σύνδεση

Ένα μεγάλο επίτευγμα: Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας Αθηνών

Ένα μεγάλο επίτευγμα: Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας Αθηνών Η εικονογράφηση των δύο άρθρων για το Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας Αθηνών είναι του Δημήτρη Χαντζόπουλου.

 

  

Ακαδημία Αθηνών, Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας, Εθνικό Τυπογραφείο, Αθήνα 2014, σελ. 1819

 

 

1.

Η Ελλάδα άργησε να αποκτήσει ερμηνευτικό λεξικό της εθνικής γλώσσας της. Μέχρι το 1933 τα μόνα λεξικά της Νέας Ελληνικής ήταν δίγλωσσα ή πολύγλωσσα, όπως το πρωτοπόρο Λεξικόν της καθ’ ημάς ελληνικής διαλέκτου του Σκαρλάτου Βυζαντίου (Αθήνα 1835), το οποίο δεν παρείχε ορισμό των λέξεων-λημμάτων στα νέα ελληνικά αλλά τη μετάφρασή τους στα γαλλικά και στα αρχαία ελληνικά. Η καθυστέρηση αυτή –σε σχέση με άλλες γλώσσες της νοτιοανατολικής Ευρώπης– πρέπει μάλλον να αποδοθεί στον γλωσσικό διχασμό του ελληνισμού, που στάθηκε εμπόδιο στην ψύχραιμη και αντικειμενική μελέτη της νέας ελληνικής γλώσσας. Το Λεξικόν της ελληνικής γλώσσης, που κυκλοφόρησε το 1933 από την αθηναϊκή εφημερίδα Πρωΐα, ήταν το πρώτο στο είδος του, καθώς οι λέξεις που ερμηνεύτηκαν ανήκαν στη Νέα Ελληνική γλώσσα και οι ορισμοί τους συντάχθηκαν εξίσου στη Νέα Ελληνική (στην απλή καθαρεύουσα βέβαια και όχι στη δημοτική). Το λημματολόγιο του Λεξικού της Πρωΐας (όπως έγινε γνωστό) καλύπτει και την καθαρεύουσα και την προφορική δημοτική (οι δημοτικές λέξεις σημαδεύονται με αστερίσκο).

Την ίδια χρονιά είδε το φως το πρώτο τεύχος του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης, της τε κοινώς ομιλουμένης και των ιδιωμάτων [ΙΛ]. Τη σύνταξη του ΙΛ, η οποία εξαγγέλθηκε για πρώτη φορά από τον Γ. Ν. Χατζιδάκι το 1907, την ανέλαβε η Ακαδημία Αθηνών αμέσως μετά την ίδρυσή της το 1926. Το 1989 κυκλοφόρησε ο τόμος 5β του Λεξικού, ο οποίος τελειώνει με το λήμμα δαχτυλωτός (λέξη που, χαρακτηριστικά, λείπει από όλα τα άλλα λεξικά που αναφέρω στο παρόν κείμενο). Από τότε διακόπηκε η έκδοση του ΙΛ. Αν και στις 13 Ιανουαρίου εξαγγέλθηκε ότι η σύνταξη του έκτου τόμου έχει ολοκληρωθεί και η εκτύπωσή του θα πραγματοποιηθεί σύντομα, το απώτερο μέλλον του ΙΛ είναι προς το παρόν άγνωστο, μπορούμε όμως να υπολογίσουμε ότι, αν συνεχιζόταν η έκδοση με τον ίδιο ρυθμό με τον οποίο έχουν εκδοθεί οι μέχρι τώρα τόμοι, το ΙΛ θα ολοκληρωνόταν μετά το έτος 2100. Άλλωστε, προ καιρού έχει παρατηρηθεί ότι το ΙΛ δεν περιέχει λέξεις όπως αυτοκίνητο, η οποία υπήρχε αρκετά χρόνια πριν από την έκδοση του πρώτου τεύχους, και ότι πρόκειται ουσιαστικά για λεξικό των παραδοσιακών τοπικών ιδιωμάτων αλλά όχι της «κοινώς ομιλουμένης», ούτε βέβαια της κοινώς γραφομένης.

Το νέο Χρηστικό Λεξικό [ΧΛ] της Ακαδημίας Αθηνών είναι το αντίθετο του Ιστορικού Λεξικού, από πολλές απόψεις: εκδόθηκε ολοκληρωμένο σε έναν τόμο μετά από προετοιμασία ένδεκα χρόνων, και οι πληροφορίες που περιέχει δεν είναι ιστορικές αλλά συγχρονικές. Ενώ το ΙΛ βασίζεται κυρίως σε καταγραφές ιδιωματικών προφορικών πηγών (δημοτικά τραγούδια, παροιμίες αλλά και την καθημερινή χρήση των κατά τόπους ιδιωμάτων) και δεν καταγράφει τη σύγχρονη αστική γλώσσα,[1] το ΧΛ βασίζεται στην προφορική και στη γραπτή χρήση της σημερινής κοινής γλώσσας, και συντάχθηκε με τη βοήθεια διαφόρων σωμάτων γλωσσικών δεδομένων, όπως αυτά που προσφέρουν ο Εθνικός Θησαυρός της Ελληνικής Γλώσσας του Ινστιτούτου Επεξεργασίας του Λόγου (ο οποίος περιλαμβάνει αποκλειστικά δείγματα γραπτού λόγου παρμένα κατά το 60% από εφημερίδες) και η μηχανή αναζήτησης Google.

