σύνδεση

Οι Έλληνες απέναντι στους «Άλλους». Εθνικά στερεότυπα και λεξικογραφικές ερμηνείες ταυτότητας

Οι Έλληνες απέναντι στους «Άλλους». Εθνικά στερεότυπα και λεξικογραφικές ερμηνείες ταυτότητας Ο Γ. Μπαμπινιώτης καθήμενος επί σωρού λεξικών του· λεπτομέρεια από γελοιογραφία του Δημήτρη Χαντζόπουλου (Καθημερινή, 27.11.2020). Ο Μπαμπινιώτης δεν απάντησε στον καθηγητή Γλωσσολογίας και επιστημονικό υπεύθυνο του Χρηστικού Λεξικού της Ακαδημίας Χριστόφορο Χαραλαμπάκη, δεν απάντησε στον επί δεκαετία ΓΓ της Ακαδημίας Αθηνών Βασίλειο Χ. Πετράκο, δεν απάντησε στην ανακοίνωση του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη, δεν αντέχει την επιστημονική κριτική, τον επιστημονικό διάλογο. Απάντησε όμως στον Δ. Χαντζόπουλο, προσπαθώντας να διακωμωδήσει το όνομα του καλλιτέχνη!


 

 

Πώς προσδιορίζεται ο Έλληνας;
Ε
ίναι Τούρκος που ξύρισε τη μουστάκα του και πιστεύει πως έγινε Ιταλός
Ανέκδοτο


Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους.
Οι
άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις.
Κ. Π. Καβάφης

 

Εισαγωγή

Παρά τις πολλαπλές επιδράσεις και ανακατατάξεις στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, οι εθνικές ταυτότητες δεν έχουν παροπλιστεί. Άλλωστε, οι ταυτότητες δεν δημιουργούνται με παρθενογένεση, αλλά προκύπτουν ή τροποποιούνται από σχέσεις άμιλλας ή αντιπαλότητας με σημαίνοντες άλλους παράγοντες. Ιδίως στη διαμόρφωση και στον ορισμό των εθνικών ταυτοτήτων ‒πέρα από αυτιστικά, εθνορομαντικά ειδύλλια‒ παρεμβαίνει ένα πλαίσιο συσχετισμών: Αποφασιστικής σημασίας είναι η αντιπαράθεση με την οντότητα άλλων εθνών, κυρίως «σημαντικά αλλιώτικων»[1] ‒ και συχνά με αρνητικό πρόσημο. Το αποτέλεσμα διαφέρει ανάλογα με τον λαό προς τον οποίο η οικεία ταυτότητα αντιπαραβάλλεται. Είναι μακρινός-«εξωτικός» ή γειτονικός-ανταγωνιστικός; Αποτελεί (ακόμα) απειλή, πραγματική ή φαντασιακή; Τι είδους ιστορικές μνήμες «συνδέουν» τις εν λόγω εθνότητες; Εμπλέκονται παλαιές, πρόσφατες, διαχρονικές έχθρες; Και τελικά, σε ποιον βαθμό αλληλεπιδρούν αυτο-εικόνες και ετερο-εικόνες στη δίνη της επικαιρότητας;

Για τους Φινλανδούς, το κυρίαρχο «συστατικό της ταυτότητάς τους είναι ότι δεν είναι Σουηδοί»[2] ‒ και ότι δεν θέλουν να είναι. Οι Λουξεμβούργιοι μόνο ως αντίδραση στην ασφυκτική αφομοιωτική πολιτική των ναζί κατακτητών ανακάλυψαν ότι το ιδίωμά τους δεν αποτελούσε γερμανική διάλεκτο, αλλά την «εθνική γλώσσα» τους.[3] Οι Σκωτσέζοι αυτοπροσδιορίζονται ως «θερμοί» ‒συγκρινόμενοι με τους Άγγλους‒ ενώ ως «μάλλον ψυχροί», αλλά φίλεργοι [«hard-working»], όταν η σύγκριση γίνεται με τους… Έλληνες![4]

Μια διαρκώς αυξανόμενη βιβλιογραφία καταδεικνύει ότι οι εθνικές αυτο-εικόνες τροφοδοτούνται από την αντιθετική αναφορά στις εικόνες άλλων λαών, ιδίως εκείνων από τους οποίους θέλουν να διαφοροποιηθούν, αφού τους θεωρούν ασύμβατους.[5] Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι καθιερωμένες εθνικές ταυτότητες δεν επηρεάζονται μόνο, αλλά εν γένει πηγάζουν από τη διαφορετικότητα, και όχι μόνο ως προς την εικόνα την οποία οι ίδιοι προβάλλουμε ή ‒έστω‒ έχουμε αποδεχθεί, αλλά και ως προς το καλούπι που «οι άλλοι» μας βάζουν. Παράλληλα όμως, αναζητούμε συμμάχους, εταίρους, φίλους με κοινά γνωρίσματα, με στοιχεία αλληλεγγύης ή έστω συμβατότητας ‒ κάτι σαν το «Ελλάς - Γαλλία: συμμαχία», προτού βέβαια το Παρίσι παρασυρθεί στον άξονα με το Βερολίνο.

Ακριβώς εξαιτίας αυτής της πολύχρονης ιδεατής συμμαχίας, η δημόσια γνώμη αντέδρασε πικρόχολα όταν έγκυρο γαλλικό λεξικό, στο λήμμα Grec, έδωσε τέσσερα… άκομψα συνώνυμα παραδείγματα ‒ όλα με την έννοια του κατεργάρη: «Ruse ou filou comme un Grec. Voir escroc, fripon».[6]

Γνωστή πέραν κάθε αμφιβολίας είναι η καθοριστική συμβολή των εθνικών ιστοριών και μύθων, του ιστοριογραφικού εθνικισμού στη διαμόρφωση των ταυτοτήτων και των σχετικών στερεοτύπων. Έχει μάλιστα εκφραστεί η ευχή να διακοπεί σε μόνιμη βάση αυτή η επικίνδυνη, ενίοτε ολέθρια σχέση.[7] Πιο πρόσφατα, πολλαπλασιάστηκαν οι «επίκαιρες» έρευνες σχετικά με εθνικά στερεότυπα που παράγονται ή τροποποιούνται από τα ΜΜΕ, τη λογοτεχνία, καθώς και τα σχολικά συγγράμματα. Ωστόσο, ο γράφων δεν έχει υπόψη του καμία μελέτη που αναφέρεται, έστω παραπλεύρως, στον ρόλο των ερμηνευτικών λεξικών στη (διά βίου) διαμόρφωση γνώμης του πολίτη και στην κατασκευή εικόνων ταυτότητας, ακόμη και ενός «σύγχρονου» εθνικισμού ‒ μολονότι η επιρροή τους ασκείται με σαφώς μεγαλύτερη αυθεντία και πολύ μεγαλύτερη διάρκεια, αν τα συγκρίνουμε με την παροιμιώδη εφήμερη ελαφρότητα των ΜΜΕ.

Τα λεξικά, ως συστηματικά έργα που θεσμικά συγκεντρώνουν τον εννοιoλογικό πλούτο μιας εθνικής (και/ή γλωσσικής) κοινότητας, παρέχουν κατά το μάλλον ή ήττον τεκμηριωμένες πληροφορίες στον χρήστη. Εκείνα που συντάσσονται από γνωστές προσωπικότητες ή αξιόλογες επιστημονικές ομάδες έχουν αποκτήσει τεράστιο κύρος ως προς τις ερμηνείες που προτείνουν. Ενδεικτικά, ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης αφιερώνει το λεξικό του της Νέας Ελληνικής στους λεξικογράφους «που πέρασαν ένα κομμάτι της ζωής τους αποκαλύπτοντας τη σημασία, τη χρήση και την ιστορία των λέξεων [], των συμβόλων με τα οποία στοχάστηκε και εκφράστηκε ο Έλληνας».[8]

Αναμφίβολα, τα ερμηνευτικά λεξικά φιλοδοξούν να διαμορφώσουν «αντικειμενικές» συλλογικές εικόνες ή τουλάχιστον να συντείνουν στη διαμόρφωσή τους. Οι προβαλλόμενες ερμηνείες ‒επιθετικής ή «αμυντικής» χροιάς‒ κατά κανόνα γίνονται αποδεκτές από τον μέσο χρήστη, όπως άλλωστε φανερώνουν οι ελάχιστες περιπτώσεις δημόσιας διαμαρτυρίας, όταν δηλαδή το αίσθημα μιας υπολογίσιμης κοινωνικής ομάδας σχετικά με την «πολιτική ορθότητα» παραβιάζεται. Αλλά και σε τέτοιες περιπτώσεις, οι υπεύθυνοι αναθεωρούν συνήθως τα όποια ατοπήματά τους στον μικρότερο δυνατό βαθμό. Έτσι, ενώ οι αρχικές τους αντιδράσεις είναι αρνητικές,[9] υπαναχωρούν βαθμιαία, όταν οι διαμαρτυρίες τού συχνά επώνυμου κοινού πληθαίνουν και εντείνονται. Τότε οι λεξικογράφοι ταξινομούν και ζυγίζουν τις ενστάσεις «με βασικό γνώμονα την εμβέλεια της εκάστοτε διαμαρτυρόμενης κατηγορίας πολιτών»[10] ή νομικών προσώπων, που ενίοτε προβαίνουν ακόμη και σε δικαστικές μηνύσεις. Συνήθως δέχονται δηλαδή μια αναδιαπραγμάτευση, ανατροπή ή πλήρη αφαίρεση μόνον εκείνων των επίμαχων ερμηνευμάτων για τα οποία έγινε ο περισσότερος θόρυβος.

Με το ως άνω σκεπτικό, ο γράφων εξέτασε ορισμένα ερμηνευτικά λεξικά της Νέας Ελληνικής ‒επικεντρώνοντας τελικά την αναζήτησή του στο εκτενέστερο και ήδη επικυρίαρχο λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη‒ ως προς τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζονται οι εθνικές ιδιαιτερότητες στα παραδείγματα που επεξηγούν τις λέξεις και τις επιμέρους σημασίες τους. Επιπροσθέτως, το εν λόγω λεξικό αποδείχθηκε με απόσταση το πλουσιότερο και σε ερμηνευτικές προτροπές.

Κύριος ερευνητικός στόχος είναι η εικόνα του Έλληνα, όπως διαμορφώνεται από πλήθος παραδείγματα που αποσαφηνίζουν τα σχετικά λήμματα. Ο λεξικογράφος γνωρίζει τους κινδύνους τέτοιων γενικεύσεων, όπως διευκρινίζει στο λήμμα ▷στερεότυπο: «Ο συμβολικός χαρακτηρισμός που αποδίδεται στα μέλη ομάδας ανθρώπων (εθνικής, κοινωνικής κ.λπ.) και βασίζεται σε γενικεύσεις (ενδεχομένως αυθαίρετες), π.χ. ότι οι Γερμανοί είναι πειθαρχικοί, οι Σκωτσέζοι τσιγγούνηδες κ.ά.». Στη Βʹ έκδοση, έπειτα από έντονες ενστάσεις που τον είχαν οδηγήσει έως και στο δικαστήριο, προσθέτει ένα συνολικό σχόλιο ▷«εθνικά ονόματα ως ουσιαστικά ή επίθετα» στο οποίο παρελαύνουν, μεταξύ άλλων, Ούννοι (Γερμανοί Ναζί), Κάφροι (απολίτιστοι), Γύφτοι (αναξιοπρεπείς), Εβραίοι (φιλάργυροι), Τούρκοι (εξαγριωμένοι), Βούλγαροι (σκληροί-αγροίκοι) και Γερμανοί (σκληροί-πειθαρχημένοι): «Το όνομα Γερμανός χρησιμοποιείται συχνά για να δηλώσει άνθρωπο πειθαρχημένο, αυστηρό και σκληρό».

Θα προσέθετα ότι μικρή σημασία έχει να εξεταστεί ο βαθμός κοινοτοπίας ή ευστοχίας τέτοιων γενικεύσεων. Περισσότερο ενδιαφέρει το ποιος τις καθιερώνει ή τις υιοθετεί, από ποιο βήμα και με ποιο κύρος, απευθυνόμενος σε ποιο κοινό, με πόση πειθώ και επιρροή. Ως προς όλες αυτές τις μεταβλητές, οι δείκτες του λεξικού Μπαμπινιώτη είναι υψηλοί, ενώ «η ιδιαίτερη φυσιογνωμία του» χαρακτηρίζεται ‒σύμφωνα με τον συντάκτη‒ από το γεγονός «ότι έχει σχεδιασθεί με τρόπο που να μην αποτελεί απλώς ένα έργο αναφοράς […], αλλά ένα λεξικό που να διαβάζεται. Η διάρθρωση του λήμματος, τα ιδιαίτερα σχόλια για πολλά λήμματα, […] τα πολλαπλά παραδείγματα, η ποικιλία των λημμάτων, η όλη οργάνωση των λεξικογραφικών πληροφοριών του λήμματος οδηγούν σ’ έναν τύπο λεξικού, που και να το συμβουλεύεται για να λύσει τις απορίες του μπορεί κανείς και να το διαβάσει στις περισσότερες σελίδες του όπως κάθε άλλο βιβλίο. Γιατί ένα λεξικό δεν παύει να είναι ένα βιβλίο για τη γλώσσα, “τὸ πρῶτον βιβλίον ἑκάστου ἔθνους κατά τον Κοραή».[11]

Σε όλα τα προλογικά σημειώματα των μεταγενέστερων εκδόσεων ο Γ. Μπαμπινιώτης επανέρχεται σε αυτή τη σχεδόν παλλαϊκή[12] διδακτική αποστολή του λεξικού, επιβεβαιώνοντας ταυτόχρονα τη σχεδόν απόλυτη επιτυχία της συγκεκριμένης αποστολής με αδιάψευστο μάρτυρα τη «γενικότερη εκτίμηση των Ελλήνων αναγνωστών ότι το παρόν Λεξικό αποτελεί την πιο ζωντανή, πιστή και εύτολμη καταγραφή της σύγχρονης πραγματικότητας της ελληνικής γλώσσας».[13] Και πράγματι, «ο Μπαμπινιώτης» αναγνωρίζεται πλέον από ένα ευρύ κοινό και από τα περισσότερα ΜΜΕ, ιδίως και τα ηλεκτρονικά, ως σταθερός πλοηγός στα τρικυμιώδη ύδατα της ελληνικής γλώσσας.

Βαλκάνια και Δύση

Ως προς τα βαλκανικά στερεότυπα, το λεξικό ‒και ιδίως η αυθεντική, ακαθάριστη, δηλαδή «ανόθευτη» από εξωτερικές παρεμβάσεις, Αʹ έκδοση‒ συνάδει με την πλειονότητα των παλαιότερων και σύγχρονων (συνήθως εξω-βαλκανικών) εκφραστών ενός ηγεμονικού λόγου ο οποίος ορίζει τη χερσόνησο ως «την επιτομή της διάσπασης, της αστάθειας, της συνθετότητας και της σύγκρουσης»,[14] καθώς και της «οικονομικής εξαθλίωσης».[15] Με την ενίσχυση αυτής της θλιβερής εικόνας κατά την αιματηρή δεκαετία του ’90, τα Βαλκάνια χαρακτηρίζονται για άλλη μία φορά ▷«πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης» και ▷ηφαίστειο με «εθνικιστικές εξάρσεις» που ▷«προοιωνίζ[ονται] συμφορές»[16] ‒ ακόμη και εκτός της συγκεκριμένης γεωγραφικής ενότητας.[17] Στα αίτια προστίθεται όμως διευκρινιστικά ο «εξωτερικός παράγοντας», εφόσον «η κρίση στη Βαλκανική ήτανλογικό επακόλουθο της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων». Ως κλασικό παράδειγμα παρατίθεται η ▷σαλαμοποίηση της Γιουγκοσλαβίας, ύστερα από ▷διαβουλεύσεις και επιθέσεις των δυτικών δυνάμεων[18] ‒ λησμονώντας τις παγιωμένες, συχνά αιματηρές διχόνοιες και τα ανάλογα αρνητικά στερεότυπα[19] των νοτιοσλαβικών φύλων μεταξύ τους, και ιδίως τις αντιδράσεις κατά του σερβικού ηγεμονισμού εκ μέρους όλων των άλλων.

