Το 1903, μεταξύ 6 και 8 Απριλίου, έγινε πογκρόμ εναντίον των Εβραίων του Κισινιόφ που συντάραξε την διεθνή κοινή γνώμη. Στη Ρωσία όμως δεν ακούστηκε καμιά φωνή. Κανείς δεν κάλεσε σε συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις διαμαρτυρίας. Δεν συγκροτήθηκαν επιτροπές βοήθειας των πληγέντων. Η μοναδική ρωσική φωνή που ακούστηκε ήταν του συγγραφέα Μαξίμ Γκόρκι, που στιγμάτισε τους ταραχοποιούς στο άρθρο του «Σχετικά με το πογκρόμ στο Κισινιόφ». Το άρθρο αυτό όμως δεν εξέφραζε τη φωνή του ρωσικού λαού. Στη Ρωσία υπήρχαν ανθρωπιστές και άλλοι που αναζητούσαν την αλήθεια, και ο μαθημένος στα βάσανα εβραϊσμός της έστρεψε το βλέμμα του στον πιο ευαίσθητο και τολμηρό από αυτούς, τον Τολστόι, τον συγγραφέα που το όνομά του θεωρούνταν η ενσάρκωση της ανθρώπινης συνείδησης.
Περί τις είκοσι επιστολές έλαβε ο Τολστόι από Εβραίους που του ζητούσαν να υψώσει τη φωνή του και να καταδικάσει το πογκρόμ. Ανάμεσα στις επιστολές αυτές ήταν και μια του Σαλόμ Αλέχεμ (Sholem Aleichem), που με πρόθεση να δημοσιεύσει μια ανθολογία δηλώσεων υπέρ των πληγέντων του πογκρόμ, έγραψε στον Τολστόι τον Απρίλιο 1903: «Για να έχει η ανθολογία επιτυχία, τολμώ να σας ζητήσω, ως ο μεγαλύτερος συγγραφέας στην ρωσική γη, να μας δώσετε κάτι, ακόμα και μια επιστολή συμπαράστασης ... [Τ]α οχτώ εκατομμύρια Εβραίων στη Ρωσία που βρίσκονται σε μεγάλη μελαγχολία και απόγνωση έχουν ανάγκη, ίσως περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, μια λέξη συμπαράστασης.»
Ο Σαλόμ Αλέχεμ δεν μπορούσε καν να διανοηθεί πως ο Τολστόι θα αρνιόταν να συναινέσει στο αίτημά του. Παρ’ όλα αυτά ο Τολστόι θεώρησε σκόπιμο να απαντήσει μόνο σε έναν από τους επιστολογράφους, τον Εμανουέλ Λινιάτσκι. Σε γράμμα του, με ημερομηνία 27 Απριλίου 1903, ο συγγραφέας προσπάθησε να εξηγήσει γιατί δεν αποδέχεται το αίτημα. Παραθέτω την επιστολή με ορισμένες συντομεύσεις:
«Εμανουέλ Γκριγκόριεβιτς, έλαβα την επιστολή σας. Έλαβα και άλλες παρόμοιες επιστολές. Όλοι αυτοί που μου έγραψαν ζητούν από μένα, όπως εσείς, να εκφράσω τη γνώμη μου για τα συμβάντα στο Κισινιόφ. Νομίζω πως σε όλες αυτές τις επιστολές υπάρχει κάτι που οι επιστολογράφοι δεν καταλαβαίνουν. Υποθέτουν πως η φωνή μου έχει κάποια βαρύτητα, και γι’ αυτό μου ζητούν να εκφέρω γνώμη για ένα τόσο σημαντικό επεισόδιο, σαν την εγκληματική πράξη που έλαβε χώρα στο Κισινιόφ, που οι αιτίες του είναι πολύ περίπλοκες. Αυτό που δεν καταλαβαίνουν είναι πως ζητούν από μένα να ενεργήσω σαν πολιτικός αρθρογράφος, ενώ εγώ είμαι ένας άνθρωπος που ασχολείται, αποκλειστικά, με ένα πολύ συγκεκριμένο αντικείμενο, που δεν έχει να κάνει τίποτα με τα τρέχοντα δρώμενα, δηλαδή με το θρησκευτικό πρόβλημα και την αναγκαιότητα της θρησκείας στη ζωή. Αυτό το αίτημα, να εκφράσω δημόσια τη γνώμη μου για τα σύγχρονα γεγονότα, δεν έχει καμιά βάση. (...)
Σε ό,τι αφορά τη σχέση μου προς τους Εβραίους και προς το φοβερό επεισόδιο στο Κισινιόφ, μου φαίνεται, πως αυτό πρέπει να γίνει ξεκάθαρο σε όποιους ενδιαφέρονται για τη φιλοσοφία της ζωής μου. Η σχέση μου με τους Εβραίους δεν θα μπορούσε να είναι άλλη παρά μια σχέση προς αδελφούς, που αγαπώ όχι επειδή είναι Εβραίοι, αλλά επειδή εμείς και εκείνοι, όπως και όλοι οι άνθρωποι, είμαστε παιδιά του ίδιου πατέρα ‒του Θεού‒ και η αγάπη αυτή δεν απαιτεί από μένα προσπάθειες, αφού έχω συναντήσει και γνωρίζω πολύ καλούς Εβραίους.