Σκοπός μου στο παρόν κείμενο δεν είναι να παρουσιάσω το ΧΛ (ήδη το έκαναν ο συντάκτης του ΧΛ Χριστόφορος Χαραλαμπάκης και άλλοι) αλλά να το κρίνω. Σε πολλά σημεία θα συγκρίνω το ΧΛ με τα δύο νεοελληνικά λεξικά που άφησαν εποχή όταν εκδόθηκαν το 1998 και γρήγορα θεωρήθηκαν αντίπαλα: το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής [«Λεξικό Τριανταφυλλίδη», ΛΤρ], που εκπονήθηκε στη Θεσσαλονίκη, και το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, που εκδόθηκε στην Αθήνα με όνομα συγγραφέα Γ. Μπαμπινιώτη [«Λεξικό Μπαμπινιώτη», ΛΜπ]. Και τα τρία αυτά λεξικά έχουν το ίδιο περίπου μέγεθος και την ίδια εμβέλεια.

Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι το ΛΜπ και το ΛΤρ συντάχθηκαν παράλληλα και ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, επομένως αποκλείεται η περίπτωση αντιγραφής του ενός από το άλλο. Έτσι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πολύ ενδιαφέρον φαινόμενο: αποκτήσαμε ταυτόχρονα (με διαφορά επτά περίπου μηνών) δύο διαφορετικές αλλά εξίσου επιστημονικές προσεγγίσεις στο νεοελληνικό λεξιλόγιο, όσον αφορά την επιλογή των λημμάτων και τον ορισμό των λέξεων. Κατά τη διάρκεια της σύνταξής του λοιπόν, το ΛΧ ήταν σε θέση να επωφεληθεί από το πλούσιο υλικό των δυο προηγούμενων μεγάλων λεξικών. Το ότι δεν αναφέρω άλλα δύο σημαντικά λεξικά που εντάσσονται στη «μεγάλη λεξικογραφική εκδοτική έκρηξη του διαστήματος 1995-1998»,[2] το Νέο Ελληνικό Λεξικό της Σύγχρονης Ελληνικής Δημοτικής Γλώσσας του αιωνόβιου και αείμνηστου Εμμ. Κριαρά (1995) και το Μείζον Ελληνικό Λεξικό των Εκδόσεων Τεγόπουλος Φυτράκης (1998), δεν σημαίνει καθόλου ότι δεν τα θεωρώ σημαντικά. Τα δύο αυτά λεξικά όμως είναι πιο μικρά από τα τρία που έχω κυρίως υπόψη μου στο παρόν κείμενο, γι’ αυτό και δύσκολα συγκρίνονται μαζί τους. Η λεξικογραφική αυτή έκρηξη δείχνει ότι η νεοελληνική γλώσσα έχει περάσει επιτέλους από τη δύσκολη και παρατεταμένη περίοδο της αυτοσυγκρουόμενης εφηβείας της και μπήκε οριστικά στη φάση της ωριμότητας.

Το ΧΛ έχει παρόμοιο μέγεθος με το ΛΜπ και το ΛΤρ. Σύμφωνα με το δελτίο τύπου της Ακαδημίας Αθηνών, το ΧΛ ζυγίζει 3,65 κιλά. Υπολογίζω ότι το βάρος του είναι λίγο μεγαλύτερο από αυτό του ΛΜπ (Α΄ έκδ.) και του ΛΤρ. Τα λήμματα του ΛΜπ καλύπτουν 1990 σελίδες, του ΛΤρ 1512 σελίδες, και του ΧΛ 1800 περίπου σελίδες. Στην πρώτη έκδοσή του, το ΛΜπ περιέχει «πάνω από 150.000 λέξεις και φράσεις» (ΛΜπ, Α΄ έκδ., σ. 27), ενώ στο ΧΛ «αναπτύσσονται 75.000 λήμματα, σύμπλοκα και στερεότυπες φράσεις από τα 120.000 που υπάρχουν στην ηλεκτρονική βάση» (ΧΛ, σ. 14). Δεν μπορώ να υπολογίσω τον αριθμό των λέξεων και φράσεων στο ΛΤρ, φαντάζομαι όμως ότι είναι της ίδιας περίπου τάξης. Πάντως είναι πάντα ρευστό το ζήτημα του τι ορίζει κανείς ως λέξη, κατ’ επέκταση και ως λήμμα.

Το ΛΤρ δεν επανεκδόθηκε μετά την πρώτη έκδοση, το περιεχόμενό του όμως είναι αναζητήσιμο δωρεάν στο διαδίκτυο (όπως και το περιεχόμενο της Επιτομής του Λεξικού της Μεσαιωνικής Δημώδους Γραμματείας του Εμμ. Κριαρά) στον ιστότοπο «Πύλη για την ελληνική γλώσσα» του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας.[3] Αντιθέτως, το ΛΜπ κυκλοφόρησε σε δεύτερη, αναθεωρημένη και συμπληρωμένη, έκδοση το 2002 (με μεταγενέστερες συμπληρωμένες και βελτιωμένες ανατυπώσεις), το περιεχόμενό του όμως δεν είναι διαθέσιμο στο διαδίκτυο (εκτός από κάποιες παράνομες προσπάθειες πειρατικής ψηφιοποίησης). Όσο για το ΧΛ, υπάρχει και σε ηλεκτρονική μορφή η οποία στο μέλλον θα είναι διαθέσιμη στο κοινό.

sel50

Πριν περάσω στην κριτική και συγκριτική ανάλυσή μου, πρέπει να δηλώσω ότι βασίζεται αποκλειστικά σε (πολλές φορές τυχαία) δειγματοληψία. Το να κρίνεις ένα λεξικό δεν είναι εύκολη υπόθεση, και χρειάζεται πολύχρονη οικειότητα του κρίνοντος με το αντικείμενό του, πράγμα αδύνατον σε ό,τι αφορά ένα λεξικό που εκδόθηκε τόσο πρόσφατα. Ένα λεξικό κρίνεται από τη χρήση. Ένας ειδικός λεξικολόγος θα εφάρμοζε συστηματικές θεωρητικές αρχές στην κριτική του, αλλά ως απλός χρήστης του λεξικού μεταδίδω την καθημερινή εμπειρία μου.