Ιδίως στην Αʹ έκδοση, στις αναφορές για τα διάδοχα κράτη της διαμελισμένης χώρας, η Σερβία μονοπωλεί το ενδιαφέρον και τα θετικά σχόλια.[20] Αναλόγως μοιράζονται οι συμπάθειες ως προς τη Βοσνία η οποία δεν είναι παρά μικρογραφία της Γιουγκοσλαβίας: δηλαδή έρμαιο και κλωτσοσκούφι του ΝΑΤΟ με πρωτοστατούντες «τα ▷γεράκια του Πενταγώνου»,[21] αλλά και με πρόθυμους ντόπιους συνεργάτες. Έτσι, οι ξένες επεμβάσεις επωφελούνταν από τον ενδοβοσνιακό ▷αλληλοσπαραγμό,[22] για τον οποίο δεν αποδίδονται ευθύνες στους Σερβοβόσνιους που στενάζουν στον «ασφυκτικό ▷κλοιό» των συνασπισμένων «Κροατο-μουσουλμάνων».[23] Στο κατάλληλο λήμμα μάλιστα, το λεξικό θυμίζει διακριτικά πως «η Κροατία θεωρείται ότι ανήκει στη ▷σφαίρα επιρροής της Γερμανίας».[24]

Ακόμη χαμηλότερα στην εκτίμηση της συντακτικής ομάδας, κυριολεκτικά στο ναδίρ, βρίσκεται το ▷«ψευδεπίγραφο κράτος» με την «ψευδώνυμη γλώσσα»[25] στα βόρεια σύνορά μας: Εν γένει, αρκεί να «φωτογραφίζεται» το ακατονόμαστο μόρφωμα, αφού η ▷ονομασία του προβληματίζει: «Το μικρό κρατίδιο αποτελεί τον ▷δούρειο ίππο ξένων δυνάμεων στα Βαλκάνια». Ωστόσο, άλλες φορές οι σφετεριστές κατονομάζονται: Οι Σκοπιανοί, συγκεκριμένα, προβάλλουν ▷ανιστόρητες θέσεις[26] με το να διεκδικούν τίτλους και σύμβολα μιας πολιτισμικής κληρονομιάς η οποία δεν τους ανήκει: «Με αυτά που συμβαίνουν με τη Μακεδονία θα τρίζουν τα κόκκαλα του Μεγάλου Αλεξάνδρου»![27]

Οι άλλες βαλκανικές χώρες δεν ελκύουν ιδιαίτερα το ενδιαφέρον της λεξικογραφικής ομάδας. Η Αλβανία, στις ελάχιστες παράπλευρες αναφορές, χρησιμεύει ως παράδειγμα μικρής βαλκανικής χώρας, που αποτελεί ένα ‒δυνάμει‒ ▷προγεφύρωμα εχθρικών δυνάμεων ή απλό πιόνι στη σκακιστική παρτίδα ανάμεσα στην Ελλάδα και στους (λίγο-πολύ συνασπισμένους) ▷απέξω.[28] Εντούτοις, οι Αλβανοί ξεχωρίζονται από την αρνητική εικόνα των (άλλων) ▷λαθρομεταναστών· αναφέρεται μάλιστα μια θετική μεταφορική έννοια: εκείνη του «σκληρά εργαζομένου και υπαμειβομένου εργάτη».[29]

Πιο περίπλοκη είναι η περίπτωση των ▷Βουλγάρων, μιας που τα παλαιά εχθρικά στερεότυπα είναι δυσπροσάρμοστα στις επίκαιρες πολιτικές σκοπιμότητες. Ως εκ τούτου, το λεξικό περιορίζεται σε ελάχιστες σχετικές αναφορές, ανακεφαλαιώνοντας πάντως τα στερεότυπα που κυκλοφορού[σα]ν: Σε ειδικό λήμμα επισημαίνει πως, μεταφορικά, ο όρος «δήλωνε παλιότερα τον αγροίκο και υπερβολικά σκληρό, ενώ χρησιμοποιήθηκε μειωτικά και υβριστικά κατά την περίοδο του Εμφυλίου». Η παραπομπή συνεχίζει ως εξής: «χρησιμοποιήθηκε [sic! όχι πια;] επίσης καταχρηστικά και υβριστικά στην ποδοσφαιρική αργκό».[30] Στο λήμμα αυτό, αφενός λησμονείται πως τα υβριστικά αντι-βουλγαρικά στερεότυπα ήταν σε χρήση από πολύ παλαιότερα,[31] ενώ, αφετέρου, δεν διευκρινίζεται ότι η προσβλητική κατάχρηση του εθνικού ονόματος των Βουλγάρων, σε βάρος μιας ντόπιας πληθυσμιακής ομάδας, δεν περιοριζόταν στους ΠΑΟΚτζήδες [βλ. παρακάτω]. Από το 1943 και έπειτα η υβριστική ταμπέλα ▷Εαμοβούλγαρος είχε σκοπό να προσβάλλει (και να εξοντώσει ηθικά ως «εθνικούς μειοδότες») περίπου τον μισό πληθυσμό της χώρας. (Το ότι μετά την Αʹ έκδοση, αρχές της νέας χιλιετίας, οι συντάκτες του λεξικού θεωρούσαν αναγκαίο να λημματογραφηθεί εκ των υστέρων αυτός ο διχαστικός λεκτικός ρύπος, συγκαταλέγεται στις δυσεξήγητες ανακολουθίες στη 14χρονη σχεδόν γραμμική πορεία προς την «πολιτική ορθότητα»).[32]

Μια εντυπωσιακή βελτίωση του κλίματος παρατηρήθηκε μετά τη μεταπολίτευση, επί κυβερνήσεων Ζίφκοφ – Καραμανλή / Παπανδρέου, όταν η Βουλγαρία είχε εξελιχθεί στον πιο προβλέψιμο και συνεργάσιμο γείτονα της Ελλάδας: «Ενόψει της κοινής απειλής από την Τουρκία[33] έγινε προσπάθεια να συγκροτηθεί ▷άξονας Αθήνας-Σόφιας». Εξαιτίας όμως μιας κάποιας ελληνοτουρκικής προσέγγισης,[34] ο λεξικογράφος αφαίρεσε από τις μεταγενέστερες εκδόσεις την προοπτική ενός τέτοιου «άξονος», ενώ θύμισε πλέον την προσκόλληση της Βουλγαρίας στον φασιστικό ▷«Άξονα» (1941). Κατά συνέπεια, η κακοδαιμονία, καθώς και τα συλλογικά χαρακτηριστικά της Βαλκανικής, δεν κάνουν την ένταξη ελκυστική,[35] ενώ αντίποδας ‒αλλά και δυνάστης‒ της δύσμοιρης χερσονήσου είναι ο «ξένος παράγοντας»: συγκεκριμένα η ▷Δύση η οποία προκαλεί, μεταξύ άλλων, ζήλο, δέος και φόβο. Με τα δεδομένα αυτά, η Ελλάδα κινείται στη νεκρή ζώνη ανάμεσα στην αυτο-ένταξη και στον αυτο-αποκλεισμό. Η πολιτισμική γονιμοποίηση λειτουργεί λιγότερο μέσω ώσμωσης και περισσότερο ως μονόδρομος ‒ με αναστροφή στην πορεία των αιώνων.

Η σχέση ξεκινάει από το κοσμογονικό γεγονός ότι «η πατρίδα μας είναι η ▷κοιτίδα του ευρωπαϊκού πολιτισμού», αυτή όμως η ▷«μετακένωση της ανθρωπιστικής παιδείας στους Δυτικοευρωπαίους από τους Έλληνες»[36] αναστράφηκε αργότερα: αρχικά με θετικό πρόσημο, όταν «οι λόγιοι μετέφεραν από τη Δύση τη ▷δάδα της ελευθερίας» και ▷«μεταφύτευσαν τις ιδέες του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού» στην υπόδουλη, καθώς και στη μετεπαναστατική Ελλάδα. Πιο πρόσφατα όμως αυτή η επιρροή αντικαταστάθηκε πλέον από την αμφιλεγόμενη ▷«φιλελευθεροποίηση των ηθών στην Ελλάδα» που η «δυτική επίδραση» έφερνε.[37]

Στο ανάλογο λήμμα, ο Μπαμπινιώτης δεν λησμονεί να παραθέτει την περίφημη ρήση του Κωνσταντίνου Καραμανλή πως «ανήκομεν εις την ▷Δύσιν», χωρίς όμως να την αγκαλιάσει. Η κάποια αποστασιοποίηση δεν οφείλεται, βέβαια, στο αποικιοκρατικό παρελθόν της,[38] αλλά στη σχεδόν πλήρη ταύτιση του όρου με τη διαχρονική έννοια των «Μεγάλων Δυνάμεων»[39] και τη σύγχρονη του «ευρω-ΝΑΤΟϊκού χώρου». Η τουλάχιστον επιφυλακτική εκτίμηση του συγκεκριμένου χώρου αντικατοπτρίζει όχι μόνο τη «συρρίκνωση» της εικόνας της Ελλάδας που συντελείται εκεί,[40] αλλά επίσης την ανάλογη θεώρηση του αμερικανικού παράγοντος, στον οποίο δεν μπορούμε να υπεισέλθουμε εδώ συστηματικότερα. Εν ολίγοις πάντως, οι ΗΠΑ είναι η χώρα των ▷μπίζνες, των πλουσίων και των πλουτισάντων,[41] μια πολυμερής υπερδύναμη: δηλαδή ▷λανσάρει περίεργες μόδες, έναν ανάλογο ▷τρόπο ζωής, καθώς και ‒φραστικά ή έμπρακτα‒ ▷απροκάλυπτες επεμβάσεις στα εσωτερικά της χώρας μας, καθώς και άλλων χωρών. Επιπλέον, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι συνήθως τηρούν στάση ▷μεροληπτική υπέρ των Τούρκων,[42] ενώ στην Ευρώπη διαθέτουν πιστούς τοποτηρητές: ιδίως «οι Βρετανοί εξυπηρετούν τους Αμερικανούς και ▷τούμπαλιν».[43]

Απ’ όλα αυτά απορρέει μια αμφίσημη θεώρηση της ▷Ευρώπης/Δύσης, ιδίως της σύγχρονης. Με την ομώνυμη γεωπολιτισμική οντότητα η Ελλάδα φυσικά συνδέεται, ιδίως στο επίπεδο της διανόησης,[44] ενώ είχαν κοινούς εχθρούς: «Οι βαρβαρικές επιδρομές βύθισαν την Ευρώπη στο ▷σκοτάδι». Η ίδια απειλή προφανώς υφίσταται και σήμερα, αν και το λεξικό την κάνει θέμα μόνο σε μικρότερη κλίμακα: δηλαδή κατά της πολιτισμικής ομοιογένειας και της ακεραιότητας της Ελλάδας, «όπου δεν γίνονται [πια] σεβαστά τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη ... : Με τους λαθρομετανάστες η Ελλάδα έχει καταντήσει ξέφραγο αμπέλι· όποιος θέλει έρχεται, όποιος θέλει φεύγει». Το φαινόμενο αυτό είναι επικίνδυνο και απαιτεί ιδιαίτερη (ακόμη και ένοπλη) εγρήγορση.[45]

Με το συγκεκριμένο παράδειγμα, το λεξικό κινείται σε στέρεο έδαφος, εφόσον απηχεί άλλωστε τους φόβους του 82% (τότε) των Ελλήνων, που σύμφωνα με τα συγκριτικά στοιχεία ευρωπαϊκής κοινωνικής έρευνας πιστεύουν ότι «είναι καλύτερα για μια χώρα, εάν σχεδόν όλοι μοιράζονται τα ίδια έθιμα και τις ίδιες παραδόσεις» ‒ σε αντίστιξη με το 56% των Ισπανών και με ακόμη χαμηλότερα ποσοστά στη Δυτική Ευρώπη.[46] Σε μια σφυγμομέτρηση, το 53% των ερωτηθέντων Ελλήνων επέμενε σε μια αποκλειστική ελληνική ταυτότητα, απορρίπτοντας μια παράλληλη, έστω μερικώς, ευρωπαϊκή.[47] Ένα αξιόλογο ποσοστό πιστεύει μάλιστα ότι «η Ελλάδα δεν ανήκει καν στην Ευρώπη».[48] Αυτά τα αντι-ευρωπαϊκά αντανακλαστικά βασίζονται και πάλι εν μέρει στην αναπόφευκτη ταύτιση της Ευρώπης με το «ανοίκειο» γραφειοκρατικό οικοδόμημα, «το ▷διευθυντήριο των Βρυξελλών». (Δεν είναι του παρόντος να αναλύσουμε την άνοδο του φαινομένου στις σημερινές συνθήκες της παρατεταμένης κρίσης).

Έτσι και το λεξικό Μπαμπινιώτη μέμφεται «τους ισχυρούς της Ευρώπης»[49] που παρεμβαίνουν υπέρ άλλων στα δικά μας[50] ‒ με το να απαιτούν (και συχνά να επιβάλλουν) ▷υποχωρήσεις της Ελλάδας «στα κυριαρχικά μας δικαιώματα». Αναγνωρίζεται μεν (τουλάχιστον στην Α΄ έκδοση!) ότι η χώρα μας ▷«βασίζεται στα κονδύλια της Ε.Ε.»[51] και ότι υπολείπεται των εταίρων σε πολλούς τομείς,[52] ταυτόχρονα δε «ερμηνεύεται» προκαταβολικά η αγανάκτηση πολλών αναγνωστών ότι «η Ελλάδα δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται από την Ευρώπη ως φτωχός συγγενής».[53]

Άλλωστε, πολλοί «συγγενείς» στην υπό διαμόρφωση κοινότητα προβληματίζουν. Η Αγγλία λ.χ. ‒παρά την άλλοτε ▷αδρανή στάση της σχετικά με την πορεία του Χίτλερ προς τον πόλεμο‒ αποτελεί πρότυπο ιμπεριαλιστικής ▷αυτοκρατορίας.[54] Ακόμη και κατά τη ▷δύση της συνέχιζε τις επεμβάσεις και στη νεότερη Ιστορία μας.[55] Ενδεικτικά το λεξικό θυμίζει ότι οι Βρετανοί είχαν ▷αποικία την Κύπρο και πως ▷εξόρισαν τον Μακάριο. Έως σήμερα μάλιστα εξακολουθούν να κατακρατούν τα συλημένα γλυπτά της Ακρόπολης, τα οποία κάκιστα ονομάζονται ▷Ελγίνεια, εφόσον έτσι «η σύληση θα νομιμοποιούνταν ως κτήση!».[56] Ακόμη και δευτερεύουσες δυνάμεις όμως συμπεριφέρονται απρεπώς: Έτσι, ως αντίποινα, ▷μποϊκοτάρονται «ιταλικά και ολλανδικά προϊόντα, επειδή οι αντίστοιχες κυβερνήσεις υποστήριξαν ανθελληνικές θέσεις».[57] Τουλάχιστον η Αʹ έκδοση παρατηρεί τέτοια εχθρότητα και αλλού, εφόσον ο υπουργός Εξωτερικών πρέπει να επιχειρήσει την ▷«ανατροπή των ανθελληνικών θέσεων».

Ξεχωρίζει η περίπτωση των Γερμανών.

