ότι θα είναι πρωθυπουργός όλων των Ελλήνων. Αν και τέτοιος ορκίστηκε πως θα είναι· και εδώ ψευδόμενος. Έτσι και η πλειοψηφία του λαού με τη σειρά του ευλόγως δεν τον θεώρησε ποτέ πραγματικό πρωθυπουργό του, αλλά αρχηγό μιας τυχάρπαστης ομάδας. Η ιδεολογία του(ς) ήταν ο διχασμός του λαού. Η τελευταία τυχοδιωκτική φιλοδοξία τους είναι να παραδώσουν τη χώρα στην επόμενη κυβέρνηση όσο πιο ναρκοθετημένη γίνεται. Αφού αποδείχθηκαν ανίκανοι να κυβερνήσουν ποντάρουν απελπισμένα τα ρέστα τους στην ακυβερνησία. Ήδη έστησαν και το ευνοϊκό νομοθετικό πλαίσιο για τη δράση παντοίων εγκληματικών στοιχείων και φίλιων τραμπούκων. Αποδεικνύοντας έτσι ότι η δόξα που ζηλεύουν είναι η καταστροφική δόξα των Ηρόστρατων· και των λογής συμπλεγματικών.