Όταν εκδόθηκε το λεξικό του ο Γ. Μπαμπινιώτης ήταν δημόσιος υπάλληλος (Καθηγητής Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών), η έκδοσή του όμως ήταν ιδιωτική υπόθεση, καθώς το λεξικό εκδόθηκε από το λεγόμενο Κέντρο Λεξικολογίας, εταιρεία περιορισμένης ευθύνης η οποία ιδρύθηκε από τον ίδιο τον Μπαμπινιώτη. Αντίθετα, το ΛΤρ και το ΧΛ εκδόθηκαν από δημόσιους φορείς, το πρώτο από το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη] του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το δεύτερο από την Ακαδημία Αθηνών. Ο συντάκτης και επιμελητής του ΧΛ Χριστόφορος Χαραλαμπάκης τυχαίνει να διδάσκει στο ίδιο τμήμα όπου δίδασκε ο Μπαμπινιώτης.

Η εθνικιστική προσέγγιση του Μπαμπινιώτη γίνεται φανερή από τις πρώτες σελίδες του λεξικού του, καθώς η Εισαγωγή αρχίζει με μια ενότητα που τιτλοφορείται «Η ιδιαιτερότητα της ελληνικής γλώσσας».[4] Το ΧΛ, όπως και το ΛΤρ, δεν χαρακτηρίζεται από τέτοια εθνικιστική διάθεση. Η προσέγγιση αυτή του ΛΜπ είχε διάφορες επιπτώσεις, ορισμένες από τις οποίες θα αναφέρω πιο κάτω στο κείμενό μου. Είναι φανερή, π.χ., η πρόθεση του Μπαμπινιώτη, μέσα από τα λήμματά του, να αναδείξει την αναμφισβήτητη διαχρονικότητα της ελληνικής γλώσσας. Το ΧΛ φτάνει στο αντίθετο άκρο, δηλαδή την ελαχιστοποίηση της εικόνας της διαχρονικής διάστασης της γλώσσας. Παραδείγματα αυτών των αντίθετων τάσεων θα δούμε πιο κάτω, στην ανάλυση του ετυμολογικού μέρους των λημμάτων.

 2.

Προχωρώντας τώρα στην ανάλυση, θα αρχίσω από το λημματολόγιο, δηλαδή την επιλογή των λημμάτων. Αντίθετα από το ΛΜπ, το ΧΛ (όπως και το ΛΤρ) δεν συμπεριλαμβάνει κύρια ονόματα, ούτε έχει τα εγκυκλοπαιδικού τύπου αρθράκια μέσα σε ειδικά κουτάκια που ήταν χαρακτηριστικά του ΛΜπ (ποικίλης θεματολογίας, από καταλόγους των μακαρισμών και των διαφόρων ειδών αγίων μέχρι άρθρο για τη μακεδονική γλώσσα που πιάνει 59 αράδες). Σαν αποτέλεσμα το ΧΛ είναι σε θέση να παρουσιάσει περισσότερα λήμματα ανά σελίδα.

Σύμφωνα με τη δήλωση του συντάκτη του, το ΧΛ περιέχει 5000 νεολογισμούς που δεν εμφανίζονται στα άλλα λεξικά (ΧΛ, σ. 14). Μεταξύ αυτών είναι οι εξής λέξεις, που τις σταχυολογώ κατά τύχη: γκλαμουράτος, γκουάβα, γκουακαμόλε, γκράπα, εικονοποιία, ιμέιλ/μέιλ, ιστολόγιο/μπλογκ, ιστότοπος/σάιτ, κομίστας (λέξη άκρως επίκαιρη σήμερα που τη γράφω, 8 Ιαν. 2015), μιντιακός, μπαντονεόν, σιντί πλέιερ, τουΐτ (αλλιώς τιτίβισμα), φλασάκι (όχι όμως τζιχαντιστής). Όπως βλέπουμε, πολλές από τις νέες λέξεις που καταγράφει το ΧΛ σχετίζονται με την παγκοσμιοποιημένη κουλτούρα (μουσική, κουζίνα κλπ.) και την ηλεκτρονική τεχνολογία. Υπάρχουν όμως και παλαιές λέξεις όπως το υποβλητικότατο ντούκου-ντούκου, το οποίο λείπει από το ΛΜπ και το ΛΤρ.

Το ΛΜπ επικρίθηκε για τις ορθογραφικές επιλογές που ήθελε να επιβάλει, οι οποίες βασίστηκαν στην υποτιθέμενη ετυμολογία. Έτσι στον ορθογραφικό πίνακα στις σελίδες 1285-86 της πρώτης έκδοσης το ΛΜπ μας δίδασκε ότι είναι προτιμότερο να γράφουμε πλημύρα, ρωδάκινο, στρυμώχνω, τιττύβισμα, τσηρώτο, τσύμα-τσύμα. Αντίθετα, η ορθογραφία των λέξεων στο ΧΛ βασίζεται σε στατιστικά δεδομένα, δηλαδή ανταποκρίνεται στην ορθογραφία που καθιερώθηκε από τη χρήση και όχι στην υποτιθέμενη «σωστή» («ετυμολογική») ορθογραφία που προσπάθησε να επιβάλει ο Μπαμπινιώτης.