Αντίποδες του Έλληνα ‒ Γερμανοί, Τούρκοι και ξένοι γενικώς…

Περισσότερο από αλλού, η σκιαγράφηση της ελληνικής ταυτότητας συντελείται μέσω της αντιδιαστολής με άλλες ταυτότητες κυρίως γειτόνων και (πρώην) εχθρών. Ως μέτρο σύγκρισης χρησιμεύουν πρωτίστως οι Τούρκοι, ενώ ακολουθούν ‒με απόσταση‒ οι Γερμανοί. Ως προς τους τελευταίους ‒με τη διπλή ιδιότητα του άλλοτε εχθρού και νυν πανίσχυρου εταίρου‒ παρατηρείται μια διχασμένη προσέγγιση με έντονο (αν και όχι αδιάλειπτο) το στοιχείο της πολιτικής ορθότητας. Για το λεξικό Μπαμπινιώτη, σε αντίθεση με ορισμένα παλαιότερα λεξικά, τον κύριο αντίποδα του Έλληνα δεν αποτελεί ο Γερμανός, αλλά ο Τούρκος. Επανειλημμένα, βέβαια, γίνεται εξομοιωτική αναφορά και στους δύο, για να ερμηνευθούν λήμματα με αρνητικούς συνειρμούς, όπως ▷εισβολή ή ▷επέμβαση. Στο λήμμα ▷γενοκτονία, οι ανατολικοί γείτονες «προηγούνται» με δύο αναφορές ‒σε βάρος Αρμενίων και Κούρδων‒, ενώ μία μόνο ‒εκείνη των Εβραίων‒ χρεώνεται στους Ναζί, δηλαδή όχι ρητά και διαχρονικά στους Γερμανούς.[58] Σε ένα σημασιολογικά συγγενές λήμμα το σκορ είναι μάλιστα (σε όλες τις εκδόσεις) συντριπτικά «υπέρ» των Τούρκων (3-0): Στη ▷«σφαγή των Κούρδων / των Ποντίων / των Αρμενίων» δεν αντιπαραβάλλεται ούτε μία σφαγή που βαραίνει τους Γερμανούς ή το ναζιστικό παρελθόν τους.[59] Τέλος, να αναφερθεί επίσης η σαφής εξομοίωση του επεκτατισμού της φασιστικής Ιταλίας το 1940 με εκείνον της σημερινής Τουρκίας.[60]

Βέβαια, οι Γερμανοί δεν μένουν στο απυρόβλητο· απλώς αποτελούν συγκριτικά τον υπ’ αριθμόν δύο στόχο, ενώ το κρυφό νόημα ορισμένων λημμάτων παρεισέφρησε στη λεξικογραφική ερμηνεία από την κερκόπορτα του υποσυνείδητου (ή της σκοπιμότητας). Για παράδειγμα, ο χρήστης που αναζητεί στο λεξικό Μπαμπινιώτη τα δυσοίωνα λήμματα «εκτέλεση» / «εκτελώ», δεν θα βρει αναφορές σε μοιραίες πρακτικές της ναζιστικής Κατοχής ‒ σε αντίθεση με λεξικά της δεκαετίας του ’80, μετά την αναγνώριση της εαμικής Αντίστασης από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.[61] Η μόνη συνειρμική παραπομπή στους συνήθεις ύποπτους είναι η… Φιλαρμονική του Βερολίνου, η οποία ▷εκτελεί την Τρίτη Συμφωνία του Μπετόβεν. Τυχαία, μόνο ο απονήρευτος αναγνώστης ενδέχεται, ανάμεσα στις πολλές χρήσεις της πρόθεσης «από», να ανακαλύψει ‒μετά την ανώδυνη χρήση «τυρί ▷από τη Γαλλία»‒ εκείνη που αναφέρεται σε (ανώνυμο) θύμα που «εκτελέστηκε ▷από τους Γερμανούς»…

Το «φαινόμενο της κερκόπορτας», σύμφωνα με τον γράφοντα, δεν περιορίζεται στα κατοχικά: Έτσι, στο θεωρητικά ανώδυνο λήμμα ▷ανάγκη, η αρχαΐζουσα ρήση «ανάγκα και θεοί πείθονται / δεινής ανάγκης ουδέν ισχυρότερο» επεξηγείται ως εξής:[62] «μπροστά στο αναπόφευκτο υποχωρούν ακόμη και οι θεοί· (γενικότ.) ακόμη και οι πιο αδιάλλακτοι και σκληροί άνθρωποι μπροστά στην αδυναμία να βρουν άλλη επιλογή, λύση, υποχωρούν, κάμπτονται: οι Γερμανοί υποχώρησαν τελικά μπροστά στις αμερικανικές πιέσεις· ~ ».

Περισσότερο από τα καθιερωμένα κατοχικά τεκμήρια[63] γερμανο-ναζιστικής ύβρεως (με την αρχαία έννοια) προβληματίζουν τα σύγχρονα δείγματα που υπονοούν στοιχεία διαχρονικότητας. Έτσι επισημαίνονται δηλώσεις «Γερμανών υπουργών» οι οποίες ‒σε όλες τις εκδόσεις‒ «συνιστούν ▷επέμβαση στα εσωτερικά της χώρας μας», ή ακόμη και ▷«δυναμίτη στα θεμέλια της Ε.Ε.». Οι παρεμβάσεις και επεμβάσεις του Βερολίνου δεν περιορίζονται στο φραστικό επίπεδο, αφού ιδίως για τον πολύπαθο χώρο των Βαλκανίων το λεξικό υπαινίσσεται, όχι εντελώς αδικαιολόγητα, τον μεροληπτικό χαρακτήρα της γερμανικής πολιτικής. Η μεροληψία αυτή λαμβάνει ακόμη και αποσταθεροποιητικές διαστάσεις ‒ σύμφωνα με ένα (περίεργα διατυπωμένο) λήμμα: «Οι εξελίξεις στη Γιουγκοσλαβία τον οδήγησαν στην ▷αναθεώρηση τής στάσης του απέναντι στη Γερμανία ως παράγοντα σταθερότητας στη Βαλκανική».[64]

Στο ζοφερό φόντο δεν λείπουν, βέβαια, επαινετικές πινελιές, ξεκινώντας από τις «κλασικές» ▷γερμανικές αρετές ‒όπως «πειθαρχία / ακρίβεια / οργάνωση»[65]‒ έως τις γερμανικές επιδόσεις στην επιστήμη, στην ▷τεχνολογία και στη βιομηχανία·[66] όλες αυτές όμως αποτελούν διαχρονικές σταθερές, ακόμη επί ναζισμού. Το ίδιο ίσχυε και για τις περίφημες «στρατιωτικές αρετές» του γερμανικού λαού, τις οποίες μετεμφυλιοπολεμικά επικαλέστηκαν κορυφαίοι εκπρόσωποι του αστικού πολιτικού κόσμου, με προεξάρχοντα τον στρατάρχη Αλ. Παπάγο, ως απαραίτητες για την υπεράσπιση της Δύσης κατά της παγκόσμιας κομμουνιστικής απειλής.[67]

Σημαντικότερη ως προς την εικόνα του Έλληνα είναι ωστόσο η αντιπαραβολή του με τον Τούρκο ‒στον οποίο το λεξικό αφιερώνει 30 περίπου παράγωγα λήμματα[68]‒ χώρια από τις αμέτρητες έμμεσες αναφορές όπως, π.χ., στην ηρωίνη που ▷«πέρασε στη χώρα μας από την Τουρκία».[69] Προτού όμως προχωρήσουμε στον αντικατοπτρισμό της τουρκικής ταυτότητας ‒με θετικό, εννοείται, πρόσημο‒ ας αναφερθούν ορισμένες αξιωματικές επισημάνσεις της λημματογράφησης.

Η ταυτότητα των Ελλήνων χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό ομογένειας και συνέχειας: Το ▷έθνος[70] τους κατ’ ουσίαν έχει κοινή καταγωγή, γλώσσα, θρησκεία και παράδοση. Ως προς τη συνέχεια, στο «ηρωικό ▷παρελθόν» των Ελλήνων ασφαλώς συμπεριλαμβάνεται (πέραν από τους αγώνες τους για την ανεξαρτησία κατά Ιταλογερμανών και ιδίως εναντίον των Τούρκων) ο «ένδοξός μας ▷βυζαντινισμός»,[71] ενώ αφήνεται να εννοηθεί ότι οι Έλληνες είναι ▷απόγονοι των Αρχαίων[72] ‒ και όχι μόνο λόγω της «αδιάσπαστη[ς] ▷συνέχεια[ς] της ελληνικής γλώσσας», και πολλαπλών «πανάρχαιων ▷παραδόσεων», εθίμων και ▷δοξασιών.[73] Τελευταίες αμφιβολίες εξαλείφονται με τη (δεσμευτική μάλλον) αναφορά στην ▷«παρακαταθήκη που μας άφησαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας».

Η έντεχνα διατυπωμένη προτροπή πως «πρέπει να μιμηθούμε τους ένδοξους ▷προγόνους μας» μπορεί να αναφέρεται σε όλες τις ένδοξες περιόδους. Έτσι, ο Έλληνας[74] δικαιούται να «αισθάνεται ▷υπερηφάνεια για την ιστορία της χώρας του», και γενικότερα να είναι «▷υπερήφανος που γεννήθηκε σε αυτή τη χώρα». Οι λόγοι που μας κάνουν «εθνικά ▷υπερήφανους» δεν εντοπίζονται όμως μόνο στο μακρινό παρελθόν, αλλά τροφοδοτούνται και από σύγχρονες επιτυχίες, last but not least και αθλητικής φύσεως: Σε όλες τις εκδόσεις «η λαμπρή εμφάνιση της ομάδας άρσης βαρών στην Ολυμπιάδα ▷δικαίωσε τις προσδοκίες όλων μας» και «μας έκανε εθνικά ▷υπερήφανους»,[75] ενώ στα λήμματα που σχετίζονται με το ντόπινγκ λείπει και η παραμικρή αναφορά ως προς την εμπλοκή Ελλήνων αθλητών...

Οι ερμηνευτικές προδιαγραφές του λεξικού συνάδουν, για άλλη μια φορά, με τη «λαϊκή βούληση», την πλειοψηφική άποψη του αναγνωστικού κοινού που με τη σειρά της επαληθεύει την ερμηνεία του λεξικού ‒ κλείνοντας τον κύκλο. Σφυγμομετρήσεις, στην περίοδο των ποδοσφαιρικών και ολυμπιακών θριάμβων του 2004 θα αναδείξουν τους Έλληνες ‒με 97%‒ (και πάλι) ως τον πιο υπερήφανο λαό της Ευρώπης.[76]

Διαχρονική λοιπόν η «φαντασιακή κοινότητα»[77] των Ελλήνων ‒ και πολλά και ποικίλα τα γνωρίσματά της. Εδώ, πέραν από τα ήδη αναφερθέντα, εξαίρονται η δημοκρατική παράδοση,[78] το φιλότιμο[79] και ο ▷πατριωτισμός, όπου το λεξικό δεν παραπέμπει μόνο στο γνωστό άρθρο του Συντάγματος, αλλά τον εντοπίζει και σε παρεμφερή λήμματα που σχετίζονται με το αίμα, τη γη και τα γονίδια των Ελλήνων.[80] Παρομοίως, το λεξικογραφικό επιτελείο καθιερώνει τη ▷φιλοξενία ως «πατροπαράδοτη αρετή των Ελλήνων».[81] Βέβαια, αυτό το τελευταίο συστατικό της ελληνικής ψυχής αφαιρείται σιωπηρά στις μεταγενέστερες εκδόσεις, πιθανώς επειδή προσκρούει στα αποτελέσματα σχετικών ερευνών που έχουν ήδη αναδείξει την Ελλάδα σε «ευρωπαϊκή πρωταθλήτρια στους δείκτες της ξενοφοβίας»[82].

Ταυτόχρονα όμως, το μήνυμα επανακάμπτει αθόρυβα ‒ πάλι από την πίσω πόρτα άλλου, «ανύποπτου», λήμματος: «Η φιλοξενία είναι ▷χαρακτηριστικό στοιχείο του ελληνικού λαού».[83] Από την άλλη, σε πολλά λήμματα, η έννοια ξένος[84] συνυφαίνεται με αρνητικούς συνειρμούς: Ανάλογα με τα συμφραζόμενα, οι ξένοι εμφανίζονται ως υποδεέστεροι, μπανάλ, ενοχλητικοί, επικίνδυνοι, αφελείς (▷κουτόφραγκοι, ▷αμερικανάκια), διπρόσωποι ή ύποπτοι:[85] Ήδη «στη Μικρασιατική καταστροφή συνέβαλαν και οι ξένες δυνάμεις, άσπονδοι φίλοι της Ελλάδας».

Το μήνυμα είναι σαφές. Συνιστάται τουλάχιστον επιφυλακτικότητα, σκεπτικισμός, ως προς τις ξένες δυνάμεις που ‒και πάλι‒ συγκαταλέγονται στους συμβατικούς «φίλους» της χώρας. Κατά συνέπεια επιβάλλεται η επαγρύπνηση (ακόμη και των Ενόπλων Δυνάμεων) ενάντια σε «κάθε ξένη ▷επιβουλή». Με αυτή τη συνωμοτική αντίληψη της ιστορίας και της επικαιρότητας, η χώρα μοιάζει σαν πολιορκημένη, αν όχι διαβρωμένη, αφού ήδη υπάρχει ▷εξάρτηση «από ξένες δυνάμεις» που εν γένει επιδιώκουν να επιβάλουν σχέσεις ▷υποτέλειας: (ακατονόμαστες) σκοτεινές δυνάμεις «μας θέλουν όλους ▷ραγιάδες, για να μας κάνουν ό,τι θέλουν». Ξένοι πράκτορες ▷κατασκοπεύουν ασύστολα· ▷«κινήσεις ξένων τρομοκρατικών ομάδων» καταγράφονται· ξένες κυβερνήσεις αδικούν κατάφωρα την Ελλάδα ή βυσσοδομούν εναντίον της. Εν γένει «ο ξένος παράγοντας ▷επεμβαίνει στα εσωτερικά της χώρας μας με απαράδεκτο τρόπο».

Ακόμη και τα ▷καραβάνια τον ▷τουριστών, κυρίως από τον Βορρά,[86] που ▷«κατακλύζουν κάθε χρόνο τα νησιά μας», δεν προκαλούν θετικούς συνειρμούς, με μόνη εξαίρεση το οικονομικό κέρδος.[87] Αξίζει να σημειωθεί η εξήγηση της μεταφορικής σημασίας του διαχρονικού (σε όλες τις εκδόσεις!) λήμματος ▷Ούννοι: «πλήθος που προκαλεί καταστροφές, στίφη βαρβάρων (συνήθως για τα πλήθη των τουριστών ή για τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής)». Ταυτίζονται δηλαδή δύο ▷επιδρομές βαρβάρων, ξένων, που με διαφορετικό τρόπο διατάραζαν και διαταράσσουν τα αυθεντικά μοντέλα ελληνικής ταυτότητας και πολιτισμού, κοντολογίς της ρωμιοσύνης. Το σχετικό λήμμα ερμηνεύεται άλλωστε ως εξής: «Οι Έλληνες φύλαξαν καλά τη ρωμιοσύνη τους»η οποία ταυτόχρονα προσδιορίζεται ως οι «ιδιότητες και το ήθος που διαμόρφωσε η ορθόδοξη παράδοση και η ιστορική πορεία του νεότερου ελληνισμού (λ.χ. το φιλότιμο, η λεβεντιά, το μεράκι, η παλληκαριά)». Ωστόσο, χρειάζεται ▷εγρήγορση[88] για την περαιτέρω φύλαξη των αξιών[89] αυτών, εφόσον ελλοχεύουν κίνδυνοι: «Αν αποκοπούμε από τις ▷ρίζες μας, θα χάσουμε τη εθνική μας ταυτότητα».