Σε ό,τι αφορά τη γνώμη μου για την εγκληματική πράξη στο Κισινιόφ, γίνεται και αυτή κατανοητή βάσει της θρησκευτικής μου κοσμοθεωρίας. Πριν ακόμα πληροφορηθώ τα σχετικά και τις τρομερές λεπτομέρειες, που έγιναν γνωστές αργότερα, κατάλαβα από την πρώτη ανακοίνωση στον Τύπο το αποτρόπαιο όσων συνέβησαν, και με κατέλαβε μια αίσθηση θλίψης προς τα αθώα θύματα της βαναυσότητας του πλήθους, απορία για ό,τι αφορά την αγριότητα αυτών των ανθρώπων, δήθεν Χριστιανών, και ένα αίσθημα αποτροπιασμού και αποστροφής προς εκείνους που αποκαλούνται διανοούμενοι, που υποδαύλισαν τις μάζες και ενθάρρυναν τις πράξεις τους, και κυρίως η φρίκη μπροστά στον αληθινό ένοχο για όλα, την κυβέρνησή μας, το ιερατείο που αποβλακώνει και υποκινεί τη ζήλεια ανάμεσα στους ανθρώπους, και για την εγκληματική σπείρα των υπαλλήλων του. Η φρίκη του Κισινιόφ δεν είναι παρά το άμεσο αποτέλεσμα της ψευδούς και βίαιης προπαγάνδας που διαδίδεται με τόσες προσπάθειες και πείσμα από τη ρωσική κυβέρνηση. (...)
Αυτά είναι όλα όσα θα μπορούσα να πω για το θέμα του Κισινιόφ. Και αν με ρωτούσατε, τι κατά τη γνώμη μου πρέπει να κάνουν οι Εβραίοι, η απάντησή μου απορρέει επίσης από την ίδια τη χριστιανική αντίληψη, που προσπαθώ να καταλάβω και να συμπεριφέρομαι σύμφωνα με αυτήν. Οι Εβραίοι, όπως και όλοι οι άνθρωποι, πρέπει για το καλό τους: να συμπεριφέρονται στη ζωή όσο το δυνατό σύμφωνα με τους πανανθρώπινους κανόνες – να συμπεριφέρεσαι στους άλλους, όπως θα ήθελες να συμπεριφέρονται σε σένα, και να πολεμούν τη κυβέρνηση όχι με βίαια μέσα... αλλά ζώντας μια δίκαιη ζωή που απαγορεύει όχι μόνο τη βιαιότητα προς τον πλησίον αλλά και τη συμμετοχή σε βίαιες πράξεις...».
Μαξίμ Γκόρκι, «Σχετικά με το πογκρόμ στο Κισινιόφ»
Τα τελευταία χρόνια διαδραματίσθηκαν στο κράτος μας γεγονότα που αποκαλύπτουν την καταισχύνη στη χώρα. Όμως, το πιο ονειδιστικό απ’ όλα, που αφυπνίζει φόβο και τρόμο, ντροπή και πικρία είναι η αποτρόπαια σφαγή που έγινε στους Εβραίους του Κισινιόφ.
Άνθρωποι που θεωρούν τους εαυτούς τους χριστιανούς, άνθρωποι που, δήθεν, πιστεύουν στον έναν σπλαχνικό και συμπονετικό θεό – οι άνθρωποι αυτοί, ανήμερα της Ανάστασης, δολοφονούν νέους και γέρους, βιάζουν γυναίκες, ληστεύουν και βασανίζουν τα παιδιά εκείνης της φυλής που τους έδωσε τον Χριστό.
Ποιον να καταγγείλουμε για αυτό το απεχθές έγκλημα που μας βαραίνει, όλους τους Ρώσους, σαν στίγμα αίματος που μας ντροπιάζει και μας εξευτελίζει, που ακόμα και αιώνες δεν θα το σβήσουν από τις σελίδες της ιστορίας της απολίτιστης χώρας μας;
Δεν θα ήταν δίκαιο να κατακρίνουμε τις «μάζες» που έπληξαν τους Εβραίους: Η «μάζα» είναι το εκτελεστικό χέρι. Οι υπαίτιοι είναι αυτοί που διαφθείρουν τα ήθη και η εκ του πονηρού επίγνωση πως με τον τρόπο αυτόν την ξεσηκώνουν σε πράξεις ληστείας και δολοφονίας.
Είναι γνωστό πως τις μάζες στο Κισινιόφ καθοδηγούσαν άνθρωποι από την πολιτισμένη κοινωνία. Όμως, ποια είναι στην ουσία η πολιτισμένη κοινωνία στην Ρωσία; ‒ πρόκειται για μια ομάδα ανθρώπων του χειρίστου είδους, χειρότερων και από τους απλούς ανθρώπους οι οποίοι δεν ξέρουν την τύφλα τους και περιτυλιγμένοι τεχνητή ομίχλη, που το βάρος της δύσκολης ζωής που τους βασανίζει τους προκαλεί πικρία και διαρκή οργή.