Το επίμαχο ζήτημα της ορθογραφίας της λέξης αυγό/αβγό είναι ενδεικτικό των διαφορετικών βαθμίδων διδακτισμού των τριών λεξικών. Στον ορθογραφικό πίνακα της πρώτης έκδοσης το ΛΜπ γράφει «αβγό όχι αυγό» (στη β΄ έκδοση «αβγό αντί αυγό»), ενώ το ΛΤρ έχει μόνο λήμμα αυγό και όχι αβγό. Αντιθέτως, το ΧΛ δείχνει περισσότερη ανεκτικότητα, καθώς περιλαμβάνει και τις δύο εκδοχές. (Για την ακρίβεια, το κύριο λήμμα είναι αβγό, ενώ η γραφή αυγό εμφανίζεται στην αλφαβητική σειρά των λημμάτων, με την ένδειξη «βλ. αβγό».)

Τώρα περνώ στους ορισμούς που παρέχει το ΧΛ. Πριν προχωρήσω, θα ήθελα να αναφέρω ότι η σειρά με την οποία παρουσιάζονται οι διάφορες σημασίες των λέξεων δεν ακολουθεί τη χρονολογική εξέλιξη (όπως γίνεται, π.χ. στο Oxford English Dictionary), αλλά γίνεται με βάση τη συχνότητα χρήσης. Ένα χτυπητό παράδειγμα είναι το λήμμα τσόντα, όπου πρώτα το λεξικό αναφέρεται σε πορνογραφική ταινία, δεύτερον στο κομμάτι από πορνογραφική ταινία που παρεμβάλλεται σε άσχετη ταινία, και τρίτον στην «αρχική» σημασία, δηλαδή το κομμάτι πανί που προστίθεται σε άλλο. Η σειρά αυτή είναι η αντίθετη από τη χρονολογική. Στο λήμμα βλάχος/βλάχα το ΧΛ μάς πληροφορεί πρώτα ότι σημαίνει «επαρχιώτης, επαρχιώτισσα και κατ’ επέκτ. πρόσωπο που στερείται μόρφωσης και καλών τρόπων συμπεριφοράς» και στη συνέχεια αναφέρει ότι η λέξη δηλώνει τον ομιλητή της βλαχικής γλώσσας, δίνοντας έτσι προτεραιότητα στην «κατ’ επέκταση» (μειωτική) σημασία απέναντι στην «αρχική» («κυριολεκτική»). Και το ΛΜπ και το ΛΤρ παρουσιάζουν τους ορισμούς της λέξης βλάχος με την αντίθετη (και κατά τη γνώμη μου σωστή) σειρά. Άλλωστε, μου φαίνεται περίεργη η έμφαση στη μειωτική σημασία της λέξης αυτής, δεδομένου ότι διακεκριμένοι εξελληνισμένοι Βλάχοι (Αρωμούνοι) χρηματοδότησαν την ανέγερση πολλών μεγαλοπρεπών πολιτιστικών ιδρυμάτων στην Ελλάδα και αλλού, συμπεριλαμβανομένων του Musikverein στη Βιέννη και της Ακαδημίας Αθηνών. (Βλ. και πιο κάτω για το ίδιο λήμμα.) Γενικά, κατά τη γνώμη μου, τα λεξικά θα ανταποκρίνονταν περισσότερο στην εξωγλωσσική πραγματικότητα αν προηγούνταν η «κυριολεκτική» (αρχική ή τουλάχιστον προγενέστερη) σημασία και ακολουθούσαν οι μεταγενέστερες («κατ’ επέκταση» και συνεκδοχικές) σημασίες. Διευκρινίζω ότι, λέγοντας «αρχική» σημασία, δεν εννοώ τις παρωχημένες έννοιες των λέξεων, αλλά έννοιες που χρησιμοποιούνται σήμερα.

Μια σημαντική πρωτοτυπία του ΧΛ μεταξύ των νεοελληνικών λεξικών είναι η παροχή της διεθνούς λατινικής ονομασίας των βιολογικών ειδών. Έτσι για πρώτη φορά ο χρήστης, είτε ελληνόφωνος είτε ξένος, μπορεί εύκολα να ταυτίζει το όνομα (τη λέξη) με το πράγμα (το συγκεκριμένο ζώο, φυτό, κλπ). Τώρα ο αναγνώστης της ποίησης του Σεφέρη, π.χ., μπορεί να μάθει τι πουλιά είναι (και πώς είναι οπτικά) η κίχλη (τσίχλα) και η σουσουράδα αναζητώντας τις λατινικές ονομασίες στο Google ή σε άλλες διεθνείς βάσεις δεδομένων.