Βέβαια, σχετικά με την ταυτότητα αυτήν δεν λείπουν από το λεξικό Μπαμπινιώτη κάποια λήμματα ήπιας αυτοκριτικής.[90] Ωστόσο, ο άοκνος αναγνώστης θα παρηγορηθεί πάραυτα μόλις ανακαλύψει πως «πολλά από τα ελαττώματα της φυλής μας αποδίδονται στην ▷τουρκοκρατία», η οποία λοιπόν έχει αφήσει και άλλη μια άχαρη κληρονομιά στους Έλληνες. Σε πολλά λήμματα όμως, ιδίως της Α΄ έκδοσης, ο χρήστης απαντά πιο χειροπιαστά, καίρια, προβλήματα, λανθάνοντες κίνδυνους, ως απόρροια της διαχρονικά δύσκολης γειτνίασης ‒ αν και ο συγκεκριμένος γείτονας ενίοτε απλώς φωτογραφίζεται.[91]

Ξεχωρίζει όμως η ρητή διαπίστωση πως «υπάρχει μια αιώνια[92] έχθρα μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων», η οποία στις μεταγενέστερες εκδόσεις θυσιάζεται χάριν της νέας πολιτικής ορθότητας, που απέρρεε από τη βελτίωση του «δημόσιου» ελληνοτουρκικού κλίματος εξαιτίας και της «διπλωματίας των σεισμών» (1999). Άλλωστε, ενδεχόμενες απορίες για τους υπαίτιους της όποιας έχθρας ή αντιπαλότητας[93] λύνονται αξιωματικά εκ των προτέρων: «Οι Έλληνες είναι ▷ειρηνικός λαός» ενώ, από την άλλη, ως συνώνυμο του ρήματος ▷λυσσώ καθιερώνεται το «γίνομαι Τούρκος».[94] Όταν συμβαίνει οι δύο χώρες να προβαίνουν σε παρόμοιες (επεκτατικές) στρατηγικές, τότε κρίνονται με δύο μέτρα και δύο σταθμά: Συγκεκριμένα, ο οικονομικός έλεγχος της ευρύτερης περιοχής από την Ελλάδα θεωρείται θεμιτός και ποθητός,[95] ενώ προφανώς δεν ισχύει το ίδιο για την Τουρκία, όπως φαίνεται και από την επιλογή των όρων.[96]

Πολλά λήμματα θυμίζουν τη διαχρονική αντιπαλότητα ως βασικό συστατικό της νεοελληνικής ταυτότητας και μνημονικής κουλτούρας: Οι ▷θρήνοι για την ▷άλωση[97] της Πόλης, οι τέσσαρες αιώνες ▷σκλαβιάς που «οι ▷υπόδουλοι Έλληνες ▷στέναζαν υπό τον τουρκικό ▷ζυγό».[98] Μετά την ▷επανάσταση του ’21, στα χρόνια του ▷Αγώνα,[99] «όσους συνέλαβαν οι Τούρκοι τους ▷παλούκωσαν», ενώ ορισμένους ‒όπως τον Δασκαλογιάννη ή τον Αθανάσιο Διάκο‒ τους ▷έγδαραν ζωντανούς ή τους ▷σούβλισαν.[100] Παραλείφθηκε αναφορά στον ▷στραγγαλισμό του Ρήγα Φεραίου.[101]

Οι παλαιές οδυνηρές εμπειρίες επιβεβαιώθηκαν και στον 20ό αιώνα. Ξεχωρίζουν οι ωμότητες κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή: «Ρώτησε αυτόν που ήταν στην καταστροφή της Σμύρνης να σου πει τι εστί Τούρκος!».[102] Πιο πρόσφατα παραδείγματα αποτελούν το ▷πογκρόμ του ▷μαύρου Σεπτέμβρη του ’55 και η ▷εισβολή του ▷Αττίλα στην Κύπρο.[103] Γενικότερα όμως, και έως σήμερα υφίσταται απειλή εκ μέρους του αδιάλλακτου γείτονα,[104] ο οποίος ▷παραβιάζει τον εθνικό εναέριο χώρο μας, «▷εποφθαλμιά τα νησιά του Αιγαίου»,[105] και γενικά ▷κλιμακώνει την ένταση ‒ αρνούμενος «να συμμορφωθεί προς τους κανόνες του διεθνούς δικαίου».[106] Δυστυχώς όμως, όπως επικρίνει το λεξικό, «η ▷απάντηση της Ελλάδας» στις τουρκικές προκλήσεις συχνά είναι ▷«βραδυφλεγής, ισοδυναμώντας με ▷απραξία ή υποχώρηση. Δηλαδή, η κυβέρνηση οφείλει να ξυπνήσει από τον ▷λήθαργο, εφόσον «η Ελλάδα πρέπει να πάρει τις κρίσιμες αποφάσεις για τα εθνικά μας θέματα·ήγγικεν η ώρα».[107]

Εδώ, βέβαια, η λεξικογραφική ομάδα στέλνει ένα ευρύτερο, σοβαρό, μήνυμα στους αναγνώστες: Εφόσον εν γένει, σε όλες τις εκδόσεις, «είναι μεγάλη ▷ντροπή η υποχώρηση στα εθνικά θέματα», ενώ ταυτόχρονα ο συμβιβασμός σε τέτοια θέματα καθιερώνεται ως συνώνυμη έννοια με την ▷υποχώρηση, συνεπάγεται ότι κάθε συμβιβαστική λύση, κάθε παρέκκλιση από μαξιμαλιστικές «εθνικές θέσεις» ‒π.χ, στο αδιέξοδο θέμα του ονόματος της FYROM‒ πρέπει να κριθεί ως εθνικώς ύποπτη.

Ο Έλλην ‒ ανάδελφος;

Δεν χρειάζονται άλλες αποδείξεις πως η ταυτότητα του Έλληνα διαμορφώνεται κυρίως μέσα από τη συνεχή αντιπαράθεση με τους ▷αλλόφυλους. Σημειωτέον ότι στο λήμμα αυτό τα δύο παραδείγματα που παρατίθενται αποδίδουν αρνητικό περιεχόμενο στον όρο. Το εκτενέστερο, από βιβλικό συμφραζόμενο, παραπέμπει στην περίφημη κραυγή του Σαμψών που συμβολίζει την αυτοθυσία υπέρ του έθνους, συμπαρασύροντας στον θάνατο τους αλλόφυλους (Φιλισταίους) εχθρούς: «Αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλων».

Όσες εσωτερικές διαφοροποιήσεις αναφέρονται στο λεξικό αφορούν ενδοελληνικές ετερότητες με ομόφυλους «άλλους», κυρίως στη σφαίρα της πολιτικής ή… του ποδοσφαίρου, αλλά σπανίως σε εθνοτικές διαιρέσεις. Εξαίρεση αποτελούν οι ▷Βλάχοι ως «δίγλωσσοι Έλληνες» που γλωσσικά μόνο («όχι εθνολογικά!») συγγενεύουν με τους Ρουμάνους. Εντούτοις, δημιούργησαν προβλήματα με την αναφερθείσα μεταφορική χρήση του λήμματος (χωριάτης, άξεστος, ατημέλητος, κ.λπ.) η οποία έχει επικριθεί[108] και έτσι κόπηκε τουλάχιστον το «ατημέλητος, κ.λπ.»... Βέβαια ο λεξικογράφος βρήκε μια έξοδο, καθιερώνοντας δύο ξεχωριστά λήμματα: Αφενός, τον ▷Βλάχο, με κεφαλαίο Β, για τον δίγλωσσο συμπατριώτη και «(γενικότερα) κάθε ορεσίβιο βοσκό της ηπειρώτικης Ελλάδας», καθώς και, αφετέρου, τον ▷βλάχο, που εννοεί ‒πέραν από κάποιο χονδρό ψάρι (το οποίο στην Α΄ έκδοση ακόμη δεν είχε αποκαλυφθεί και καταγραφεί)‒ άτομο «με εμφάνιση, συμπεριφορά και ομιλία χωριάτη», τον επαρχιώτη. Αναπόφευκτα όμως, τα δύο λήμματα ξανασμίγουν αμέσως παρακάτω στη ▷βλαχουριά (με πεζό «β») η οποία ερμηνεύεται ως 1) «το σύνολο των Βλάχων» και 2) «σύνολο άξεστων ανθρώπων»…

Το λιτό λήμμα ▷Πομάκοι δεν περιέχει μειωτικές αιχμές, αφού ξεκαθαρίζεται μάλιστα πως δεν είναι Τούρκοι, ενώ οι ▷Τσάμηδες περιορίζονται σε ένα (ιστορικά) λειψό λήμμα και στο ▷τσάμικο («παραδοσιακός ελληνικός χορός»). Αναφέρεται και η άμεση σημασία: «Αυτός που σχετίζεται με τους Τσάμηδες», ενώ αναφέρεται η κακόσημη παρομοίωση της πιάτσας: «γίνομαι ▷τσάμικος ▷ταμπάκος», δηλ. «γίνομαι πολύ ενοχλητικός». «Η μουσουλμανική ▷μειονότητα της Ελλάδας» (και «οι ▷τουρκόφωνοι πληθυσμοί της Θράκης»[109]) απλώς αναφέρονται πως υφίστανται ‒ χωρίς την παραμικρή περαιτέρω διευκρίνιση, ενώ κάπως αντισταθμίζεται από την επίσης λακωνική αναφορά της «ελληνικής ▷μειονότητας τής Αλβανίας» στο ίδιο λήμμα.[110]

Τα λήμματα ▷Ρομ και ▷αθίγγανος παραπέμπουν στον ▷γύφτο και στον ▷Τσιγγάνο. Ο τελευταίος διαθέτει μάλιστα και ίχνη δεξιοτεχνίας και ρομαντισμού, εφόσον οι Τσιγγάνοι «στην Ελλάδα έγιναν γνωστοί ως σιδεράδες και οργανοπαίκτες», ενώ γενικότερα «θεωρούνται σύμβολα της ελεύθερης, χωρίς περιορισμούς, ζωής». Σε άλλα λήμματα δίνονται διευκρινιστικές λεπτομέρειες για την ελεύθερη ζωή των Τσιγγάνων: Ως ▷περιπλανώμενοι καταλύουν σε ▷τσαντίρια. Το λήμμα ▷γύφτος «ερμηνεύεται» πιο αρνητικά: «τσιγγάνος και γενικότερα κάθε μελαμψός νομάς που ζει […] έξω από τα πλαίσια της κοινωνικής οργάνωσης». Το λήμμα αναφέρει και άλλες δύο σημασίες: «2. (μειωτ.) αυτός που είναι πολύ μελαχρινός ή έχει το παρουσιαστικό που κατά σύμβαση αποδίδεται στους τσιγγάνους: που να συμβιώσει μαζί τους· αυτοί είναι γύφτοι με τα όλα τους! 3. (μτφ.-μειωτ.) αυτός που δείχνει μικροπρεπή (και συνήθ. τσιγγούνικη) συμπεριφορά».[111]

Οι έννοιες αυτές ψαλιδίζονται όμως σταδιακά προς το πολιτικώς ορθότερο στις επόμενες εκδόσεις.

Αναλόγως και στο γενικό λήμμα ▷Εβραίος αφαιρέθηκε, έπειτα από σχετικές διαμαρτυρίες, η αρχική μεταφορική-μειωτική έννοια («άνθρωπος συμφεροντολόγος, τσιγγούνης και φιλάργυρος»). Η σημασία αυτή διατηρείται όμως σε άλλα λήμματα.[112] Σε όλες όμως τις εκδόσεις απουσιάζει λημματική αναφορά στους Ελληνοεβραίους·[113] το ίδιο ισχύει για την εναπομένουσα σλαβόφωνη μειονότητα (με όποια ονομασία).

Προφανώς, η λεξικογραφική ομάδα επιδιώκει να παρουσιάσει μια εικόνα όσον το δυνατόν μεγαλύτερης ενότητας και ομογένειας του λαού «προς τα έξω», εφόσον θεωρεί την αρραγή εθνική ▷ομοψυχία απαραίτητη για την απόκρουση των πολλαπλών έξωθεν επιρροών, απειλών,[114] συνωμοσιών, επεμβάσεων και ανακατατάξεων. Στην παγίωση αυτής της εικόνας συντείνει και άλλη μια (διαχρονική) ιδιαιτερότητα του λεξικού: Οι κατ’ αρχήν θετικές έννοιες του ▷πρόσφυγα και εν γένει της ▷προσφυγιάς «ελληνοποιούνται» εξ ολοκλήρου, εφόσον όλα τα παραδείγματα αναφέρονται σε ομόφυλους.[115] Το ίδιο ισχύει για τον όρο ▷μετανάστης.[116] Καλύτερη απόδειξη είναι το παράδειγμα σε άλλο λήμμα: «Οι μετανάστες κράτησαν μέσα στην ψυχή τους άσβεστη τη φλόγα της ▷ρωμιοσύνης». Μόνο δευτερευόντως γίνεται αναφορά στο εγωκεντρικό όραμα του μετανάστη να επιστρέψει «στη ▷γενέτειρά του πλούσιος και διάσημος», ενώ εκτενέστατα προβάλλεται η ζωντανή σχέση τού ‒μονίμως ή μη‒ ξενιτεμένου με την πατρίδα και το έθνος, μαζί με τη γενικότερη πατριωτική προσφορά του Ελληνισμού εκτός συνόρων.[117] Στις ΗΠΑ μάλιστα, η ομογένεια έχει αναλάβει σημαντικότατο ρόλο, ασκώντας ▷πιέσεις σε κυβερνητικούς κύκλους, για να αναθεωρήσουν τη (φιλοτουρκική) στάση τους υπέρ της Ελλάδας.[118]

Με τα δεδομένα αυτά, μόνο η αλλόφυλης προέλευσης ▷λαθρομετανάστευση έχει αρνητικό πρόσημο: εγκυμονεί εθνικούς κινδύνους και για την αντιμετώπισή της ‒όπως κάθε έξωθεν ▷επιβουλής‒ «ο στρατός περιπολεί στα σύνορα». Ασφαλώς, οι συντάκτες του λεξικού θα μπορούσαν και πάλι να απαντήσουν πως απλώς αναπαράγουν τη «φωνή του λαού». Πράγματι, το λεξικό και πάλι συμπλέει με μεγάλη, αν όχι πλειοψηφική μερίδα των αναγνωστών του, αφού ‒ακόμη και σε πρώην προσφυγικές κοινότητες‒ υφίσταται έντονη απροθυμία να «ισοπεδωθούν», να αντιπαραβληθούν δηλαδή, οι δικές τους οδυνηρές συλλογικές μνήμες με ανάλογες εμπειρίες των Αλβανών ή άλλων μεταναστών στη σημερινή Ελλάδα.[119] Τέτοιες προσεγγίσεις παραβλέπουν ότι με τη δεύτερη και τρίτη γενιά των μεταναστών ήδη κλυδωνίζεται το κυρίαρχο μοντέλο της Ελλάδας ως υπόδειγμα εθνικής, πολιτισμικής, θρησκευτικής και γλωσσικής ομογένειας.[120]

Εκ νέου τίθεται το ερώτημα σχετικά με τον Σαρτζετάκειο όρο για το «έθνος ▷ανάδελφο». Το λεξικό απλώς καταχωρίζει το λήμμα ‒ αποφεύγοντας όμως να κάνει την ταύτιση. Ωστόσο, αναζητώντας το λήμμα ▷αδελφός ή ολίγον παραπέρα, ο αναγνώστης εντοπίζει συνολικά τρεις «αδελφούς μας»: τους αυτονόητους Κυπρίους, τους ▷«αλύτρωτους αδελφούς μας»[121] Βορειοηπειρώτες, και ‒αφού δεν πρόκειται για ομόφυλους‒ τους ▷ομόδοξους Σέρβους, τιμής και θρησκείας ένεκεν! «Στον αγωνιζόμενο λαό της Σερβίας» αφιερώνεται μάλιστα επιπλέον το συναισθηματικά φορτισμένο λήμμα ▷αλληλεγγύη. Υπενθυμίζεται ότι η Αʹ έκδοση του λεξικού κυκλοφόρησε το 1998, έναν χρόνο πριν από τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας. Μέχρι να κυκλοφορήσει η Βʹ έκδοση, το 2002, είχαν φθάσει όμως και στην Ελλάδα τα πρώτα μαντάτα από τη Σρεμπρένιτσα (1995), και Σέρβοι και Σερβοβόσνιοι αποκαθηλώθηκαν σιωπηρά.[122]

