ΗΜΕΡΑ ΕΚΛΟΓΩΝ, ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 1884
Αν χρειαστεί να ονομάσω, ω Δυτικέ Κόσμε, την πιο δυνατή
σκηνή, το πιο δυνατό θέαμα,
Δεν θα ’σουν εσύ, Νιαγάρα – ούτε εσείς, σεις απέραντα λιβάδια – ούτε
τα τεράστια σχισμένα φαράγγια σου, Κολοράντο,
Ούτε εσύ Γιοσέμιτι – ούτε το Γέλοουστόουν με όλους τους ορμητικούς
καυτούς ατμούς ν’ ανεβαίνουν στον ουρανό, να φαίνονται και να χάνονται,
Ούτε οι λευκοί κώνοι του Όρεγκον – ούτε του Χιούρον οι υπέροχες λίμνες –
ούτε τo ποταμίσιο ρεύμα του Μισισιπή:
‒ Την ανήσυχη ανθρωπότητα σ’ αυτό το ημισφαίριο, όπως τώρα, θα ονόμαζα – η
μικρή ακόμη φωνή δονούμενη ‒ μέρα που διαλέγει η Αμερική,
(Η ουσία δεν βρίσκεται σε όσους εκλέγονται – η ίδια η πράξη μετρά,
να διαλέγεις κάθε τέσσερα χρόνια,)
Όλη η έκταση από Βορρά έως Νότο ξεσηκώθηκε – παράλια και στεριά
– από το Τέξας έως το Μέιν – οι μεγάλες πεδιάδες – το Βέρμοντ, η Βιρτζίνια, η Καλιφόρνια,
Η καταιγίδα της τελικής ψήφου από τα Ανατολικά έως τα Δυτικά – το παράδοξο και
η σύγκρουση,
Οι αρίθμητες πέφτοντας νιφάδες του χιονιού – (μια σύγκρουση χωρίς ξίφη,
Κι όμως πιο σπουδαία απ’ όλους τους παλιούς πολέμους της Ρώμης, ή τους καινούργιους του Ναπολέοντα:)
η ειρηνική εκλογή όλων των ανθρώπων,
Είτε καλών είτε κακών – που καλοδέχονται τις πιο σκοτεινές εκδοχές, τα σκουπίδια:
‒ Αφρίζει και βράζει το κρασί; Η εκλογή βοηθά στο λαμπικάρισμα ‒ καθώς η
καρδιά χτυπά βαριά, η ζωή λάμπει:
Αυτές οι θυελλώδεις ριπές και οι αέρηδες έσπρωξαν σπουδαία καράβια,
Φούσκωσαν του Ουάσιγκτον, του Τζέφερσον, του Λίνκολν τα πανιά.
— Απόδοση: Δημήτρης Δημηρούλης
Το ποίημα “Election Day” γράφτηκε με αφορμή τις αμερικανικές εκλογές τον Νοέμβριο του 1884. Δημοσιεύτηκε στις 26 Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου στην εφημερίδα The Philadelphia Press και, αργότερα, ενσωματώθηκε στα Φύλλα Χλόης, το μνημειώδες και πρωτοποριακό έργο του Ουίτμαν, το οποίο από το 1855 (όταν πρωτοδημοσιεύτηκε) επανεκδόθηκε πολλές φορές, με βελτιώσεις και προσθήκες, έως τον θάνατό του το 1892.
Η αναμέτρηση του 1884 ήταν ανάμεσα στον υποψήφιο των Δημοκρατικών Γκρόβερ Κλίβελαντ και τον υποψήφιο των Ρεπουμπλικάνων Τζέιμς Μπλέιν. Η εκλογική περίοδος ήταν μία από τις χειρότερες στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, αφού αντί για αντιπαράθεση ιδεών, απόψεων και προγραμμάτων, υπήρξε ανταλλαγή ύβρεων και διασπορά φημών με άφθονη λασπολογία εκατέρωθεν.
Ο υποψήφιος των Δημοκρατικών κατηγορήθηκε ότι είχε νόθο παιδί (“Ma! Ma! / Where's Pa? / Gone to the White House, / Ha! Ha! Ha! ...”) και ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων για πολιτική διαφθορά με προσωπικό οικονομικό όφελος (“Blaine, Blaine, James G. Blaine, / The continental liar from the state of Maine, / Burn this letter! ...”). Τα κακόγουστα αυτά στιχουργήματα, δημοφιλή εκείνη την περίοδο, είναι μικρό δείγμα για το χαμηλό επίπεδο της αναμέτρησης.
Ο Ουίτμαν (1819-1892), με ισχυρές δημοκρατικές πεποιθήσεις, υπηρέτησε με την ποίησή του ιδέες, θεσμούς και ιδανικά, δίνοντας έμφαση στα δικαιώματα των αδικημένων και των καταπιεσμένων. Μπορεί να θεωρείται υψηλή κορυφή στην παγκόσμια ποίηση αλλά για την Αμερική είναι σύμβολο εθνικής ταυτότητας, παρά την αιρετική στάση και την αμφιλεγόμενη φήμη του. Πρωτοπόρος του τολμηρού λόγου και της παθιασμένης γραφής, διέσχισε τον 19ο αιώνα με τις ποιητικές συλλήψεις του για τον άνθρωπο, τη φύση, την κοινωνία, τον έρωτα, τη δημοκρατία και την ελευθερία.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ωστόσο φάνηκε να αμφιταλαντεύεται (πράγμα που δεν ήταν σπάνιο κατά την ωριμότητά του), αν και τελικά άφησε να εννοηθεί ότι απείχε από τις εκλογές. Το ποίημα θα είχε βουλιάξει στην υπερβολή του, αν δεν το συγκρατούσε ο στίχος που επισημαίνει πως αυτό που έχει σημασία δεν είναι τα πρόσωπα που εκλέγονται αλλά αυτή καθαυτή η εκλογική διαδικασία. Με άλλα λόγια, αυτό που είναι σημαντικό και κρίσιμο για τη δημοκρατία το εκφράζουν οι εκλογές, ακόμη και όταν τυχαίνει τα πρόσωπα να μην είναι αντάξιά της:
Η ουσία δεν βρίσκεται σε όσους εκλέγονται – η ίδια η πράξη μετρά, να διαλέγεις κάθε τέσσερα χρόνια.
ELECTION DAY, NOVEMBER, 1884
If I should need to name, O Western World, your powerfulest
scene and show,
'Twould not be you, Niagara—nor you, ye limitless prairies—nor
your huge rifts of canyons, Colorado,
Nor you, Yosemite—nor Yellowstone, with all its spasmic geyser-
loops ascending to the skies, appearing and disappearing,
Nor Oregon's white cones—nor Huron's belt of mighty lakes—
nor Mississippi's stream:
—This seething hemisphere's humanity, as now, I'd name—the
still small voice vibrating—America's choosing day,
(The heart of it not in the chosen—the act itself the main, the
quadriennial choosing,)
The stretch of North and South arous'd—sea-board and inland
—Texas to Maine—the Prairie States—Vermont, Virginia,
California,
The final ballot-shower from East to West—the paradox and con-
flict,
The countless snow-flakes falling—(a swordless conflict,
Yet more than all Rome's wars of old, or modern Napoleon's:)
the peaceful choice of all,
Or good or ill humanity—welcoming the darker odds, the dross:
—Foams and ferments the wine? it serves to purify—while the
heart pants, life glows:
These stormy gusts and winds waft precious ships,
Swell'd Washington's, Jefferson's, Lincoln's sails.