Η εθνικιστική προσέγγιση του ΛΜπ φαίνεται ιδιαίτερα σε ορισμένους ορισμούς και σε ορισμένα εγκυκλοπαιδικά «κουτάκια». Π.χ. στο κουτάκι κάτω από το λήμμα «εθνικισμός» ο Μπαμπινιώτης γράφει: «το να αγαπάει κανείς την πατρίδα [...] είναι το πιο φυσικό πράγμα»· συμπεραίνουμε ότι η κριτική στάση του Καζαντζάκη, π.χ., απέναντι στην Ελλάδα από την Μικρασιατική Καταστροφή μέχρι την Κατοχή ήταν «αφύσικο πράγμα» και όχι αποτέλεσμα της επίδρασης που άσκησαν ορισμένα ιστορικά γεγονότα στη διαμόρφωση μιας ορισμένης ευαισθησίας. Τις περισσότερες φορές βέβαια η εθνικιστική αυτή προσέγγιση του ΛΜπ είναι ελληνοκεντρική: στο λήμμα αντίκρισμα το «αντίκρισμα χρυσού» ορίζεται αποκλειστικά σε σχέση με την Ελλάδα, ενώ στο ΧΛ και στο ΛΤρ ο ορισμός του όρου «αντίκρισμα σε χρυσό» έχει πιο γενική ισχύ. Σε ορισμένα λήμματα που αφορούν δάνειες λέξεις, ο Μπαμπινιώτης πρώτα δίνει την «ελληνική» λέξη και μετά δίνει τον ορισμό, σαν να μας μαθαίνει να μη χρησιμοποιούμε, π.χ., το γκαζόν αλλά μόνο τη χλόη. Όσο για το λήμμα βλάχος, που το συζητήσαμε και προηγουμένως, και στα τρία λεξικά ο ορισμός είναι προβληματικός. Ο δεύτερος ορισμός στο ΧΛ (μετά το «επαρχιώτης» κλπ.) είναι ο εξής: «Έλληνας, Ελληνίδα που μιλά ελληνικά και Βλάχικα». (Σημειωτέον ότι το λεξικό δεν ορίζει τι γλώσσα είναι τα Βλάχικα, δηλαδή τα Αρωμουνικά). Οι ορισμοί στο ΛΜπ και στο ΛΤρ είναι παρόμοιοι, και αγνοούν την ύπαρξη Βλάχων στην Αλβανία, την πρώην Γιουγκοσλαβία, τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν είναι Έλληνες, ούτε μιλούν Ελληνικά[5].

Στους ορισμούς των τριών λεξικών παρατηρούμε διαφορετικές βαθμίδες διδακτισμού. Ενώ στους ορισμούς το ΧΛ είναι συνήθως λιγότερο δασκαλίστικο από το ΛΜπ, σε ορισμένες περιπτώσεις συμβαίνει το αντίθετο. Στο λήμμα τόξο, π.χ., μόνο το ΛΜπ γράφει ότι χρησιμοποιείται αντί για το βέλος όταν μιλάμε για σήματα κυκλοφορίας –χρήση που έχω ακούσει και από τα χείλη γνωστού ποιητή της Γενιάς του ’30– ενώ το ΧΛ και το ΛΤρ αγνοούν αυτή τη χρήση, πράγμα το οποίο υπονοεί ότι τη θεωρούν λάθος.

Όσο για την ακρίβεια των ορισμών, σε πολλές περιπτώσεις το ΧΛ υπερτερεί απέναντι στο ΛΜπ. Το ΛΜπ, π.χ., αντίθετα από το ΧΛ, γράφει ότι το κιάλι είναι συνώνυμο της λέξης τηλεσκόπιο· επίσης, ο ορισμός της λέξης λογοθεραπεία στο ΧΛ είναι πληρέστερος και ακριβέστερος απ’ ό,τι στο ΛΜπ. Όσο για την ιδεολογικά φορτισμένη μεταφορική σημασία της λέξης ανάδελφος, το ΛΜπ την ορίζει ως «αυτός που δεν έχει ομοεθνείς ή ομοφύλους, που είναι εντελώς μόνος και χωριστός από τους άλλους», ενώ το ΧΛ την ορίζει ως εξής: «απομονωμένος, μοναχικός· ειδικότ. για λαούς που δεν είναι ή δεν νιώθουν ομοεθνείς με άλλους» (υπογράμμιση δική μου). Νομίζω ότι ο δεύτερος αυτός ορισμός είναι πιο αντικειμενικός – αν και, όπως γίνεται σε άλλες περιπτώσεις στο ΧΛ, ο ορισμός της μεταφορικής σημασίας προηγείται, περιέργως, της κυριολεκτικής («που δεν έχει αδέλφια»). Ακόμη σε λήμματα που αναφέρονται σε πάγκοινες λέξεις το ΧΛ συμπεριλαμβάνει ενίοτε σημασίες που υπάρχουν εδώ και εκατοντάδες χρόνια αλλά τις αγνοεί το ΛΜπ, π.χ. η σημασία του πληθυντικού τύπου νερά, «αποχρώσεις ή ραβδώσεις επιφάνειας» (χρήση που συμπεριλαμβάνεται και στο ΛΤρ). Όσο για το ουσιαστικοποιημένο επίθετο κινητό, το ΧΛ τού αφιερώνει ξεχωριστό λήμμα, ενώ το ΛΜπ παραπέμπει τον αναγνώστη στο λήμμα κινητός (επίθ.).

Για ορισμένες ήδη υπάρχουσες λέξεις το ΧΛ, επειδή συντάχθηκε πρόσφατα, δίνει νέες σημασίες. Για παράδειγμα, το ηλεκτρονικό ποντίκι που μπήκε στα σπίτια και στα γραφεία μας το ορίζει ως «συσκευή εισόδου για τον χειρισμό του δείκτη ή του κέρσορα της οθόνης». Το ΛΜπ, στο λήμμα ποντίκι, αναφέρει το «βέλος (δρομέα)», αν και, αντίθετα από το ΧΛ, λείπει η σχετική έννοια από το λήμμα δρομέας. Ορισμένες νέες χρήσεις όμως λείπουν και από τα τρία λεξικά, π.χ. στα λήμματα προωθώ («η κλήση σας προωθείται», πρβ. αγγλ. «your call is being diverted») και περιγράφω («Χαρακτήρισε το θύμα άτομο καλοσυνάτο και το περιέγραψε ως εργατικό, φιλότιμο, καλλιεργημένο»)· πιθανόν το περιγράφω ως να είναι αγγλισμός (describe as).