Ελλείψει (αλλόφυλων) αδελφών λαών, ο γράφων, ανήσυχος, προσπάθησε να εντοπίσει τουλάχιστον κάποιον ▷«φίλο λαό» με τον οποίο, σύμφωνα με τον γενικό προσδιορισμό του Γ. Μπαμπινιώτη, η Ελλάδα θα συνδεόταν με «σχέσεις ειρήνης, αλληλεγγύης, συμμαχίας» ‒ εις μάτην όμως. Στον κόσμο του λεξικού υπάρχουν μόνο μεμονωμένοι φίλοι της χώρας και των ανθρώπων της. Στην κατηγορία αυτήν ξεχωρίζει, ως μονάς, ο Ούλοφ Πάλμε που «υπήρξε ▷φίλος της Ελλάδας».[123]

Επομένως παραμένει το καίριο και δυσεπίλυτο ερώτημα: Τελικά η Ελλάδα από ντε φάκτο «ανάδελφο έθνος» ‒ομφαλοσκοπώντας απομονωμένη σε έναν εχθρικό[124] ή, στην καλύτερη περίπτωση, αδιάφορο περίγυρο‒ μήπως μετεξελίσσεται πλέον με ή χωρίς τη θέλησή της σε συνιστώσα ευρύτερης οντότητας; Η άλλοτε «αδελφική» σχέση με τη Σερβία ποτέ δεν επεκτεινόταν στα υπόλοιπα Βαλκάνια. Η λανθάνουσα αντιβαλκανική τοποθέτηση του λεξικού βρίσκει ανταπόκριση στους (αναμφίβολα πολλούς) αναγνώστες που διατηρούν επιφυλάξεις για τους βόρειους γείτονες εξαιτίας παλαιών διαχωριστικών γραμμών και φόβων που εξακολουθούν να σχετίζονται ιστορικά με τον πανσλαβισμό[125] και το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Έτσι, πέραν των καθαρά γεωγραφικών δεδομένων, τα μοναδικά λήμματα ένταξης της Ελλάδας στα Βαλκάνια που ο γράφων μπόρεσε να εντοπίσει είναι ιστορικής φύσεως και μάλιστα «τουρκογενή»: Η ▷Τουρκοκρατία, καθώς και ο συνασπισμός[126] των βαλκανικών κρατών το 1912 κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Αυτονόητη είναι η (απλώς) γεωγραφική ένταξη στον χώρο των ▷Βαλκανίων, ή μάλλον στη πύλη τους ‒ με τις αναπόφευκτες ασάφειες που συνεπάγεται αυτή η θέση ως προς την ταυτότητα και τον ενδεχόμενο θεσμικό ρόλο της Ελλάδας. Ενδεικτικό για τη σύγχυση που επικρατούσε σχετικά στο ελληνικό κοινό κατά την πιο κρίσιμη φάση της μετα-γιουγκοσλαβικής κρίσης (καθώς και κατά τη γένεση του λεξικού Μπαμπινιώτη) υπήρξε το εξής εφιαλτικό πολιτικό σκίτσο: μεμονωμένο κτίριο με την επιγραφή ΒΑΛΚΑΝΙΑ δονείται από εκρήξεις οι οποίες φωτίζουν τη νύχτα, ενώ τρομοκρατημένοι ενοικιαστές εκσφενδονίζονται στον αέρα. Στην είσοδο κάθεται ένας κάθιδρος μικροσκοπικός Κώστας Σημίτης, ο οποίος απαντά στα πληρώματα των οχημάτων άμεσης παρέμβασης του ΝΑΤΟ (100), της Ε.Ε. (199) και του ΟΗΕ (166): «ΤΙ ΘΑ ΠΕΙ ΜΕ ΠΟΙΑ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΣΑΣ ΚΑΛΕΣΑ; ΕΙΜΑΙ ΘΥΡΩΡΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ»[127]

KAL

Με την ευρύτερη οντότητα της Ευρώπης υπάρχουν σαφώς περισσότεροι δεσμοί (ιστορικοί, πολιτισμικοί, σύγχρονοι γραφειοκρατικοί τύπου Βρυξελλών), αλλά αυτοί φαντάζουν πλέον ισχνοί, επισφαλείς και απατηλοί, εφόσον υφίσταται τεράστια διαφορά στο γενικότερο εκτόπισμα των εταίρων. Ο γράφων κατάφερε να εντοπίσει μια μόνο αναφορά σε ‒περιστασιακή‒ συστράτευση της Κοινότητας προς αντιμετώπιση εξωτερικής (μάλλον οικονομικής φύσεως) απειλής: μια γενικόλογη κατά της «αμερικανικής πρόκλησης»[128]‒ και αυτή έχει ήδη αφαιρεθεί στις μεταγενέστερες εκδόσεις… Στο σκιαγραφημένο σκηνικό δεν μένει λοιπόν για τους Έλληνες άλλη εύλογη δυνατότητα συναισθηματικής ένταξης εκτός από την ιστορική μεσογειακή ανθρωπολογία,[129]στην οποία οι ▷Τούρκοι ‒ως Ανατολίτες‒ δεν έχουν χώρο παρά μόνο ως (επίδοξοι) επιδρομείς.[130] Άλλωστε το λεξικό δεν παραλείπει να θυμίσει πως ο χαρακτηρισμός «ανατολίτης» συχνά «αναφέρεται ειδικά στους Τούρκους με ειρωνική ή υποτιμητική σημασιακή χροιά».[131]

Ο σκεπτικισμός του λεξικογράφου απέναντι στην Ευρώπη της Δύσης και του Βορρά[132] δεν οφείλεται μόνο σε καταγραμμένες (και καταγγελθείσες) άστοργες ή ανθελληνικές συμπεριφορές της συλλογικότητας των Ευρωπαίων εταίρων, αλλά και στη ρητά προβαλλόμενη θέση της ασυμβατότητας χαρακτήρων: Ως συστατικά της ▷βόρειας ιδιοσυγκρασίας προβάλλονται «σοβαρότητα, αυτοπειθαρχία έως και ψυχρότητα». Συνακολούθως, «οι ▷Βόρειοι είναι πιο συγκρατημένοι […] από τους Μεσόγειους». Οι πρώτοι «φαίνονται ανέκφραστοι και απαθείς, σαν να μην κυλάει ▷αίμα μέσα τους».[133] Αναλόγως τους λείπει και ο αυθορμητισμός, ιδιότητα που θεωρείται εξέχον «χαρακτηριστικό της μεσογειακής ▷ιδιοσυγκρασίας». Αντίποδες λοιπόν, αφενός οι (par excellence βόρειοι) Γερμανοί ‒που τους χαρακτηρίζει το κλασικό τρίπτυχο «πειθαρχία / ακρίβεια / οργάνωση»[134] ‒ και, αφετέρου, οι Έλληνες που ευτυχώς ή δυστυχώς έχουν ως γνώρισμα «μία άλλη ▷φιλοσοφία» ζωής.[135]

Παρέκκλιση απ’ αυτούς τους μονοδιάστατους στερεοτυπικούς κανόνες του λεξικού αποτελεί ένα λήμμα που παραπέμπει σε ένα «σπάνιο ▷κράμα μεσογειακού πάθους και γερμανικής μεθοδικότητας» ‒ ασφαλώς όχι ως πρόταση προσέγγισης ή συμβιβασμού, αλλά ως οξύμωρο σχήμα! Ωστόσο, για τον γράφοντα του παρόντος, το εν λόγω οξύμωρο θα συνιστούσε την ιδανική ραχοκοκαλιά της επιζητούμενης και πολυπόθητης κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας…[136]

Επίλογος: Ο τραχύς δρόμος προς την πολιτική ορθότητα

 «Έργο τιτάνειο, αλλά, ευτυχώς, όχι σισύφειο»
Γ. Μπαμπινιώτης[137]

Οφείλω να επισημάνω ότι, μαζί με άλλα λεξικά της Νεοελληνικής, έτσι και το λεξικό Μπαμπινιώτη το έχω χρησιμοποιήσει πολλές φορές από τη στιγμή της πρώτης έκδοσής του, το ’98. Ταυτόχρονα κρατούσα πρόχειρες σημειώσεις σχετικά με τις απορίες ή και ενστάσεις για κάποιες από τις ερμηνείες που δίνει. Η αόριστη ιδέα μιας ενδεχόμενης κριτικής δημοσίευσης μετατράπηκε πολύ αργότερα ‒με αφορμή ένα διεθνές συνέδριο περί ταυτοτήτων το 2010‒ σε συγκεκριμένο εγχείρημα. Με την πάροδο του χρόνου, είχα ήδη συγκεντρώσει ‒αρχικά περιστασιακά, έπειτα όλο και πιο συστηματικά‒ έναν εκτενέστατο θησαυρό σχετικών λημμάτων που στη φάση της συγγραφής αντιπαραβαλλόταν με τα αντίστοιχα λήμματα των μεταγενέστερων εκδόσεων και (εν μέρει αναθεωρημένων) ανατυπώσεων.[138]

Η αντιπαράθεση αυτή επεφύλασσε εκπλήξεις, και όχι τόσο στο καθαρά γλωσσικό επίπεδο. Υπενθυμίζουμε τον σάλο που είχε προκαλέσει η πρώτη έκδοση, όχι τόσο εξαιτίας των επιστημονικών αντιρρήσεων για αμφισβητούμενα ζητήματα ορθογραφίας, ετυμολογίας ή γραμματικής, αλλά περισσότερο για ορισμένες σκωπτικές-υβριστικές, ακόμη και «εθνικώς ύποπτες»[!] μεταφορικές έννοιες / χρήσεις. Στις βίαιες ή και υστερικές διαμαρτυρίες, τον χορό έσερναν πρώτα τα ποδοσφαιρικά σωματεία και «ακολουθού[σα]ν υπουργοί, δήμαρχοι, καθηγητές και εθνοτοπικές ενώσεις».[139] Ο Γ. Μπαμπινιώτης, παρά την αρχική ρητή άρνησή του («Δεν θα αφαιρέσω ούτε μια λέξη. Δεν θα υποκύψω στο διωγμό των λέξεων!»),[140] σε συνδυασμό με την αμυντική γραμμή της «έμπρακτης εθνικοφροσύνης»,[141] τελικά υπέκυψε στη θύελλα των στρατευμένων διαμαρτυριών. Λίγους μήνες αργότερα, εκείνες από τις καταχρηστικές σημασίες και χρήσεις για τις οποίες είχαν εκφραστεί οι πιο πιεστικές, ακόμη και δικαστικές, καταγγελίες ‒ιδίως στα λήμματα ▷Βούλγαρος [ΠΑΟΚτζής] και ▷Πόντιος[142]‒ απαλείφθηκαν σε (διορθωμένη) «επανεκτύπωση», η οποία όμως συνειδητά δεν καταγράφηκε ως νέα έκδοση.

Στο προκείμενο άρθρο οι αναφορές παραπέμπουν, εφόσον δεν επισημαίνεται κάτι άλλο, στην αρχική Α΄ έκδοση. Στην ερμηνευτική της συνιστώσα εκφράζει, κατά τον μέγιστο δυνατό βαθμό, τον λεξικογράφο και το κοινωνικό σύστημά του στο οποίο κινείται, στοχάζεται, λειτουργεί και εκφράζεται ‒ προτού υποκύψει στις παρεμβάσεις της πολιτικής ορθότητας. Ιδίως στο θέμα της ταυτότητας (και κυρίως της ελληνικής σε αντιπαράθεση με όλες τις άλλες), η Α΄ έκδοση χαρακτηρίζεται από ένα ενιαίο πνεύμα, «ανόθευτο» από τις πολλαπλές παρεμβολές. Αντίθετα, οι σχετικές αλλαγές στις μεταγενέστερες εκδόσεις αντικατοπτρίζουν τη ‒μετά την τραυματική εμπειρία του 1998‒ μόνιμη πια φροντίδα του λεξικογράφου όχι μόνο να ικανοποιήσει τις εκφρασθείσες («υπολογίσιμες») ενστάσεις, αλλά ιδίως να προλάβει κριτική σε άλλα ευάλωτα λήμματα.

Η συγκεκριμένη γλωσσική εκκαθάριση διεξήχθη σε βάθος, όχι όμως χωρίς ανακολουθίες. Κάποιες είναι δυσεξήγητες, π.χ. όταν στην πρόθεση ▷από, ο εκτελεσμένος από τους Γερμανούς παραμένει ακλόνητος, ενώ το τυρί από τη Γαλλία… φαγώθηκε. Άλλες ανακολουθίες προφανώς είναι ηθελημένες, όταν ερμηνείες που θα μπορούσαν να προκαλέσουν αντιρρήσεις «φυγαδεύονται» από το οικείο λήμμα για να επανακάμψουν από την πίσω πόρτα ενός άσχετου λήμματος.[143] Ενδεικτική είναι η διττή ερμηνεία της έννοιας «μειονότητα». Στο οικείο λήμμα διατηρείται η ουδέτερη «σκέτη» αναφορά στην ελληνική της Αλβανίας και τη «μουσουλμανική» της Ελλάδας, ενώ το κρυφό μήνυμα,[144] ο εν δυνάμει κίνδυνος του φαινομένου, εμφανίζεται μόνο σε δύο εκ πρώτης όψεως ασύνδετα λήμματα: «Οι μειονότητες λειτουργούν συχνά […] ως ▷δούρειοι ίπποι για την αποσταθεροποίηση και τη μεταβολή του στάτους κβο της διεθνούς έννομης τάξης». / «Οι μειονότητες λειτουργούν συχνά ως ▷προγεφυρώματα εθνικιστικών επιδιώξεων αλυτρωτικού χαρακτήρα. (εφημ.)». ‒ Εννοείται ότι οι συχνές παραπομπές της λεξικογραφικής ομάδας σε παράθεμα κάποιας (ανώνυμης) εφημερίδας προφανώς δεν την απαλλάσσει από τις (ενδεχόμενες) «ευθύνες» για την επιλογή και την προτίμηση των συγκεκριμένων «παραδειγματικών» αναφορών.

Στα χρόνια που μεσολαβούσαν από την καθεμία στην επόμενη έκδοση, ο Γ. Μπαμπινιώτης εμφορούνταν από την «επιδίωξη της ακόμη μεγαλύτερης βελτίωσης του έργου με νέες ή επιπρόσθετες λεξικογραφικές πληροφορίες». Βεβαίως, «σε μια νέα έκδοση δεν έχει μόνο σημασία τι νέο βάζεις αλλά ‒και αυτό είναι το δυσκολότερο‒ έχει εξίσου μεγάλη σημασία και τι βγάζεις, όχι μόνο για οικονομία χώρου […], αλλά επειδή η χρήση της γλώσσας το έχει ξεπεράσει». Άλλωστε, «ένα λεξικό που αποτυπώνει την έκφραση ενός ολόκληρου λαού […] προσκτάται και ηθική διάσταση, αν αναλογιστεί κανείς το καθήκον κάθε ευσυνείδητου λεξικογράφου απέναντι σε μια εθνική γλώσσα και στους ανθρώπους που τη μιλούν».[145]

Προφανώς, έχοντας περάσει το κατώφλι της τρίτης χιλιετίας, πολλές διαχρονικές αιχμές και οξύτητες στη χρήση της ελληνικής γλώσσας είχαν αμβλυνθεί ή εντελώς «ξεπεραστεί». Και, όπως φαίνεται από το αποτέλεσμα, η λεξικογραφική ομάδα το έλαβε υπόψη. Έτσι, ήδη στην Βʹ έκδοση[146] εντοπίζονται ως προς τις ταυτότητες πολυάριθμες αναπροσαρμογές προς την πολιτική ορθότητα, οι οποίες μπορούν να κατηγοριοποιηθούν ως εξής:

1) Ακόμη και στους «αιώνιους» ή/και στους επίκαιρους εχθρούς και αντιπάλους της Ελλάδας μετριάστηκε πλέον η οξύτητα των «ερμηνευτικών» παραδειγμάτων. Αυτό ισχύει πρωτίστως για τους Τούρκους, οι οποίοι δεν επιστρατεύονται πια ως παράδειγμα ▷αιώνιας έχθρας. Διατηρούνται, βέβαια, ως συνώνυμο άγριας και επιθετικής συμπεριφοράς του απώτερου και εγγύτερου παρελθόντος (Τουρκοκρατία, 1821, 1922, 1955, Αττίλας), αλλά αναφέρονται πολύ λιγότερα ‒και ηπιότερα‒ ως αρνητικά παραδείγματα του παρόντος.