Άνθρωποι του πολιτισμού –πρόκειται για ομάδα φοβητσιάρηδων δούλων χωρίς ίχνος αίσθησης αυτοεκτίμησης, χωρίς καμιά επίγνωση των δικαιωμάτων τους‒, που είναι διατεθειμένοι ανά πάσα στιγμή να προσκυνούν μπροστά στην ηγεμονεύουσα δύναμη, να αποδέχονται κάθε ψέμα αρκεί να μην παρενοχλούν την ηρεμία τους. Πρόκειται για μια γκρίζα μάζα, σε απόγνωση και άνευ δικαιωμάτων, χωρίς επίγνωση αλλά και αδιαντροπιά παρά την καλαίσθητη εξωτερική της εμφάνιση.
Η πολιτισμένη μας κοινωνία δεν είναι λιγότερο υπαίτια από τους εκτελεστές του εγκλήματος και των βιασμών στην πράξη, για τις επαίσχυντες, αποτροπιαστικές πράξεις που διαδραματίσθηκαν στο Κισινιόφ. Η ευθύνη της δεν περιορίζεται στο γεγονός πως δεν προστάτευσε τα θύματα και βρήκε ευχαρίστηση στο θέαμα της σφαγής, αλλά και, κυρίως, διότι κατά διάρκεια πολλών ετών επέτρεψε, ήσυχα και ήρεμα, σ’ αυτούς που μισούν τους ανθρώπους να την οδηγήσουν στην παρακμή και να διαφθείρουν την ψυχή της. Αυτοί οι μισάνθρωποι, που είναι γνωστοί ως ποταποί, ταπεινώνονται ενώπιον της δύναμης και αυτών που καθαγιάζουν το ψέμα, όπως ο Αλεξέι Σουμπόριν, Γέκτορ Μποράνιν, Βασίλι Βαλίτσκο, Σεργκέι Σαράποφ, Βισαρίον Κομάροφ, Κρουσμπάν, Πιατακόφσκι και άλλοι.
Αυτοί είναι οι αληθινοί υπαίτιοι αυτού του αποτρόπαιου εγκλήματος που διαπράχθηκε με τα τρομερά γεγονότα στο Κισινιόφ. Πέρα από όλα τα άλλα υβριστικά επίθετα που αποδίδονται σε αυτούς τους μισητούς ανθρώπους, πρέπει να προσθέσουμε σήμερα και το επίθετο: οι υποθάλποντες ληστείες και δολοφονίες.
Άνθρωποι υποκριτές με το όνομα του Θεού στα χείλη τους, διαφθορείς της ρωσικής κοινωνίας, μέσω του κηρύγματος μίσους κατά των Εβραίων, των Αρμένιων και των Φινλανδών. Σήμερα αυτοί συκοφαντούν τα θύματα που έπεσαν –καρπός της δικής τους υπόθαλψης– με αηδιαστικά ψέματα, συνεχίζοντας τις εγκληματικές τους πράξεις – πράξεις διαφθοράς των αισθημάτων και των ιδεών της ρωσικής κοινωνίας που βρίσκεται υπό τον ζυγό της σκλαβιάς.
Η περιφρόνηση στα κεφάλια τους! Ας διαβρώσει η φωτιά της συνείδησης τις σαπισμένες δουλοπρεπείς καρδιές τους, που παραδίδονται μπροστά στη δύναμη της γροθιάς.
Η ρωσική κοινωνία, που κουβαλάει την επαίσχυντη αμαρτία της υποκίνησης των μαζών, να αποδείξει, πως δεν διαφθάρηκε ολότελα από αυτές τις πορνικές ιδέες, πως δεν ταυτίζεται με τους υποκινούντες σε έγκλημα και ληστεία και πως έχει ακόμα ίχνη ανθρωπιστικών αισθημάτων.
Για να αποτινάξει τουλάχιστον έναν κόκκο από το όνειδος που κουβαλάει η ρωσική κοινωνία, εξαιτίας των γεγονότων του Κισινιόφ, υποχρεούται να απλώσει χείρα βοηθείας προς τις οικογένειες των εβραίων που καταστράφηκαν και τα ορφανά του λαού που έδωσε στον κόσμο πολλά, πολλές αληθινές μεγάλες προσωπικότητες, και παρόλο που βρίσκεται υπό διωγμό σε όλον τον κόσμο, συνεχίζει να δίνει τέτοιους ανθρώπους – οδηγούς στην αλήθεια και το ωραίο.
Και το λοιπόν, όποιος δεν θεωρεί τον εαυτό του υπηρέτη αυτών των υπηρετών, όποιος η αίσθηση του ανθρώπινου σεβασμού δεν τον εγκατέλειψε ‒ ας έρθει προς βοήθεια των εβραίων!
Όποιος θεωρεί τον εαυτό του άνθρωπο με όλη τη σημασία της λέξης ενώπιόν του δεν υπάρχει ούτε έλληνας ούτε εβραίος, παρά μόνον άνθρωπος!
Μ. Γκόρκι
— Μετάφραση-σχόλια: Ιακώβ Σιμπή