Στο ετυμολογικό μέρος κάθε λήμματος συχνά η προσέγγιση του ΛΜπ είναι υπερβολικά διαχρονική (και ελληνοκεντρική), ενώ αυτή του ΧΛ είναι, θα έλεγα, υπερβολικά συγχρονική. Ενώ στο ΛΜπ το ετυμολογικό μέρος πολλών λημμάτων είναι μακροσκελές, στο ΧΛ είναι πολύ περιορισμένο. Όσον αφορά τις νεοελληνικές λέξεις που είναι ίδιες με τις αντίστοιχες αρχαιοελληνικές, όπως το ατμός, ΛΜπ παρέχει πληροφορίες σχετικά με την ετυμολογία της αρχαίας λέξης, συμπεριλαμβανομένων των αντίστοιχων λέξεων σε διάφορες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες (σανσκριτικά, λατινικά, γερμανικά). Τέτοιες πληροφορίες είναι περιττές σε λεξικό της νέας γλώσσας. Ο Μπαμπινιώτης θέλει να αναδείξει τις διασυνδέσεις της αρχαίας ελληνικής με τις αρχαίες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες. Αντιθέτως, το ΧΛ, ακολουθώντας το παράδειγμα του ΛΤρ, του πρώτου λεξικού που αποκάλυψε την παρουσία τόσων πολλών μεταφραστικών δανείων στη νεοελληνική γλώσσα, θέλει να τονίσει τις διασυνδέσεις της Νέας Ελληνικής με τις σύγχρονες ευρωπαϊκές γλώσσες.

Όσον αφορά τις ετυμολογίες, ο ΧΛ περιορίζεται στην άμεση πηγή της νεοελληνικής λέξης. Σε πάρα πολλά λήμματα το ΧΛ μάς πληροφορεί ότι η εν λόγω λέξη προέρχεται από την ομώνυμη μεσαιωνική (π.χ. νερό: «< μεσν. νερό(ν)») –πράγμα το οποίο δεν μας φωτίζει καθόλου–, ενώ θα μπορούσε να δώσει πληροφορίες για την εξέλιξή της από την Αρχαία Ελληνική. (Το ίδιο συμβαίνει με το μπαγάσας: «< μεσν. μπαγάσας».)  Σε πολλά λήμματα που προέρχονται από κύριο όνομα, π.χ. αμπέρ και μαζοχισμός, το ΛΜπ και το ΛΤρ παρέχουν το σχετικό όνομα, ενώ το ΧΛ περιορίζεται στην πληροφορία ότι οι σχετικές ελληνικές λέξεις προέρχονται από τα γαλλικά.

Λόγω της απόφασης να ελαχιστοποιηθούν οι ετυμολογικές πληροφορίες, για δάνειες λέξεις το ΧΛ συνήθως παρέχει το ξένο έτυμο μόνο του, χωρίς ένδειξη της σημασίας του. Π.χ., στο λήμμα μπάσκετ το ΧΛ, αντίθετα από το ΛΜπ, δεν δίνει την κυριολεκτική σημασία της αμερικανικής λέξης basketball («καλάθι» + «μπάλα»), η οποία εξηγεί τη διαμόρφωση της ελληνικής λέξης καλαθοσφαίριση, την οποία το ΧΛ παρέχει ως συνώνυμο του μπάσκετ. Σε περιπτώσεις όπου μια δάνεια λέξη υπήρχε ήδη στη Μεσαιωνική Ελληνική, το ΧΛ δεν παρέχει καν το ξένο έτυμο, αλλά γράφει απλώς τον μεσαιωνικό τύπο, π.χ. γκιαούρης: «< μεσν. γκιαούρης»· δεν πληροφορεί τον χρήστη ότι η εν λόγω λέξη προέρχεται από το τουρκικό gâvur που σημαίνει «άπιστος» (δηλαδή μη Μουσουλμάνος).

Προβληματική αποβαίνει επίσης η διπλή χρήση της γωνιώδους αγκύλης (<) στις ετυμολογικές πληροφορίες του ΧΛ. Στη γλωσσολογία γενικά, και στο ΛΜπ ειδικά, το σύμβολο αυτό δηλώνει ότι ο γλωσσικός τύπος (η ακουστική μορφή, το σημαίνον) που προηγείται της αγκύλης προέρχεται από τον τύπο που ακολουθεί. Στο ΛΧ όμως άλλες φορές το εν λόγω σύμβολο έχει αυτή την έννοια, άλλες φορές όμως δηλώνει κάτι τελείως διαφορετικό: ότι η σημασία (το σημαινόμενο) του σχετικού γλωσσικού τύπου προέρχεται από τη σημασία του τύπου που ακολουθεί. Τυπικό παράδειγμα είναι το ετυμολογικό μέρος του λήμματος κουζίνα στο ΧΛ (οι αριθμοί παραπέμπουν στους τρεις ορισμούς της λέξης): «< 1: βεν. cusina 2: γαλλ. cusinière 3: γαλλ. cuisine», όπερ μεθερμηνευόμενον εστί: ο ακουστικός τύπος της λέξης κουζίνα, μαζί με την πρώτη σημασία της (σύμφωνα με τη σειρά των ορισμών στο σχετικό λήμμα) προέρχεται από τη βενετσιάνικη λέξη cusina, ενώ οι άλλες σημασίες προέρχονται από τις σημασίες των δυο γαλλικών λέξεων που αναφέρονται. Σε ορισμένα λήμματα η αγκύλη χρησιμοποιείται αποκλειστικά σε σχέση με τη σημασιολογική καταγωγή της λέξης, π.χ. δηλώνεται ότι το πολεμοφόδια προέρχεται απλώς «< γαλλ. munitions», χωρίς να αναφερθεί ότι η λέξη δημιουργήθηκε από τις ελληνικές λέξεις πόλεμος και εφόδια (και βέβαια χωρίς καμία εξήγηση για την αποβολή του ε).