Ακόμη και τα σκληρά ναρκωτικά ▷περνούν πλέον στη χώρα μας από (αδιευκρίνιστα) «αφύλακτα συνοριακά σημεία» ‒ δηλαδή δεν κατονομάζεται πια η Τουρκία (και οι υποψίες του αναγνώστη ενδεχομένως στρέφονται κατά της πΓΔΜ). Έτσι, δεν χρειάζεται πια να προβληθεί τόσο συχνά η ‒κατά περίπτωση‒ ▷απάντηση[147] ή ▷απραξία της ελληνικής κυβέρνησης. Όσο αφαιρούνται καταγγελίες για «πολεμικές ▷κορώνες της Τουρκίας», τόσο και οι λεξικογραφικές προτροπές αγωνιστικής φύσεως περιττεύουν. Στην Δʹ έκδοση προστέθηκε μάλιστα μια πρωτόγνωρα θετική αναφορά στην ανατολική γείτονα: «Η Ελλάδα και η Τουρκία είναι ▷σύμμαχοι στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ». Βέβαια, το συμβατικό περιεχόμενο του «συμμάχου» απέχει παρασάγγας από το συναισθηματικό βάθος και το πρακτικό βάρος ενός «φίλου».

Πολύ μικρότερη, αντιθέτως, είναι η «έκπτωση» που το ανανεωμένο λεξικό παραχωρεί στην πΓΔΜ. Ουσιαστικά όλα τα αναφερθέντα σημεία αιχμής διατηρούνται, μόνο το λήμμα ▷τρίζω ερμηνεύεται με ανώδυνο τρόπο.[148] Ταυτόχρονα αποφεύγεται έτσι η συνδυαστική παραπομπή ‒έστω με αρνητικό πρόσημο‒ στο γειτονικό κρατικό μόρφωμα και στον Μέγα Αλέξανδρο.

2) Αντιστοίχως, η αρνητική εικόνα των Γερμανών περιορίζεται κυρίως στην περίοδο του ναζισμού και της Κατοχής, χωρίς να λείπουν ωστόσο οι κάποιες (σαφώς λιγότερες) αναφορές σε σκληρές ή άγαρμπες συμπεριφορές σύγχρονων Γερμανών αξιωματούχων.[149] Ένα βήμα στην άλλη κατεύθυνση αποτελεί πάντως η οξύτατη νέα επισήμανση πως «διαπράχθηκαν αίσχη στην κατοχή, για τα οποία θα έπρεπε να ντρέπεται η Γερμανία ακόμα και σήμερα».[150] Ακολούθησε μάλιστα η λημματογράφηση του αλήστου μνήμης ▷γερμανοτσολιά…[151]

3) Και ως προς τους υπόλοιπους (▷άσπονδους) Δυτικούς φίλους / εταίρους, οι αρνητικές παραπομπές μειώνονται ‒ τουλάχιστον σε σχέση με τη σύγχρονη εποχή.[152] Ενδεικτική είναι και η ραγδαία συρρίκνωση του λήμματος ▷ιμπεριαλισμός από δεκαπέντε σειρές κειμένου στην Αʹ έκδοση σε δύο στη Δʹ έκδοση. Ταυτόχρονα αφαιρείται η συλλογική αναφορά στον «αμερικανικό / αγγλικό / τουρκικό» ▷ιμπεριαλισμό. Ο τελευταίος, βέβαια, επανακάμπτει από την «κερκόπορτα» του ▷επεκτατισμού…

4) Αναλόγως εξαφανίζονται σχεδόν ολοσχερώς οι ποικίλες αναφορές για την καταγγελθείσα (στην Αʹ έκδοση) ενεργή συμμετοχή των Γερμανών και των άλλων Δυτικών, ακόμη και των «γερακιών του Πενταγώνου», στην αιματηρή διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Η Βοσνία, μαζί με τη (σωτήρια για αυτήν) φυγή της από την επικαιρότητα, έπαψε επίσης να είναι το μόνιμο θύμα στις στήλες του λεξικού. Κατά συνέπεια, και η Κροατία δεν αναφέρεται πια ως πιόνι της Γερμανίας.[153]

5) Η κατάργηση του άλλοτε (στην Αʹ έκδοση) μανιχαϊστικού σκηνικού της Γιουγκοσλαβίας παρασύρει και τους Σέρβους: Δεν αποκαθηλώνονται μόνο ως ▷αδελφοί, αλλά τους αφαιρέθηκε πλέον και η ▷αλληλεγγύη μας, η οποία προσφέρεται πια απλόχερα και «με πολλούς τρόπους […] στους διωκόμενους Κούρδους».

6) Χάνοντας όμως και τους τελευταίους αλλόφυλους «αδελφούς», τους Σέρβους, και με μοναδικό ▷φίλο τον μακαρίτη Ούλοφ Πάλμε, η πορεία των Ελλήνων διαγράφεται ακόμη πιο μοναχική: φθάσαμε δηλαδή ουσιαστικά στο έθνος όχι μόνο ανάδελφο, αλλά και άφιλο. Το κενό αυτό δεν καλύπτεται από συμβατική συμμετοχή σε μια στρατιωτική συμμαχία, όπως αποδεικνύει το μόλις αναφερθέν παράδειγμα της «συμμάχου» Τουρκίας.

7) Αυτή η μοναχική πορεία και, γενικότερα, «οι καιροί», απαιτούν το έθνος να βρίσκεται σε ▷εγρήγορση και να διαθέτει ▷ομοψυχία, ▷φυλάσσοντας τη ▷ρωμιοσύνη του, καθώς και τα σύνορα της πατρίδας ‒ η οποία εξακολουθεί να είναι «ξέφραγο ▷αμπέλι». Ο ελλοχεύων κίνδυνος της εσωτερικής διάβρωσης και ανομοιογένειας εμφανίζεται στις εκδόσεις της νέας χιλιετίας μάλλον ως κύρια απειλή, επειδή οι σχετικές προειδοποιήσεις της λεξικογραφικής ομάδας παραμένουν, ενώ οι εξωτερικοί κίνδυνοι από παλαιούς και νέους εχθρούς, όπως είδαμε, έχουν κάπως μετριαστεί. Σε αυτό συνέβαλλε και η θετικότερη θεώρηση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, καθώς και του εκτοπίσματος της Ελλάδας ως εταίρου αυτής. Αυτή η αναβάθμιση της αυτο-εικόνας οφειλόταν και στο λεξικογραφικό «γεγονός» ότι η Ελλάδα ‒από την εποχή της Βʹ έκδοσης‒ δεν ▷βασιζόταν πια στα κονδύλια της ΕΕ! Από αυτή την απατηλή αφετηρία πηγάζουν προφανώς και κάποιες αισιόδοξες προσθήκες της Βʹ και Γʹ έκδοσης: «Είμαστευπερήφανος λαός και δεν ανεχόμαστε να μας προσβάλλουν οι ξένοι». Και, ως εκ θαύματος, οι τελευταίοι το πήραν απόφαση: «Κάποτε η χώρα μας ήταν ο φτωχόςσυγγενής της Ευρώπης, ενώ τώρα είναι ισότιμο μέλος των προηγμένων ευρωπαϊκών χωρών στην Ε.Ε.».[154]

Στο τέλος της προηγούμενης εκδοχής της προκείμενης μελέτης, ο γράφων είχε εκφράσει την ευχή: «Είθε οι μελλοντικές εξελίξεις της χώρας να μην καταστήσουν αναγκαία, στην Δʹ έκδοση, μια ακόμα αναθεώρηση του τελευταίου παραθέματος».

Αξιοπεριέργως όμως, εν έτει 2012, ο Γ. Μπαμπινιώτης δεν έβλεπε καμία ανάγκη για μια αναθεώρηση στο σημείο αυτό.[155] Μακάρι, εκ των υστέρων η αισιοδοξία[;] αυτή να δικαιωθεί από την περαιτέρω πορεία της δοκιμασμένης Ελλάδας.


Σημ. ARB: Μια πρώτη, σύντομη μορφή της παραπάνω μελέτης του Hagen Fleischer παρουσιάστηκε στο 4ο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών (Γρανάδα, 2010), μια πολύ ευρύτερη στη Νέα Εστία, τχ. 1844 (2011). Η δεύτερη εκδοχή είχε αναρτηθεί ύστερα από άδεια του συγγραφέα στην παλιά ιστοσελίδα της Athens Review of Books, συνοδεύοντας το άρθρο του Μανώλη Βασιλάκη «Ένας Ελληνοχριστιανός υπουργός Παιδείας» (τεύχος 28, Απρ. 2012), όπου παρουσιάζαμε τις επιφυλλίδες του Γ. Μπαμπινιώτη στο όργανο της δικτατορίας Ελεύθερος Κόσμος. Δυστυχώς, τον Σεπτέμβριο 2018, λίγες ημέρες μετά την κυκλοφορία του 98ου τεύχους με το οποίο παρουσιάζαμε την υπόθεση της προσπάθειας κλεισίματος της ARB, (παρα)κρατικά Τάγματα Ηλεκτρονικής Εφόδου κατέστρεψαν ολοσχερώς την ιστοσελίδα μας. Αναρτούμε τώρα εκ νέου την ακόμη πληρέστερη εκδοχή της μελέτης του Χάγκεν Φλάισερ στην καινούργια ιστοσελίδα του περιοδικού. Η πληρέστερη αυτή εκδοχή περιλαμβάνεται στον τόμο: Βουλγαρική Ακαδημία Επιστημών, Ινστιτούτο Βαλκανικών Σπουδών (επιμ.), Τα Βαλκάνια. Εκσυγχρονισμός, Ταυτότητες, Ιδέες. Συλλογή κειμένων προς τιμήν της καθηγήτριας Νάντιας Ντάνοβα, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης - Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών (ΙΤΕ), Ηράκλειο 2014.


 

 

[1] «significant others», βλ.: Triandafyllidou, Α., “National Ιdentity and the ‘Οther’”, Ethnic and Racial Studies, 4 (1998), 593-612. Πρβλ. το ερμηνευτικό παράδειγμα για το εν λόγω λήμμα: «Γύρισες από το εξωτερικό ▷αλλιώτικος!», στο: Μπαμπινιώτης, Γ., Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα, 1998. Το ίδιο παράδειγμα χρησιμοποιείται σε όλες τις εκδόσεις. (Το προκείμενο παραπέμπει κατ’ αρχήν πάντα στην Αʹ έκδοση, στις άλλες εκδόσεις μόνον εφόσον υπάρχει ουσιώδης διαφορά).

[2] Murtanen, Α., About the Notion of Identity, Limes, 2010, 1, 31. ‒ Τα ένθεν και ένθεν αρνητικά στερεότυπα ανθούν. Π.χ., στα φινλανδικά, ‘Ruotsalainen’ δεν σημαίνει μόνο «Σουηδός», αλλά και «ομοφυλόφιλος»!

[3] Φλάισερ, Χ., Οι πόλεμοι της μνήμης. Ο Βʹ Παγκόσμιος Πόλεμος στη δημόσια ιστορία, Αθήνα, 2008, 228. Πρβλ. επίσης: Fleischer, Η., “Nationalsozialistische Besatzungsherrschaft im Vergleich. Versuch einer Synopse”, στο Benz W. et al. (επιμ.), Anpassung ‒ Kollaboration ‒ Widerstand. Kollektive Reaktionen auf die Okkupation, Βερολίνο, 1996, 257-302.

[4] Hopkins, N. & Murdoch, N., “The Role of the ‘Other’ in National Identity: Exploring the Context-dependence of the National Ingroup Stereotype”, Journal of Community & Applied Social Psychology, 9 (1999), εδώ: 323.

[5] «Ως αντεστραμμένο είδωλο της ταυτότητας, η ετερότητα περιέχει αρνητικά αξιολογικά γνωρίσματα που καθιστούν τον “άλλο” υποδεέστερο». Παπαταξιάρχης, E., «Τα άχθη της ετερότητας: Διαστάσεις της πολιτισμικής διαφοροποίησης στην Ελλάδα του πρώιμου 21ου αιώνα», στο Παπαταξιάρχης, E. (επιμ.), Περιπέτειες της ετερότητας, Αθήνα, 2006, 29. Βλ. επίσης: Millas, Η., The Imagined 'Other' as National Identity. Greeks & Turks, Άγκυρα, 2004.

[6] Πρβλ. Το Βήμα, 3.8.1960 / Athens News, 4.8.1960 / Archives du Ministere des Affaires Etrangeres, Paris, EU 44-70, Grece, v. 178, Ambassade de France, 4.8.1960.

[7] Berger, S., “History and national identity: Why they should remain divorced”, History and Policy, 2007, 12 (http://www.historyandpolicy.org/papers/policy-paper-66.html)

[8] Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. [7].

[9] Βλ. επίλογο.

[10] Ο «Ιός», “Παλλαϊκή Λεξικογραφία”, Ελευθεροτυπία, 17.10.1998. Βλ. και επίλογο.

[11] Μπαμπινιώτης, Λεξικό, σ. 13 (έμφαση στο πρωτότυπο)· πρβλ.: στο ίδιο, 2033.

[12] «… από τον πιο απλό αναγνώστη (μαθητή του σχολείου) μέχρι τον πιο απαιτητικό (φοιτητή, εκπαιδευτικό, επιστήμονα, δάσκαλο της γλώσσας κ.ά.» (Προλογικό σημείωμα επανεκτύπωσης Αʹ έκδοσης), Ιούλιος 1988.

[13] Στο ίδιο, Πρόλογος Βʹ έκδοσης (2002).

[14] Παπαταξιάρχης, Ε., Τα άχθη της ετερότητας, 30.

[15] «Φρονεί ότι η οικονομική εξαθλίωση στα Βαλκάνια δεν είναι στο εγγύς μέλλον αναστρέψιμη» (Αʹ έκδοση, ▷νομίζω, συνώνυμο «φρονώ».) Από τη Βʹ έκδοση, ωστόσο, η βαλκανική οικονομία ευτυχώς πάει καλύτερα, εφόσον η κατά τα άλλα ταυτόσημη αναφορά παραπέμπει πλέον στην εξαθλίωση «αυτής της [μη κατονομαζόμενης] χώρας».

[16] «Στα Βαλκάνια επικρατεί ▷αναβρασμός λόγω των εθνικιστικών κινημάτων». Βλ. και: ▷ειρήνη / ▷παραγνωρίζω / ▷σύρραξη / ▷αναθεώρηση.

[17] ▷«Φέρνω ως παράδειγμα την κατάσταση στη Γιουγκοσλαβία για να υποστηρίξω ότι ο πόλεμος εξαπλώνεται και στην Ευρώπη». / «Η Ελλάδα δεν απέφυγε να γίνει ▷μέρος της γιουγκοσλαβικής κρίσης». Μεταξύ άλλων δεινών, αποτέλεσε «πλήγμα για τον ελληνικό ▷τουρισμό ο πόλεμος στη Βοσνία».

[18] Επίσης: «Οι υπουργοί εξωτερικών της Κοινότητας ▷διαβουλεύονται για το μέλλον της πρώην Γιουγκοσλαβίας».

[19] Κλασικό είναι το ανέκδοτο για τον Βόσνιο που αναζητεί δουλειά. Ο Σέρβος εργοδότης τον ανακρίνει: «Εσείς οι Βόσνιοι όμως δεν είστε όλοι τεμπέληδες;» Και εκείνος διαψεύδει εμφατικά: «Ε, όχι! Τεμπέληδες είναι οι Μαυροβούνιοι. Εμείς είμαστε οι χαζοί!».

[20] Βλ. και παρακάτω.

[21] «Οι νατοϊκές δυνάμεις πληθαίνουν τις ▷πρόβες τζενεράλε για μια συνολική επίθεση εναντίον των Σερβοβοσνίων». / «Τα ▷γεράκια του Πενταγώνου επιδιώκουν στρατιωτική επέμβαση στη Βοσνία». [Πρβλ. Επίλογο]. Βλ. επίσης: ▷ειρηνοποιός / ▷διέξοδος / ▷σύγκρουση / ▷γενικευμένος / ▷σκοτωμός αθώων.

[22] Πρβλ. την εξομοίωση με τις ▷«αλληλοσπαρασσόμενες φυλές στη Ρουάντα». Βλ. και επίλογο.

[23] Βλ. επίσης ▷συμμαχία / Πόλεμος ▷μεταξύ Κροατών και Σέρβων.

[24] Τα λήμματα αυτής της παραγράφου αποτελούν στιγμιότυπα της Α΄ έκδοσης, αντανακλώντας τά συχνά υστερικά φιλοσερβικά στερεότυπα της δεκαετίας του ’90. Τα περισσότερα δεν επαναλαμβάνονται ως ερμηνευτικά παραδείγματα στις μεταγενέστερες εκδόσεις ‒ με κάποιες εξαιρέσεις, όπως η αδιάψευστη▷σαλαμοποίηση της άλλοτε ενιαίας γείτονος χώρας.

[25] Πρβλ. ▷μακεδονικός / Επίσης: Μπαμπινιώτης, Γ. (επιμ.), Η γλώσσα της Μακεδoνίας. Η αρχαία Μακεδονική και η ψευδώνυμη γλώσσα των Σκoπίων, Αθήνα, 1992.

[26] Βλ. και: ▷θέση / ▷αναπόσπαστος. Πρβλ. Triandafyllidou, A., National identity, passim.

[27] Σε αντίθεση με τα άλλα «σκοπιανά λήμματα», η συγκεκριμένη φραστική υπερβολή εξουδετερώνεται εντελώς στις μεταγενέστερες εκδόσεις. Βλ. επίλογο.

[28] Βλ. και τη (φωτογραφική) αναφορά στη «δική μας ολιγωρία [που] οδήγησε τη μικρή χώρα να ▷πέσει στην αγκαλιά της Τουρκίας». (Στις μεταγενέστερες εκδόσεις: … «στην αγκαλιά των αντιπάλων μας». Εντούτοις, «η Ελλάδα διατηρεί απέναντι στην Αλβανία το ▷διαπραγματευτικό χαρτί της οικονομικής ενίσχυσης από την ΕΕ».

[29] Βʹ έκδοση κ.ε.: ▷Εθνικά ονόματα ως ουσιαστικά ή επίθετα.

[30] Στο ίδιο. Βλ. επίσης τον επίλογο του προκείμενου.

[31] (Βυζάντιο ‒ Εξαρχάτο Μακεδονικός αγώνας ‒ βαλκανικοί πόλεμοι ‒ Αʹ Παγκόσμιος, κ.λπ.) ‒ Ως προς την κατοχική χρήση, βλ. Fleischer, Η., “Die "Viehmenschen" und das "Sauvolk". Feindbilder einer dreifachen Okkupation: Der Fall Griechenland”, στο Benz, W. et al. (επιμ.), Kultur - Propaganda - Offentlichkeit. Intentionen deutscher Besatzungspolitik und Reaktionen auf die Okkupation, Βερολίνο, 1998, 135 -169, ιδίως 152 κ.ε.

[32] Βλ. και επίλογο.

[33] Ο λεξικογράφος εννοεί την επιδείνωση των σχέσεων Σόφιας-Άγκυρας με αφορμή τη δράση και τη μεταχείριση της ισχυρής τουρκικής μειονότητας στη Βουλγαρία.

[34] Βλ. παρακάτω.

[35] Έτσι, ιδίως ηγέτες της βαλκανικής περιφέρειας, όπως της Κροατίας και της Ρουμανίας, έχουν επανειλημμένα αρνηθεί πως τα κράτη τους ανήκουν στα Βαλκάνια.

[36] Βλ. επίσης ▷Δύση, ▷μεταλαμπαδεύω.

[37] Δυστυχώς ή ευτυχώς, από το 2002 (έτος της Βʹ έκδοσης) τα όποια παρεπόμενα αυτής της δυτικής επίδρασης έχουν εκλείψει.

[38] ▷αποικία / ▷κτήση / ▷Δύση.

[39] ▷κατασκοπεύω, ▷λογικός.

[40] ▷«Σημειωτέον, ότι το μειωμένο κύρος μας και η χρόνια οικονομική καχεξία μας έχουν θεαματικά συρρικνώσει τη βαρύτητά μας στον ευρω-ΝΑΤΟϊκό χώρο». Πρβλ.: επίδειξη ▷ισχύος / ▷ βγαίνω.

[41] ▷φυσώ, ▷κατάσταση, ▷λεφτά, ▷θείος.

[42] ▷γεράκι / (▷κατά, ▷προς). ‒ Αντίστοιχα, οι περισσότεροι Τούρκοι είναι πεπεισμένοι, πως οι ΗΠΑ μεροληπτούν υπέρ της Ελλάδας… (Millas, H., The imagined ‘Other’, σ. 66).

[43] Βλ. και ▷σύμμαχος (Γʹ και Δʹ έκδοση).

[44] Επισημαίνονται, βέβαια, «η πολιτιστική ▷ηγεμονία της Ευρώπης στη διανόηση του εικοστού αιώνα». Πρβλ. και αναφορές στην «προοδευτική ▷διανόηση της Ευρώπης».

[45] Για τον λόγο αυτόν η φράση διατηρείται σε όλες τις μεταγενέστερες εκδόσεις. ‒ Βλ. και παρακάτω.

[46] Παπαταξιάρχης, Ε., Τα άχθη της ετερότητας, 51.

[47] Σφυγμομέτρηση στο Ευρωβαρόμετρο, παραθετ.: Το Βήμα, 27.7.2003.

[48] Βλ., π.χ.: Καθημερινή, 27.5.2007, τη σφυγμομέτρηση της Kapa Research για λογαριασμό του Κέντρου Πολιτικής Έρευνας και Επικοινωνίας.

[49] «Η ▷υποταγή της Ελλάδας στους ισχυρούς της Ευρώπης».

[50] «Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ▷πιέζουν για άρση του βέτο». / «Η Ελλάδα ▷ανθίσταται στις πιέσεις για έναρξη διαλόγου με την Τουρκία». / «Η Ελλάδα κατέστησε ▷σαφή την απόφασή της στην Ε.Ε. να εμποδίσει τη χρηματοδότηση της Τουρκίας». ‒ Πρβλ.: ▷μπλοκάρω, ▷αρνησικυρία.

[51] ▷ένταξη, ▷κονδύλι, ▷συμβαδίζω.

[52] Πρβλ. και την επιφώνηση: «Πότε θα γίνουμε επιτέλους ▷Ευρώπη;».

[53] ▷σημειωτέον, πρβλ. επίλογο.

[54] Βλ. ▷σημαία, ▷εκτείνω / ▷ιμπεριαλισμός.

[55] ▷προσδένω / ▷παιχνίδι.

[56] Κατά τα άλλα, οι Άγγλοι διαθέτουν ιδιότυπο ▷χιούμορ, ▷φλέγμα, μια σπουδαία γλώσσα (βλ., π.χ., ▷προσιτός, ▷προσόν, ▷συνεννοούμαι), καλό ποδόσφαιρο (▷ηττώμαι) και, τέλος, είναι ακριβείς στα ραντεβού τους (Βʹ έκδοση, ▷εθνικά ονόματα).

[57] Βλ. επίλογο.

[58] Στις μεταγενέστερες εκδόσεις, το σκορ γίνεται ισόπαλο: Αρμένιοι: Εβραίοι.

[59] Πρβλ.: «Οι διωγμοί και οι σφαγές των ▷Ποντίων από τους Τούρκους».

[60] «Ο Μουσολίνι χρησιμοποίησε την Αλβανία ως ▷προγεφύρωμα για να εισβάλει στην Ελλάδα». / «Η Άγκυρα χρησιμοποιεί σαν ▷προγεφύρωμα τις “γκρίζες ζώνες” στο Αιγαίο για την επέκτασή της στον ελληνικό χώρο». Βλ. και επίλογο.

[61] Βλ., π.χ.: «Η ▷εκτέλεση έγινε από τους Γερμανούς» (Βαρμάζης, Ν., Το βασικό ερμηνευτικό λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας, Αθήνα, 1983.) Στο λεξικό αυτό, ακόμη και η λέξη ▷γερμανόφιλος έχει αρνητική χροιά.

[62] Μόνον στην Αʹ έκδοση!

[63] Π.χ.: ▷τουφεκίζω / ▷αντίποινα / εγκληματίας ▷πολέμου / ▷στρατόπεδο / ▷μπλόκο / ▷κρεματόριο / ▷Ολοκαύτωμα / ▷απελευθέρωση. Πολλά λήμματα τοποθετούν το κρίμα στους ναζιστές, στους ‒χωρίς περαιτέρω διευκρίνιση‒ κατακτητές ή στον Χίτλερ προσωπικά… Π.χ.: «Οι ▷αγριότητες των Ναζί…» / «Οι Ναζί επιχείρησαν να ▷εξοντώσουν τους Εβραίους». / «Ο λαός προέβαλε ▷σθεναρή αντίσταση στον κατακτητή». / «Ο Χίτλερ ▷αιματοκύλησε την ανθρωπότητα». Άλλο «ευγενικό» συνώνυμο για τους Γερμανούς στην χειρότερη περίοδο της ιστορίας τους είναι ▷χιτλερικός. Παρεμπιπτόντως, από ένα καπρίτσιο του ανάλγητου ελληνικού αλφαβήτου βρίσκεται ακριβώς δίπλα από το λήμμα ▷χίτης.

[64] Καταργείται στην Δʹ έκδοση.

[65] Πιο φειδωλός, ο Ε. Κριαράς καταγράφει (Νέο Ελληνικό Λεξικό, Αθήνα, 1995) στο ίδιο λήμμα μόνο (αυστηρή) οργάνωση και πειθαρχία «που θυμίζει τους Γερμανούς».

[66] «Οι Γερμανοί στις κλασικές σπουδές παραμένουν ▷αξεπέραστοι». / «Προτιμά τη γερμανική ▷τεχνολογία». / «Οι Γερμανοί έχουν ▷αναπτύξει νέες τεχνικές στην αυτοκινητοβιομηχανία», / «ψυγεία κατασκευασμένα με γερμανικές ▷προδιαγραφές», κ.λπ.

[67] Φλάισερ, Χ., Οι Πόλεμοι της μνήμης, 529.

[68] Βλ., π.χ.: ▷Τουρκαλάς / ▷τουρκεύω / ▷Τουρκιά / ▷τουρκόγυφτος («άνθρωπος βρόμικος και σκούρος στο δέρμα») / ▷τουρκοπατημένος.

[69] Βλ. επίλογο.

[70] Βλ. και ▷γένος.

[71] Από την Βʹ έκδοση με την παραπομπή στον Κ. Καβάφη.

[72] «Οι Έλληνες υπερηφανεύονται ότι είναι ▷απόγονοι των μεγαλυτέρων στοχαστών της ανθρωπότητας». Κάπως πιο διστακτικά διατυπώνεται η ερώτηση: «Πόσο αισθάνονται οι σημερινοί Έλληνες ▷παιδιά του Πλάτωνα και του Περικλή;» ‒ Σύμφωνα με μεταγενέστερη σφυγμομέτρηση ένα 39,3% των ερωτηθέντων πίστευε ότι «η νεότερη Ελλάδα αποτελεί συνέχεια της αρχαίας» (H Καθημερινή, 27.5.2007).

[73] «Έθιμα τα οποία έλκουν την ▷καταγωγή τους από την αρχαιότητα». / «Σε πολλά λαϊκά έθιμα επιβιώνουν πανάρχαιες ▷δοξασίες». / «Ο θρήνος και ο ολοφυρμός κατά την εκφορά των νεκρών αποτελεί πανάρχαιο ▷έθος του ελληνικού λαού».

[74] Σε αυτόν παραπέμπουν τα ακόλουθα παραδείγματα, και όταν δεν διευκρινίζεται το υποκείμενο.

[75] Βλ. και ▷Ρωμιός. ‒ Αντιθέτως, η «διάκριση του ελληνικού ▷αθλητισμού στην Ολυμπιάδα» της Αʹ έκδοσης απουσιάζει στις μεταγενέστερες.

[76] Δήμου, Ν., Ελευθεροτυπία, 5.7.2004. Βλ. επίσης: Tzanelli, R., “‘Impossible is a fact’: Greek nationalism and international recognition in Euro 2004”, Media, Culture & Society, 2006, 4, 483-503.

[77] Πρβλ. Anderson, B., Imagined Communities. Reflections of the Origin and Spread of Nationalism, Λονδίνο, 1983.

[78] «Η δημοκρατική παράδοση είναι ▷χαρακτηριστικό στοιχείο του ελληνικού πολιτισμού». Βλ. και ▷λίκνο / ▷πατρίδα. Από τη Βʹ έκδοση και έπειτα προτιμήθηκε άλλο ▷«χαρακτηριστικό στοιχείο του ελληνικού λαού»… (Βλ. πιο κάτω).

[79] «Η λέξη “φιλότιμο” δεν ▷αποδίδεται εύκολα σε άλλη γλώσσα». Βλ. και ▷ρωμιοσύνη.

[80] Βλ., π.χ.: «Θα έδινε και την τελευταία ρανίδα του ▷αίματός του για την Ελλάδα». / «Πρέπει να αισθάνεστε μεγάλη ▷υπερηφάνεια για τον πατέρα σας που θυσιάστηκε για την πατρίδα». / «Έχει συνείδηση της ελληνικής του ▷καταγωγής». / «Ο Ελληνισμός αποτίναξε τον βαρύ ▷ζυγό του [διαχρονικού] κατακτητή». Βλ. και ▷πατρίδα.

[81] Αναλόγως «η Ελλάδα, χώρα ιστορική, συγκινεί πάντα τους ▷ξένους».

[82] Παπαταξιάρχης, E., Τα άχθη της ετερότητας, σ. 47. Βλ. και Ευρωβαρόμετρο, passim / «Γίναμε ρατσιστές;», Ελευθεροτυπία, 14.10.1996, κ.ά.

[83] Βλ. και επίλογο.

[84] Αυτό ισχύει και για συνώνυμα, βλ., π.χ.: «Στην Ομόνοια συχνάζουν πολλοί ▷αλλοδαποί». / «Οι ▷απέξω περιμένουν να δουν τι θα κάνει η Ελλάδα στο κρίσιμο θέμα της Αλβανίας». (Στις μεταγενέστερες εκδόσεις: «Αυτές οι συνήθειες μας έρχονται ▷απέξω»).

[85] Πρβλ. Herzfeld, Μ., Η ανθρωπολογία μέσα από τον καθρέφτη, Αθήνα 1998, 199, παραθετ. Παπαταξιάρχης, E., Τα άχθη της ετερότητας, 27.

[86] Βλ. ▷κίνηση.

[87] Βλ., π.χ. ▷εκμεταλλεύομαι / ▷τουρισμός/ ▷προσελκύω.

[88] «Οι καιροί απαιτούν το έθνος να βρίσκεται σε ▷εγρήγορση».

[89] «Η υπεράσπιση της τιμής, της πατρίδας, της οικογένειας είναι πατροπαράδοτες ▷αξίες».

[90] «Οι Έλληνες είναι ▷φιλόδικος λαός» / ελληνικό ▷δαιμόνιο / «Εμάς τους Έλληνες μας τρώει η ▷φαγωμάρα». «Αυτά συμβαίνουν μόνο στην Ελλάδα, ▷όπου όλα είναι δυνατά». / «Είμαστε οι πρώτοι στην ▷Ευρώπη στα τροχαία ατυχήματα». / «Αυτός ο ▷αιώνιος Έλληνας!» ‒ Άλλωστε την αυτοκριτική την έχουν ασκήσει πολύ εντονότερα και (άλλοι) συντηρητικοί αναλυτές: πρβλ., π.χ.: Βακαλόπουλος, A., Ο χαρακτήρας των Ελλήνων. Ανιχνεύοντας την εθνική μας ταυτότητα: έρευνα, πορίσματα, διδάγματα, Θεσσαλονίκη, 1983, passim.