Το ΛΜπ είναι το μόνο νεοελληνικό λεξικό που συμπεριλαμβάνει τη χρονολογία της πρώτης γνωστής γραπτής εμφάνισης των λέξεων που δημιουργήθηκαν από την εποχή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού και μετά. Σχεδόν όλες όμως αυτές οι χρονολογίες αντιγράφονται (χωρίς παραπομπή) από τη Συναγωγή νέων λέξεων (1900) του Στέφανου Κουμανούδη. Οι χρονολογίες αυτές έχουν μεγάλο ενδιαφέρον, παρ’ όλο που βασίζονται κυρίως στα αναγνώσματα ενός και μόνου ανθρώπου και αναφέρονται μόνο σε λέξεις που σχηματίστηκαν σύμφωνα με τα αρχαιοελληνικά παραγωγικά σχήματα. Το ΧΛ παραλείπει κάθε ένδειξη πρώτης εμφάνισης των ελληνικών λέξεων, συμπεριλαμβάνει όμως χρονολογίες πρώτης εμφάνισης των ξένων λέξεων (κυρίως γαλλικών και αγγλικών) στις οποίες βασίζονται (σημασιολογικά ή και μορφολογικά) οι ελληνικοί νεολογισμοί. Στο λήμμα αξιοκρατία, π.χ., μας πληροφορεί πότε πρωτοεμφανίστηκαν η αγγλική λέξη meritocracy (1958) και η γαλλική λέξη méritocratie (1972), αλλά όχι η ελληνική λέξη αξιοκρατία.

Το ΧΛ έχει την τάση να αποδίδει πολλά δάνεια χωρίς λόγο σε αγγλική επίδραση. Έτσι δηλώνει ότι η λέξη πορνό προέρχεται «< γαλλ. porno, αγγλ. porno», ενώ είναι φανερό ότι η ελληνική λέξη προέρχεται μόνο από την (ελληνογενή) γαλλική λέξη: πρώτον, ο συνηθέστερος αγγλικός τύπος είναι porn και όχι porno· δεύτερον, όταν προφέρεται η λέξη porno στα αγγλικά (αντίθετα από τα γαλλικά), τονίζεται στην πρώτη συλλαβή. (Το ΛΤρ, όπως και η β΄ έκδοση του ΛΜπ., δίνει, σωστά, μόνο τη γαλλική λέξη.) Με παρόμοιο τρόπο, στο ΧΛ το ευρώ λέγεται ότι προέρχεται από την αγγλική και γαλλική λέξη euro και τη γερμανική Euro, ενώ είναι περισσότερο από πιθανόν ότι ο τονισμός της ελληνικής λέξης οφείλεται στη γαλλική προφορά της λέξης, όπως και στην περίπτωση των πορνό, μετρό και ρετρό.

Παρά τα συστημικά προβλήματα που μόλις ανέφερα σχετικά με τις ετυμολογίες, πολλές φορές το ΧΛ παρέχει πιο ακριβείς ετυμολογικές πληροφορίες απ’ ό,τι τα άλλα λεξικά. Το ετυμολογικό μέρος του λήμματος αρχαιότητα αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Το ΛΜπ γράφει μόνο ότι η λέξη είναι «αρχ[αία]»· το ΛΤρ γράφει ότι η πρώτη σημασία βασίζεται στο γαλλικό antiquité (σωστά) και η δεύτερη (γραφειοκρατική) στο αγγλικό seniority· μόνο το ΧΛ γράφει σωστά ότι η δεύτερη σημασία βασίζεται στο γαλλικό ancienneté. Το ΧΛ δεν φοράει εθνικιστικές παρωπίδες όπως το ΛΜπ, το οποίο ανακυκλώνει την παλαιά εικασία ότι η παμβαλκανική λέξη άντε προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ἄγετε, ενώ το ΧΛ δηλώνει χωρίς περιστροφές ότι παράγεται από το τουρκικό haydi. Το ίδιο έγινε, στην α΄ έκδοση του ΛΜπ, με το ζεύγος αντίθετων λαϊκών λέξεων πουρό (< πουρί < αρχ. πῶρος «είδος μαρμάρου» κατά Μπαμπινιώτη) και τεκνό (< αρχ. τέκνον κατά Μπαμπινιώτη), οι οποίες προέρχονται, όπως σωστά δηλώνουν το ΛΤρ και το ΧΛ, από δύο τσιγγάνικες λέξεις που σημαίνουν «γέρος» (puró) και «νέος» (tiknó) αντίστοιχα.[6]

Μια τελευταία αναφορά στην ετυμολογία: πριν από 30 χρόνια υποστήριξα ότι το ρήμα τσουλάω (μεταβολή της κοινής λέξης κυλώ) είναι φωνολογικό κατάλοιπο της λεγόμενης παλαιάς αθηναϊκής διαλέκτου, η οποία μιλιόταν όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και σε άλλη μέρη της νότιας Ελλάδας.[7] Για τη λέξη αυτή το ΧΛ δεν προσφέρει καμία ετυμολογική πληροφορία.

 3.

Το Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας Αθηνών είναι μεγάλο επίτευγμα, το οποίο εξάλειψε την κηλίδα που αμαύρωσε το πρόσωπό της λόγω της αδυναμίας της να ολοκληρώσει το Ιστορικό Λεξικό μέσα σε λογικό χρονικό διάστημα. Είναι προς τιμήν της ότι η Ακαδημία ολοκλήρωσε, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, ένα νέο λεξικό της σημερινής ελληνικής, με την πρόθεση όχι να ρυθμίσει τη γλώσσα αλλά να περιγράψει και να αναλύσει το λεξιλόγιό της σε έναν τόμο με τον όσο το δυνατόν πληρέστερο τρόπο. Το νέο λεξικό της Ακαδημίας είναι και χρηστικό και εύχρηστο, και είμαι βέβαιος ότι θα είναι έργο αναφοράς για πολλές δεκαετίες.