[91] Βλ. π.χ.: «Η χώρα αυτή δίνει την εικόνα ενός δύσκολου και ▷δυνάμει επικίνδυνου γείτονα».

[92] Παραμένουν, σε συνώνυμο λήμμα, «οι ▷προαιώνιοι εχθροί μας» που δεν ονομάζονται... ‒ Και πάλι εκφράζει τη λαϊκή γνώμη, αφού μόνο ένα 3% συμπαθούσε τους Τούρκους! (Το Βήμα, 22.6.2000).

[93] Πρβλ. μεταγενέστερη σφυγμομέτρηση (Η Καθημερινή, 27.5.2007): Στην ερώτηση «Από πού νομίζετε ότι καλλιεργείται η αντιπαλότητα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας;», το 31,2% των ερωτηθέντων απάντησε «από την επιθετικότητα της Τουρκίας». Άλλες απαντήσεις: «από τις Μεγάλες Δυνάμεις που θέλουν να τσακωνόμαστε» (30,5%) / «από τους πολιτικούς για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης» (21,6%) / «από κάποιες μικρές και ακραίες ομάδες στο εσωτερικό της κάθε χώρας» (9,7%) / «από το ΜΜΕ των δύο χωρών» (3,0%) / «από τις θρησκευτικές τους διαφορές» (2,8%). Πρβλ.: Millas, H., The imaginedOther, 64-68.

[94] Βλ. και ▷γίνομαι.

[95] «Η Ελλάδα μπορεί να ▷ελέγξει οικονομικά την περιοχή της Βαλκανικής». / «Η Ελλάδα κινδυνεύει να ▷χάσει την αγορά των Βαλκανίων».

[96] Βλ. Α΄ έκδοση: ▷ηγεμονισμός / ▷κυρίαρχο / ▷ιμπεριαλισμός (στη Δʹ έκδοση: ▷επεκτατισμός) ‒H ίδια μέθοδος χρησιμοποιείται από το mainstream της άλλης όχθης. Βλ. ενδεικτικά: Volkan, V. & Itzkowitz, N., Turks and Greeks. Neighbours in Conflict, Huntingdon, 1994.

[97] Βλ. και ▷πάρσιμο.

[98] «Οι Έλληνες υπέφεραν στα ▷χρόνια της ▷Τουρκοκρατίας». Βλ. επίσης: ▷επί / ▷υπό / ▷ανάγω / ▷υποδούλωση. ‒ Σε άλλα λεξικά (Βαρμάζης) παραπέμπει και το λήμμα ▷αιώνας στην Τουρκοκρατία.

[99] Βλ. και ▷αποτίναξη του τουρκικού ζυγού / ▷λημέρι / ▷πυρπόληση /▷γιορτάζω.

[100] «Οι Τούρκοι ▷έγδαραν τον Δασκαλογιάννη ζωντανό». / ▷σουβλίζω.

[101] Βλ.: Βαρμάζης, Το βασικό ερμηνευτικό λεξικό, ▷στραγγαλίζω.

[102] «Οι Τούρκοι ▷πυρπόλησαν τη Σμύρνη». (Πρβλ. ▷παράπονο, ▷αμελλητί).

[103] ▷κρατώ / ▷αγνοούμενος / ▷κυριαρχία / ▷επιτίθεμαι / ▷μετοικίζω /▷αδιαλλαξία / ▷υπονομεύει / ▷μπρα-ντε-φερ / ▷εγκαθιστώ.

[104] ▷Κινητοποιούνται οι ένοπλες δυνάμεις «για την αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής». / Βλ. επίσης: ▷αδιαλλαξία / ▷αναβάθμιση / ▷άξονας / ▷ωσαύτως / ▷χαψιά / ▷περιπέτεια / ▷μπαμ / ▷πους (παρά πόδα) / ▷νότα / ▷διάβημα.

[105] Πρβλ. ▷διεκδίκηση / ▷απεμπολώ. ‒ Αντιθέτως, «η Ελλάδα δεν τρέφει εδαφικές ▷βλέψεις εναντίον γειτονικών χωρών». Αργότερα, η επισήμανση αυτή θεωρείται μάλλον περιττή και αφαιρείται.

[106] Το τελευταίο «είχε ως ▷αποτέλεσμα την καταδίκη της από το Ευρωκοινοβούλιο» (επίσης ▷κόλαφος / ▷καταδεικνύω). ‒ Στις επόμενες εκδόσεις η «άρνηση της Τουρκίας» αποχαρακτηρίζεται σε ανώνυμη «άρνηση μιας χώρας»…

[107] «Δεν πρέπει να ▷υποχωρήσει η χώρα μας στις τουρκικές προκλήσεις».

[108] Βλ., π.χ.: O «Ιός», Ελευθεροτυπία, 17.10.1998.

[109] Το παράδειγμα για τους τουρκόφωνους της Θράκης αφαιρέθηκε ήδη στην διορθωμένη προς το πολιτικώς ορθότερο επανεκτύπωση της Αʹ έκδοσης...

[110] Βλ. και σχόλιο στο λήμμα ▷έθνος, αλλά ιδίως τη θερμή αναφορά στους ▷«αλύτρωτους Βορειοηπειρώτες». (Βλ. και παρακάτω).

[111] Βλ. ανάλογα και τα λήμματα ▷γυφταρειό / ▷γυφτιά / ▷γύφτικος / ▷τουρκόγυφτος.

[112] Βλ. ▷τσιγγούνης: συνώνυμα, ▷Εθνικά ονόματα ως ουσιαστικά ή επίθετα. Πρβλ. και ▷τσιφούτης.

[113] Υπάρχει αναφορά στους (ισπανόφωνους) ▷Σεφαραδίτες, όχι όμως στους γηγενείς και ανέκαθεν ελληνόφωνους «Ρωμανιότες»…

[114] «Ο λαός πρέπει να ▷ομονοήσει ενώπιον των εθνικών κινδύνων». / «Όταν υπάρχει εξωτερική απειλή, είναι απαραίτητη η εθνική ▷ομοψυχία».

[115] «Οι ▷πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής / της Κύπρου / του Πόντου». Βλ. και ▷προσφυγιά.

[116] Βλ.: «Οι Έλληνες ▷μετανάστες στην Αυστραλία».

[117] Βλ., π.χ.: «Οι ▷απανταχού Έλληνες τιμούν τις εθνικές επετείους.» / «Μετά από πολλά χρόνια στο εξωτερικό ο Νάσος ▷νοστάλγησε την Ελλάδα». Βλ. και τα λήμματα: ▷νοσταλγία / ▷ήμαρ / ▷ομογενής / ▷απόδημος / ▷διάσπαρτος / ▷διάπυρος πόθος.

[118] Βλ. και ▷κοινότητα / ▷ψυχρολουσία.

[119] Βλ. Tzanelli, R., The politics of ‘forgetting’ as poetics of belonging: between Greek selfnarration and reappraisal” (Michaniona, 2000/3), Nations and Nationalism, 4 (2007), 675-694.

[120] ▷έθνος, σχόλιο. Πρβλ. και Mackridge, P., Language and national Identity in Greece, 1766-1976, Οξφόρδη, 2009, 335.

[121] Σε μεταγενέστερη σφυγμομέτρηση ένα 40% των ερωτηθέντων χαρακτήρισε αλύτρωτη πατρίδα τη Βόρειο Ήπειρο (H Καθημερινή, 27.5.2007). Ήδη όμως το λεξικό Μπαμπινιώτη είχε επιλέξει ένα «ανώνυμο» παράδειγμα για το λήμμα ▷αλύτρωτοι αδελφοί: «Οι ομοεθνείς που ζουν υπόδουλοι σε ξένο κράτος».

[122] Βλ. επίλογο.

[123] Το ίδιο ισχύει και για προσωπικές φιλίες: «Το καλοκαίρι θα ▷φιλοξενήσω για τρεις εβδομάδες έναν Βέλγο φίλο μου».

[124] Βλ.: ▷ ανατροπή / «Υπάρχουν ▷γύρω μας πολλοί εχθροί (στο ευρύτερο περιβάλλον)» / «Η εχθρική διπλωματία ▷κινείται εναντίον μας» . Πρβλ. και τους αναφερθέντες αρνητικούς χαρακτηρισμούς των ▷αλλόφυλων, των ▷απέξω, κ.λπ., κ.λπ.

[125] Βλ.: «Η ▷εγκατάσταση σλαβικών φύλων στα Βαλκάνια [άλλαξε τη φυσιογνωμία της χερσονήσου]». Στις μεταγενέστερες εκδόσεις αφαιρέθηκε το κείμενο εντός αγκυλών.

[126] ▷συνασπίζω.

[127] Καλαϊτζής, Γ., Ελευθεροτυπία, 3.3.1997. Σημειωτέον, ότι οι άνδρες του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. είναι ένστολοι, ενώ του ΟΗΕ φορούν πολιτικά. Άλλωστε και το λεξικό Μπαμπινιώτη διαφοροποιεί, στο λήμμα ▷επέμβαση, τις ειρηνοφόρες του ΟΗΕ από τις καταδικαστέες των Γερμανών και των Τούρκων (και στη Δʹ έκδοση). Βλ. και ▷ειρηνοποιός.

[128] «Η απάντηση των ▷Βρυξελλών στην αμερικανική πρόκληση».

[129] Πρβλ. Παπαταξιάρχης, Ε., Τα άχθη της ετερότητας, 22.

[130] «Ο ρόλος του τουρκικού ▷ιμπεριαλισμού στην ανατολική Μεσόγειο». Πρβλ. ▷επεκτατισμός και επίλογο.

[131] Βλ. λήμμα ▷ανατολικός-ανατολίτικος / Άλλωστε η Τουρκία είναι «κράτος της Εγγύς Ανατολής», ενώ ο ▷Λίβανος αναφέρεται ως μεσογειακή χώρα!

[132] «Στον ▷αντίποδα του πλούσιου Βορρά βρίσκεται ο εξαθλιωμένος Νότος». Βλ. και ▷βορράς.

[133] Στις μεταγενέστερες εκδόσεις αφαιρείται το υποκείμενο «Βόρειοι», οι οποίοι όμως φωτογραφίζονται με την προσθήκη ότι οι λεγάμενοι είναι «ξανθοί και κάτασπροι».

[134] ▷γερμανικό ‒ πρβλ. παραπάνω.

[135] 135. «Για τους Γερμανούς η επιτυχία στην εργασία είναι κάτι πολύ σημαντικό· οι Έλληνες έχουν μια άλλη ▷φιλοσοφία».

[136] Σχετικά με το φαινόμενο σε διμερές επίπεδο, δηλαδή το ζήτημα του αυτο- και ετερο-προσδιορισμού του «Γερμανοέλληνα», πρβλ., π.χ., τα σχεδόν ταυτόχρονα άρθρα του Π. Μπουκάλα (H Kαθημερινή, 3.3.2010) και της Μ. Χαρτουλάρη (Τα Νέα, 23.10.2010).

[137] Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, 2η έκδοση, Πρόλογος.

[138] Την Αʹ έκδοση (Απρίλιος 1998) διαδέχθηκαν μια «Επανεκτύπωση» (Ιούλιος 1998), η Β΄ έκδοση (2002) με τρεις ανατυπώσεις, η Γʹ έκδοση (Ιούλιος 2008) και τελικά η Δʹ έκδοση (Μάρτιος 2012).

[139] Ο «Ιός», Ελευθεροτυπία, 30.5.1998.

[140] Έθνος, 31.5.1998.

[141] Ο «Ιός», Παλλαϊκή Λεξικογραφία”, Ελευθεροτυπία, 17.10.1998. Πρβλ. και το παράπονο του Γ. Μπαμπινιώτη: «Όλοι στο λεξικό είδαν το λήμμα “Βούλγαρος”, δεν κοίταξαν όμως το λήμμα “Μακεδονία”, όπου υπάρχει εκτενής ανάλυση του όρου, ενώ στηλιτεύεται η ψευτομακεδονική γλώσσα των Σκοπίων» (Ακρόπολις, 27.5.1998).

[142] Η μεταφορική έννοια «υπερβολικά αφελής, που μπορεί να θεωρηθεί μέχρι και ανόητος» είχε προκαλέσει την έντονη αντίδραση κυρίως της Εύξεινου Λέσχης Θεσσαλονίκης, καθώς και της Ομοσπονδίας Ποντιακών Σωματείων Νοτίου Ελλάδος.

[143] Πρβλ., π.χ., παραπάνω: ▷φιλοξενία / ▷χαρακτηριστικό.

[144] Οι γείτονες στην άλλη πλευρά του Αιγαίου δεν διστάζουν να εκφράζουν ρητά και (ημι-)επισήμως ανάλογες απόψεις. Βλ., π.χ., την έκδοση της Τουρκικής Ιστορικής Εταιρείας: Sonyel, S. R. et al., Minorities and the destruction of the Ottoman Empire, Άγκυρα, 1993.

[145] Πρόλογος Βʹ, Γʹ και Δʹ έκδοσης αντίστοιχα.

[146] Οι πρόσθετες αλλαγές αυτής της κατηγορίας από τον Βʹ στον Γʹ τόμο και από τον Γʹστον Δʹ τόμο είναι λίγες, αν και όχι ασήμαντες.

[147] Αʹ έκδοση: «Η ▷απάντηση της Ελλάδας στις προκλητικές ενέργειες της Τουρκίας» ‒ Βʹ έκδοση: «Ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι θα υπάρξει δυναμική ▷απάντηση της χώρας σε όποιον στραφεί εναντίον της» [πλάγια του γράφοντος].

[148] «Θα ▷τρίζουν τα κόκκαλα του μεγάλου ποιητή με αυτά που γράφονται για την ποίησή του» ‒ Πρβλ. σημ. 27.

[149] Βλ., π.χ.: ▷δυναμίτης. Πάντως από την Δʹ έκδοση, η ΟΔΓ γίνεται πάλι «παράγοντας σταθερότητας» (βλ. σημ. 64).

[150] Δʹ έκδοση, ▷ντροπή: συνώνυμα. Προστίθενται και κάποια άλλα, λιγότερα κτυπητά, νέα «κατοχικά παραδείγματα», βλ., π.χ. ▷δοκιμάζομαι.

[151] Ο γράφων θυμάται τηλεοπτική δήλωση αρχισυνδικαλιστή τού (άλλοτε) εθνικού αερομεταφορέα κατηγορώντας αντίζηλη εταιρεία για τη στρατηγική της συνεργασία με τη Λούφτχανσα. Κατέληξε με την έκκληση για «αντίσταση ενάντια στους Γερμανούς και στους γερμανοτσολιάδες»!

[152] Αφαιρέθηκε, π.χ., το παράδειγμα στο λήμμα ▷μποϊκοτάρω (πρβλ. σημ. 57).

[153] Πρβλ. τις αναφορές σε ▷σφαίρα επιρροής. Βλ. όμως ▷συμμαχία.

[154] 154. Πρβλ. σημ. 53.

[155] Η Δʹ έκδοση, στα «ύποπτα» λήμματα (κρίση, χρέος, χρεοκοπία, μνημόνιο κ.λπ.) δεν περιέχει αναφορές ως προς τα οξύτατα προβλήματα της σημερινής Ελλάδας, ενώ στο νέο λήμμα «τρόικα» περιορίζεται στο μάλλον ανύπαρκτο πρόβλημα αν αυτός ο νεολογισμός κλίνεται. ‒ Ας προστεθεί πως η στάση αυτή του λεξικογράφου λογικά δεν μπορεί να συσχετιστεί με την υπουργοποίησή του τον ίδιο μήνα με την κυκλοφορία της Δʹ έκδοσης.