Θα τελειώσω με μια γενική παρατήρηση σχετικά με τα προηγούμενα νεοελληνικά λεξικά. Όλα έχουν μια ισχυρή τάση προς τον ελλαδοκεντρισμό. Τα λεξικά της αγγλικής περιέχουν λέξεις από την Αγγλία και την Αμερική, αλλά περιλαμβάνουν και λέξεις που χρησιμοποιούνται κυρίως στη Σκωτία (η οποία ήταν κάποτε ξεχωριστό κράτος από την Αγγλία, και ενδέχεται να ξαναγίνει στο μέλλον). Με παρόμοιο τρόπο τα λεξικά της ισπανικής συμπεριλαμβάνουν λέξεις και σημασίες που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε μία ή περισσότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής – πάντα βέβαια με τις απαιτούμενες ενδείξεις. Αντιθέτως, σε κανένα νεοελληνικό λεξικό πριν από το ΧΛ δεν συμπεριλαμβάνονται λέξεις και σημασίες που χρησιμοποιούνται κυρίως στην Κύπρο. (Μιλάω εδώ όχι για την παραδοσιακή κυπριακή δημώδη διάλεκτο αλλά για την επίσημη γλώσσα και τη γλώσσα των εφημερίδων στη σημερινή Κύπρο.) Σε κανένα νεοελληνικό λεξικό, εκτός από το ΧΛ, δεν καταγράφονται κυπριωτισμοί όπως η λέξη αιτητής/αιτήτρια (= αιτών/αιτούσα).  Είναι αλήθεια ότι το ΛΜπ (β΄ έκδοση) αναφέρεται στη διαδεδομένη στην Κύπρο χρήση του απολογούμαι στην έννοια «ζητώ συγγνώμη», τη στιγματίζει όμως διότι «στην Κοινή Ν. Ελληνική [...] προσκρούει στο γλωσσικό αίσθημα των ομιλητών». Το ΧΛ έχει δώσει ένα καλό παράδειγμα σε μελλοντικούς λεξικογράφους της Νέας Ελληνικής, οι οποίοι ελπίζω να μην αγνοήσουν λέξεις όπως φρουταρία (= οπωροπωλείο) και παρατράβηγμα (= υπερανάληψη από τραπεζικό λογαριασμό, αγγλ. overdraft). Καλό θα ήταν στο μέλλον τα νεοελληνικά λεξικά να είναι περισσότερο ανεκτικά και περιεκτικά απέναντι σε τέτοιου είδους λεξιλογικούς κυπριωτισμούς.


 

 

[1] Αντιθέτως, το ιστορικό λεξικό της αγγλικής γλώσσας, το Oxford English Dictionary, βασίστηκε σε γραπτές πηγές.

[2] Γιώργος Τράπαλης, «Σύντομη ανασκόπηση της σύγχρονης ελληνικής λεξικογραφίας: Τα ερμηνευτικά λεξικά (1976-2006)». Πρακτικά του 8ου Διεθνούς Συνεδρίου Ελληνικής Γλωσσολογίας, 30 Αυγούστου - 2 Σεπτεμβρίου, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (2009), σ. 1149-1167. Στο άρθρο αυτό ο αναγνώστης θα βρει εύστοχες παρατηρήσεις για τα τέσσερα λεξικά που κυκλοφόρησαν το 1995-1998.

[3] http://goo.gl/1c08iD

[4] Για το εθνικιστικό περιεχόμενο του ΛΜπ, αλλά και τη φροντίδα των συντακτών να τη μετριάσουν στη β΄ έκδοση, βλ. Χάγκεν Φλάισερ, «Οι Έλληνες απέναντι στους “Άλλους”: εθνικά στερεότυπα και λεξικογραφικές ερμηνείες ταυτότητας», στον τόμο Τα Βαλκάνια: εκσυγχρονισμός, ταυτότητες, ιδέες (Ηράκλειο 2014), σ. 371-398.

[5] Αντιθέτως, το λήμμα Vlach στο Oxford English Dictionary δεν συνδέει τους Βλάχους με τους Έλληνες: «A member of the Latin-speaking race occupying portions of south-eastern Europe» («Μέλος της λατινόφωνης φυλής που κατοικεί σε περιοχές της νοτιοανατολικής Ευρώπης»).

[6] Στη β΄ έκδοση το ΛΜπ παρέχει τη σωστή καταγωγή του πουρό από τα τσιγγάνικα. Είναι αλήθεια ότι και το ΛΤρ και το ΧΛ, με κάποιο δίκιο, γράφουν ότι η μορφή και η χρήση της λέξης τεκνό (με έψιλον και όχι γιώτα) μπορεί να επηρεάστηκαν και από την ύπαρξη της ελληνικής λέξης τέκνο. Άλλωστε η τσιγγάνικη λέξη tiknó πιθανόν να συγγενεύει ετυμολογικά με το αρχαιοελληνικό τέκνον· η τσιγγάνικη γλώσσα, όπως η ελληνική, ανήκει στην ινδοευρωπαϊκή οικογένεια.

[7] Βλ. πρόχειρα P. Mackridge, Η νεοελληνική γλώσσα, μετάφραση Κ.Ν. Πετρόπουλος (Αθήνα 1991), σ. 44-45. Η αγγλική έκδοση κυκλοφόρησε το 1985. Πιθανόν να μην είμαι ο πρώτος που υποστήριξα τη θεωρία αυτή· βλ. και τη σχετική συζήτηση στο http://goo.gl/vORmgW